Η βοήθεια

45 8 34
                                    


    Είμαι με τον Κωνσταντίνο, ο οποίος παραδόξως προσπαθεί να με ηρεμήσει για τον γατούλη μου  με όχι τόσο πετυχημένο τρόπο. Για να καταλάβετε τι ακούω τόση ώρα.

     - Ο γάτος σου μια χαρά περνάει, γιατί δεν θες να κάνεις το ίδιο και εσύ; Θα σε βοηθήσω να ξεχάσεις τα πηδήματα του.

    Αναστενάζω. Δεν μπορώ να βγάλω άκρη, οπότε του ζητάω να φύγει.

   -Μπορείς να φύγεις σε παρακαλώ; Δεν βοηθάς καθόλου!

   -Ποιος το λέει αυτό; Εγώ αυτό θέλω να βοηθήσω. Να σου κλείσω εισιτήρια να ψάξεις μόνη σου τον γάτο σου και να κανονίσω για την δουλειά σου; Τα έξοδα δικά μου.

    Τον κοιτάζω ξαφνιασμένη μέσα στα μάτια. Όντως θα κάνει πράξη αυτά που λέει; Το βλέμμα του δείχνει σοβαρό και ειλικρινή. Αποφάσισε να κάνει την πρώτη του καλή πράξη σε μένα; Οι προθέσεις του μοιάζουν καλές οπότε μάλλον πρέπει να τον εμπιστευτώ. Βέβαια πριν αποφασίσω, θα το συζητήσω με την κολλητή μου. Εκείνη θα έχει πιο καθαρό μυαλό από μένα να με συμβουλέψει σωστά. Ωστόσο τον ρωτάω.

     - Αλήθεια θα έκανες κάτι τέτοιο; Για ποιόν λόγο όμως να μπεις σε τέτοια διαδικασία; Α ρε Ντίνο να ήξερες τι μου κάνεις.

    Η τελευταία φράση μου απευθύνεται στον γάτο μου. Εκείνος χαμογελάει στην αρχή και σοβαρεύει στο άκουσμα του ονόματός για κάποιον περίεργο λόγο. Ελπίζω μην πάρει πίσω την πρόταση βοήθειας που μου έκανε. Μου απευθύνει τον λόγο αυστηρά.

    - Ναι, θα σε βοηθήσω αρκεί να μην με αποκαλέσεις άλλη φορά έτσι! Για να έχουμε μια σωστή γνωριμία εμείς οι δυο. Και επειδή έχω απορία τι χρώμα θηλυκιά εντόπισε ο γάτος σου.

    Τότε αντιλαμβάνομαι τι συνέβη! Θεώρησε ότι αποκάλεσα εκείνον Ντίνο και δεν του άρεσε η προσφώνηση. Καταφέρνω και γελάω παρόλο την συναισθηματική μου φόρτιση. Αυτό έχει πλάκα. Με πιάνει η πειρακτική μου διάθεση και δεν λαμβάνω καθόλου υπόψιν μου την απειλή του. Τον πειράζω.

      - Αλήθεια Ντίνο; Σε ευχαριστώ πολύ είσαι πολύ καλός τελικά. Ντίνος και καλός. Θα αρχίσω να σε βλέπω με άλλο μάτι. Πάω λίγο να σκεφτώ την πρόταση σου και έρχομαι σύντομα.

    Γουρλώνει τα μάτια του, αλλά δεν προλαβαίνει να αντιδράσει, καθώς κατεβαίνω την κατηφόρα και κατευθύνομαι στο εστιατόριο που δουλεύει η κολλητή μου. Περνάνε αρκετοί περαστικοί, αλλά επειδή είναι νωρίς το πρωί δεν έχει καθίσει ο κόσμος για φαγητό. Ευτυχώς οι δουλειές μας απέχουν ένα στενό από τα σπίτια. Εντοπίζω την Μαρία να είναι όρθια στην είσοδο και να μιλάει με τον Αλέξανδρο. Ανησυχία με κυριεύει μήπως την ενοχλεί και την φέρνει σε άσχημη θέση. Εκείνος μόλις με βλέπει, με χαιρετάει.

Ευχές στο μπουκάλι Where stories live. Discover now