Someone like him

18 1 0
                                    


"Λόργκαν ? Λόργκαν που είσαι?" ακούστηκε να λέει μια βαριά αλλά ελαφρώς ηλικιωμένη φωνή. Ήταν η φωνή του Λάιοντoρ που έψαχνε να βρει τον νεαρό ανιψιό του, τον Λόργκαν. Σήμερα ήταν μία διαφορετική ημέρα από όλες τις υπόλοιπες. Ήταν η μέρα που φόρτωναν την άμαξα και ανέβαιναν στην Ντάγκαραν, την πρωτεύουσα του βασιλείου τους, προκειμένου να πουλήσουν τις σοδειές τους.

Τότε, παιδικά βήματα ακούστηκαν μέσα από το δάσος καθώς τα φύλλα και τα ξερά κλαριά των δέντρων που είχαν πέσει στο έδαφος ποδοπατιόνταν. Ξαφνικά ξεπρόβαλε μια παιδική φιγούρα, όχι μεγαλύτερη από δεκαπέντε ετών. Ήταν ένα νεαρό αγόρι με καστανόξανθα κοντά μαλλιά και ανοιχτά γαλάζια μάτια. 

"Πάλι ήσουν στο δάσος Λόργκαν?" είπε ο θείος Λάιοντoρ με ενοχλημένο ύφος. "Σου έχω πει πως το δάσος μπορεί να γίνει επικίνδυνο για εσένα, πόσο μάλλον όταν είσαι μόνος!" πρόσθεσε κρατώντας το ίδιο ύφος.

"Δε θα το πιστέψεις θείε, αλλά σήμερα εκτός από το να σηκώνω πέτρες κατάφερα να ανάψω μια μικρή φωτιά μόνο με τα μάτια μου" είπε κατενθουσιασμένος ο μικρός. "Νιώθω πως γίνομαι όλο και δυνατότερος με τον καιρό αλλά και πάλι δε μπορώ να ελέγξω καλά την μαγεία μέσα μου" συμπλήρωσε.

Ο Λάιοντoρ τον πλησίασε και έσκυψε μπροστά στον ανιψιό του. "Θέλει κάτι πολύ παραπάνω από εξάσκηση για να ελέγξεις τη μαγεία μέσα σου. Θέλεις ένα σκήπτρο!" του είπε ο γέρος θείος του. "Πήγαινε να ετοιμαστείς τώρα και θα σου πω την συνέχεια στο δρόμο" συνέχισε και αμέσως ο μικρός έτρεξε στην μικρή καλύβα τους για να ετοιμαστεί όσο πιο γρήγορα μπορούσε.

Πάντα του άρεσε το ταξίδι προς την Ντάγκαραν, πόσο μάλλον σήμερα που είχε ειδικό λόγο. Θα μάθαινε περισσότερα για την μαγεία. Από πολύ μικρός είχε μία κλίση προς την μαγεία, αν και απ'ότι είχε παρατηρήσει, ο θείος του δεν φαινόταν να είχε καμία επαφή μ'αυτήν. Ούτε και ήξερε για κανέναν από την υπόλοιπη οικογένειά του γιατί δεν είχε γνωρίσει κανέναν τους. Ο μόνος άνθρωπος που θυμόταν ήταν ο θείος του, ο οποίος και τον μεγάλωσε σαν γιο του. Παρ'όλα αυτά όμως έδειχνε να ξέρει αρκετά για αυτήν. Αλλά δε μιλούσε ποτέ γιατί τα τελευταία τρία χρόνια ο βασιλιάς την είχε απαγορεύσει στο βασίλειό του γιατί την θεωρούσε σκοτεινή και επικίνδυνη.

Χωρίς να περάσει πολύς χρόνος ο Λόργκαν πετάχτηκε έτοιμος από την καλύβα. "Είμαι έτοιμος θείε. Και τώρα ?" τον ρώτησε μέσα στην βιασύνη. "Βοήθησέ με να φορτώσουμε την υπόλοιπη σοδειά στο κάρο και φύγαμε για την αγορά". Ο Λόργκαν για μια στιγμή πλησίασε στα κηπευτικά του θείου του για να τα σηκώσει με τα χέρια του μα κοντοστάθηκε. Αμέσως κοίταξε τον θείο του και απλώνοντας τa χέρια του προσπάθησε να χρησιμοποιήσει μαγεία για να κάνει την ίδια δουλειά γρηγορότερα. Κατάφερε να σηκώσει μερικά μα του ήταν δύσκολο να τα πάει προς το κάρο.Έκλεισε τα μάτια του προσπαθώντας να συγκεντρωθεί. Για μια στιγμή και οι δυο τους πίστευαν πως θα τα κατάφερνε μα τελικά του έπεσαν στο έδαφος μερικά μέτρα μακριά κάνοντας τον θείο του να γελάσει ελαφρά.

Chronicles of Darkness - Τα Χρονικά του ΣκότουςWhere stories live. Discover now