Πληγή

80 5 0
                                    

Ο Αντρέι άκουσε βήματα και σιγά σιγά άνοιξε τα μάτια του.Το σκοτάδι του κελιού φωτίστηκε από τη μορφή της Θεοφανώς που έστεκε μπροστά του

"Θεοφανώ μου"

Η Θεοφανώ ήταν τυλιγμένη με πολύχρωμα πέπλα,τα μακριά μαλλιά της φρεσκοχτενισμενα και μοσχομυριστά όπως πάντα

"Αντρέι,μου λείψες"

Ο Αντρέι σηκώθηκε και στηρίχτηκε στον τοίχο

"Και μένα"

Η Θεοφανώ γονάτισε πλάι του και χάιδεψε το πρόσωπο του

Ο Αντρέι χάιδεψε τα πέπλα και τυλίγοντας τα γύρω από το δάχτυλο του την έφερε κοντά του.Η Θεοφανώ παιχνιδιάρικα ετριψε το πάνω χείλος της με το δικό του πριν επιτέλους τα ενώσει.
Πόσο είχε ανάγκη εκείνο το φιλί.Η Θεοφανώ τύλιξε τα πέπλα γύρω του ενώ ο Αντρέι έδωσε το πρόσωπο του στα μαλλιά της

"Λεμονανθοι"

"Για σένα τους έκοψα,για να σε θυμάμαι"

"Για να με θυμάσαι?"

"Φεύγω μα όχι για πολύ"

Η Θεοφανώ τον αγκάλιασε σφιχτά μα και εκείνος το ίδιο

"Μη φύγεις ακόμα"

Η Θεοφανώ πέρασε τα πόδια της γύρω από τον κόσμο του

"Ούτε εγώ θέλω"

Είπε χαϊδεύοντας το μέτωπο του

"Μα"

Το χέρι της είχε γεμίσει αίματα

"Θεοφανώ"

"Σ'αγαπάω πολύ,όσο δε φαντάζεσαι,όσο δεν πρόλαβα να σου δείξω"

Η αλήθεια φίλησε το μάγουλο του και έγυρε ξανά στην αγκαλιά του

"Θεοφανώ, Θεοφανώ"

Τα πέπλα έμοιαζαν πολύ ελαφρά στην αγκαλιά του και η μοσχοβολιά των λεμονανθών είχε χαθεί,όπως και η ίδια.

"Θεοφανώ"

Τα πέπλα ήταν γεμάτα αίματα οπως και τα χέρια του

"Ξύπνα!"

Τα μάτια του Αντρέι άνοιξαν από ένα ουρλιαχτό.

"Θεοφανώ"

Αμέσως έκανε να σηκωθεί να ξαναπεσε.
Είχε λιποθυμήσει μπρος στον Δημοσθένη  από τους καθημερινούς ξυλοδαρμούς και τα βασανιστήρια

Χρυσάφι Donde viven las historias. Descúbrelo ahora