Κεφάλαιο Όγδοο

91 4 3
                                    

   Δυστυχώς, δεν επέτρεψαν στον Αχιλλέα να βγει από το νοσοκομείο. Οι εξετάσεις δεν έδειχναν καλύτερα αποτελέσματα και η φαρμακευτική αγωγή δεν λειτουργούσε όπως πριν. Όλα πήγαιναν χειρότερα. Μέχρι και η διάθεση του είχε πέσει. Δεν ήταν όπως πριν, άλλα προσπαθούσε να μην το δείχνει. 

Οι φίλοι του ήταν σχεδόν συνέχεια δίπλα του. Ανάλογα και το πρόγραμμα τους, πήγαινε και κάθε φορά και κάποιος άλλος. Τα πρωινά ήταν ο Αλέξανδρος και ο Γιάννης, επειδή είχαν απογευματινά ωράρια στις δουλειές τους. Τα μεσημέρια πήγαινε η Μαρκέλλα με τον Στέφανο και το απόγευμα η Ιωάννα με τον Παύλο. Η Isis όλη μέρα εκεί. Κοιμόταν και ξυπνούσε πλάι του. Του έφερνε φαγητό, τον βοηθούσε να σηκωθεί από το κρεβάτι, να κάνει μπάνιο, να φάει και να πιει νερό και έσπρωχνε την αναπηρική του καρέκλα, διότι εκείνος δεν είχε τη δύναμη να περπατήσει. 

Αυτό που περνούσαν τους έφερε όλο και πιο κοντά. Συζητούσαν για πράγματα που πριν δεν τους είχε δοθεί η ευκαιρία να συζητήσουν, έγραφαν μαζί, έπαιζε κιθάρα και τραγουδούσε με όση δύναμη είχε στους άλλους ασθενείς και, κάποιες φορές έκαναν έρωτα στο "νεκροκρέβατο του", όπως το αποκαλούσε εκείνος. 

Παρόλα αυτά, όποτε ήταν εκείνη μαζί του, είχε ένα πονεμένο χαμόγελο στα χείλη του. Αισθανόταν υπέροχα που την είχε πλάι του αλλά ταυτόχρονα ένιωθε χάλια λόγω της αρρώστιας. 

      Παρασκευή, 14 Αυγούστου 2020

                                                                                      
                      10:02 π.μ. 

Τρεις μέρες πριν, ο Αχιλλέας πήρε άδεια από τους γιατρούς του για να βγει από το νοσοκομείο για μία ολόκληρη μέρα. Τη μέρα του γάμου του.

Εκείνη τη μέρα, τα αγόρια της παρέας αφού τον πήραν, πήγαν στη παραλία. Επέμενε πολύ. Πήγαν λοιπόν στη Γούρνα. Τον βοήθησαν να βουτήξει στη θάλασσα. Είχε ένα χαζό θα έλεγε κανείς χαμόγελο. στο πρόσωπο του. Απολάμβανε τη γλυκιά λύτρωση των γαλάζιων νερών της Λέρου. Κάποια στιγμή, μπορούσε να μείνει μόνος του. Άπλωσε το σώμα του στην επιφάνεια της  θάλασσας και το άφησε να επιπλέει, επιτρέποντας στα νερά και στο ζεστό αεράκι του Αυγούστου να το πηγαίνουν όπου θελήσουν. Κουνούσε απαλά τα χέρια του πάνω, κάτω, αριστερά και δεξιά, προσπαθώντας να απολαύσει τη δροσιά της όσο το δυνατόν περισσότερο. Έπειτα, έκλεισε τα μάτια του και αναλογίστηκε τι του συνέβαινε, τι συνέβαινε γύρω του: βρίσκεται στο μέρος που αγάπησε όσο κανένα, απολάμβανε τα δροσερά νερά του Αιγαίου, έζησε το καλύτερο καλοκαίρι της ζωής του μαζί με τα άτομα που λατρεύει και σε λίγες ώρες θα παντρευόταν την αγάπη της ζωής του. Δεν τον ένοιαζε καν που πέθαινε.  Για εκείνον νίκησε και εκείνο το γύρο με τον θάνατο, σε αυτό το μποξ που λέγεται ζωή.

Κύμα Τριών ΜηνώνWhere stories live. Discover now