8ο - 1901 μέρος β'

102 13 13
                                    

          Η απόφαση του Καλλικράτη να πάρει την προεδρία της ελληνικής κοινότητας είχε διχάσει τους Πόντιους αλλά και τους Τούρκους αντίστοιχα. Όσοι ήταν υπέρ της απόφασής του τον στήριζαν όσο τίποτε άλλο. Οι υπόλοιποι ήταν κυρίως οπαδοί του χότζα που πίστευαν πως δεν άξιζε κανένας να έχει τα ηνία της διοίκησης του χωριού. Πλέον, αν έβγαινε δήμαρχος, θα είχε περισσότερες αρμοδιότητες και υποχρεώσεις πέραν της εργασίας του ως δάσκαλος στο σχολείο. Τα καθήκοντά του δεν έμεναν μέχρι εκεί. Αφού ο Δημοσθένης είχε παραχωρήσει στον Σωκράτη την περισσότερη περιουσία του στην πλαγιά, ο Καλλικράτης ήταν παράλληλα με όλα τα άλλα, βοηθός του Σωκράτη. Καλλιεργούσαν τη γη, θέριζαν, έσπερναν, πότιζαν και εν μέρει ζούσαν από αυτή. Ο Σωκράτης είχε γίνει τρομερός αγρότης και όταν η πρώτη σοδειά του ήταν κατάλληλη την πουλούσε στους συγχωριανούς. Φυσικά και οι περισσότεροι ασχολούνταν με τη γη και ήξεραν, αλλά το να ενισχύσουν ένα νέο παλικάρι και να το βοηθήσουν να σταθεί στα πόδια του και να φτιάξει μια χαρούμενη οικογένεια, έκανε και εκείνους να αισθάνονται καλά. Είχε πάθος με τη γη αλλά όχι με την Ελισσώ. Εδώ και λίγους μήνες η Ελισσώ είχε μείνει στην Κωνσταντινούπολη για τελειώσει τις σπουδές της. Ο Σωκράτης έμεινε μαζί της για περίπου τρις μήνες όμως δεν μπορούσε να εγκαταλείψει τα χωράφια και να τα αφήσει στα χέρια των νέων αγροτών. Έτσι, πίστευε πως την άφηνε στα έμπιστα χέρια του αδερφού του Ιεροκλή. Ο Ιεροκλής βρισκόταν σε μια παράξενη κατάσταση που είχε τη γυναίκα που αγαπούσε αλλά δεν ήταν πλήρως δική του. Ήθελε να είναι ολοκληρωτικά μόνο για αυτόν, όμως ήταν πλέον αδύνατο. Εκείνη συνέχιζε να σπουδάζει στη σχολή της και ακόμα ανεχόταν τους γνωστούς της να την ρωτάνε για τον Ιεροκλή. Κανείς δεν γνώριζε την πραγματικότητα και δεν ήξερε κιόλας αν την συνέφερε να τη μάθουν. Ο Ιεροκλής από την άλλη, ως νέος νομικός στην Πόλη δεν είχε ιδιαίτερες γνωριμίες και μολονότι άξιος, δυναμικός και με φρέσκο πτυχίο τον μόνο πελάτη που είχε ήταν ο Σουλτάνος ο οποίος πέραν από οικονομικά νομικά  θέματα με τους τριγύρω, δεν είχε τίποτε άλλο που να εξίταρε την επαγγελματική ζωή του. Για αυτό το λόγο αφοσιωνόταν λίγο παραπάνω στην Ελισσώ. Εκείνη παράλληλα προσπαθούσε να τον αποφύγει όσο μπορεί, αλλά το να ζει στο ίδιο σπίτι με τον άνθρωπο που αγαπά και που ερωτεύτηκε δεν είναι τόσο απλό.
          Στην Σαμψούντα, ο μεσαίος αδερφός, ζούσε εγκλωβισμένος σε μια ζωή που δεν περίμενε. Ήταν έναν χρόνο παντρεμένος και μια γυναίκα τεσσάρων μηνών έγκυος. Η Ανδρονίκη δεν περίμενε να μείνει τόσο νωρίς έγκυος και κατά κάποιον τρόπο είχε κλονιστεί η ψυχολογία της. Όσο για την Αρετή, προσπαθούσε όσο ήταν δυνατόν να αποφεύγει τον Νικηφόρο και να βρίσκεται μακριά του. Είχε μήνες να εμφανιστεί στο καφενείο και στο σπίτι. Εκείνος αισθανόταν την απουσία της πολύ έντονα. Ήλπιζε πως ένιωθε έτσι επειδή την θεωρούσε αδελφική του φίλη. Ίσως ήταν κάτι άλλο όμως...
         Μια Κυριακή που ο Καλλικράτης αποφάσισε να ανακοινώσει την συμμετοχή του στις επόμενες εκλογές, βρισκόταν στο καφενείο μαζί του η Ανδρονίκη προκειμένου να βοηθήσει τον Νικηφόρο, και πολλοί άλλοι συγχωριανοί συμπεριλαμβανομένου και τον πάτερ Τιμόθεο παρέα με τον Ευστάθιο, τον γιο του. Ο Καλλικράτης σηκώθηκε από το ξύλινο καρεκλάκι του και αισθάνθηκε την ανάγκη να εκφράσει την επιθυμία του για τις εκλογές.

《Έναν έμορφον χορόν 》Where stories live. Discover now