Save me

3.2K 286 2
                                    

Το βράδυ ήταν το χειρότερο από όλα τα άλλα που είχα περάσει σε αυτή τη κατασκήνωση. Χειρότερο και από αυτό όταν τον γνώρισα. Καθόμουν μόνη μου στο παγκάκι επί ώρες το απόγευμα όταν όλοι ήταν στην τραπεζαρία για τις ανακοινώσεις. Άνοιγα πλέον την 4η μπύρα χωρίς να έχω μεθύσει. Ήταν περίεργο που κανείς δεν το είχε αντιληφθεί, αλλά και αναμενομενο λίγο πολύ. Μάλλον θα ήταν ακόμη στην τραπεζαρία όλοι τους τραγουδώντας αυτά τα αποχαιρετιστήρια τραγικά τραγούδια. 

Εγω πάλι ένιωθα πληγωμένη αλλά πιο πολύ ήμουν απογοητευμένη με εμένα. Πώς μπορούσα να έκανα αυτό το λάθος ενώ το ήξερα από την αρχή πως δεν θα οδηγούσε σε καλό. 

Εγώ και η αφέλεια μου. Άρχισα να βήχω και αφού πάτησα το σωληνάκι το στόμα μου και το εναίπνευσα σηκώθηκα και πήγα προς την παλιά αποθήκη της κατασκήνωσης. Ήταν αργά και ήξερα ότι δεν θα με έβλεπε κανείς οπότε περπατούσα χαλαρή και ανενόχλητη μέσα στα σκοτάδια.

Τελικά όμως δεν ήμουν μόνη. Πριν φτάσω είδα κάτι ζευγαράκια, μάλλον μεγαλύτερους μου και γύρισα πίσω μη θέλοντας να τους χαλάσω το παιχνίδι. Πήγα στο γήπεδο και κρύφτηκα πίσω από το μικρό σπιτάκι που έχουν τις φανέλες και κάτι αλλά πράγματα. Συνέχισα να πίνω μέχρι αργά. Στο τέλος του 4ου μπουκαλιού ένιωθα πως το 70% του σώματος μου δεν ήταν νερό αλλά αλκοόλ.

Πήγα στο δωμάτιο και ξάπλωσα χωρίς να δώσω σημασία σε τίποτα. Και παρομοίως χωρίς κάνεις να μου δώσει εμένα σημασία. Μα καλά πως γίνεται να  αγνοούν ένα μεθυσμένο κορίτσι?  Απλά αποκοιμήθηκα αδιάφορη περιμένοντας το επόμενο ξημέρωμα.

...
"Ζωή. Ξύπνησες?" Φώναξε η Ειρήνη και εγώ μούγκρισα χωρίς να με καταλάβει.
"Μμμμ άσε με." Είπα τελικά.
"Έλα σήκω. Πάμε να φάμε τελευταία μέρα είναι ούτως ή άλλως θα ξεκουραστείς μετά." Σηκώθηκα με το που την άκουσα χωρίς δεύτερη σκέψη.

Πράγμα κακό γιατί κοπάνησα το κεφάλι μου στην πάνω κουκέτα και μετά πονούσα. Τέλος πάντων φόρεσα τα ρούχα μου και βγήκα έξω μαζί της.
"Βλάκα δεν θέλω να φύγω." Είπε και την κοίταξα κάπως περίεργα.
"Θα μου λείψεις και εσύ και όλοι." Συνέχισε εκείνη.
"Και ο Άγγελος και.." Είπα για να την πειράξω και με κοίταξε με ένα πονηρό βλέμμα.
"Σκάσε ρε." Φώναξε τελικά και αφού με αγκάλιασε κατευθυνθήκαμε προς την τραπεζαρία αγκαλιά.

Μπήκαμε μέσα και κοίταξα προς το τραπέζι της ομάδας του. Δεν ήταν εκεί. Η Ειρήνη χαιρέτησε τον Άγγελο και αμέσως μετά καθίσαμε στο τραπέζι μας για να φάμε. Από τις λίγες φορές που πήρα πρωινό στην τραπεζαρία. 
"Και δεν μου είπες τελικά. Εσύ που μένεις?" Με ρώτησε η Ειρήνη κατά τη διάρκεια του φαγητού.
"Κοντά στο μεγάλο εμπορικό. Εσύ?"
"Όντως? Εγώ μένω σε μια περιοχή λίγα χιλιόμετρα μακριά." Χαμογέλασα και μου ανταπέδωσε το χαμόγελο σαν επτάχρονο και αφού έβγαλε μια τσηριχτή φωνή συνέχισε ανενόχλητα το πρωινό της.

Η Κατασκήνωση... Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα