Λάσκαρη

103 9 0
                                    

Ο άντρας την άφησε κοντά στον πύργο των Λασκαραιων.Δεν είχε πάει ποτέ,ήταν πιο μεγάλος από των Γερακαρηδων.

Ξαφνικά η πόρτα άνοιξε απότομα και η Θεοφανώ έκανε ένα βήμα πίσω

"Σε βλέπω κοιτάς ώρα την πύλη,τι ζητάς?"

"Του λόγου σου ποιος είσαι?"

"Ο καπετάνιος"

Η Θεοφανώ έσκυψε το κεφάλι

"Λοιπόν λέγε,δεν έχω όλη τη μέρα"

"Δουλειά ψάχνω,καπετανιε"

Είπε η Θεοφανώ

"Τι δουλειά?"

"Οτιδήποτε"

"Άμα δηλαδή σε έβαζα στα χωράφια θα πήγαινες?"

"Εαν το εννοούσατε"

"Πως ξέρεις πως δε το εννοώ?"

Η Θεοφανώ χαμήλωσε το βλέμμα προσποιούμενη φόβο

"Αυτά τα κανονίζει η κυρά μου,όχι εγώ.Ελα μέσα"

Η Θεοφανώ πέρασε την πορτούλα και ένας άλλος έκλεισε πίσω της

Ο ίδιος πήγαινε μπροστά κι εκείνη ακολουθούσε κρατώντας το κεφάλι χαμηλά

"Μεταξία"

Η Μεταξία σηκώθηκε και κοίταξε τη Θεοφανω

"Ποια είναι αυτή?"

"Ζητάει δουλειά"

"Τι δουλειές?"

"Όχι χωράφι από όσο έμαθα"

"Φαίνεται,κοίτα τα χέρια της"

"Νοικοκυρά ήμουν στο νησί μου κυρά"

"Μάλιστα και δω πως ήρθες"

"Ο πατέρας σας μου το πρότεινε γνωρίζοντας τα οικονομικά μου,μα σαν έμαθα τα μαντάτα θεώρησα πως θα ήμουν πιο χρήσιμη εδώ"

"Η βέρα?Χήρα εισαι?"

Η Θεοφανώ εγνευσε καταφατικά

"Πως σε λένε?"

Η Θεοφανώ ένιωσε τα πόδια της να κόβονται.Πηγαινε ξιπολητη στα αγκάθια

"Ασημίνα"

"Πήγαινε στην κουζίνα και βρες την Τσαντουλα.Θα μείνεις εδώ,θέλουμε κόσμο"

Η Μεταξία προχώρησε μπροστά και η Θεοφανώ ακολούθησε.Η ανιψιά της είχε γίνει σωστή γυναίκα,έμοιαζε περισσότερο στη Γερακίνα,ίσως μόνο το βλέμμα της να ταν του Σπήλιου

"Τι κοιτάς?Πέρνα"

Η Θεοφανώ την ακολούθησε

"Από δω η Ασημίνα,θα είναι η παραδουλεύτρα.Φροντιστε να την ταξίδευε και πηγαίνετε τη στο μικρό οντά κοντά στο κοτέτσι"

Χρυσάφι Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα