Μάτια

83 5 0
                                    

Η Θεοφανώ μισούσε όταν την υποτιμούσαν ή την θεωρούσαν κατώτερη,πλήγωνε τον εγωισμό και την αξιοπρέπεια της και πάντα έκανε τα πάντα ώστε αυτό να αλλάξει.Ηταν το χρυσάφι της Ανατολής, ήταν μια Γερακάρησα και σύζυγος ενός Λάσκαρη.Στην περίπτωση της Βασιλικής όμως τα πράγματα ήταν διαφορετικά,η Βασιλική ήταν κι εκείνη Λάσκαρη, φαμίλια της και αυτό τη θύμωνε περισσότερο.
Σαν Γερακαρισσα θα έπρεπε να την πετάξει στην αυλή και να την πάρει το κεφάλι η ίδια,αφού πρώτα τη βασανίσει δίχως να λαμβάνει υπόψιν της εκλυσεις της για έλεος.Σα Λάσκαρη,θα έπρεπε να την παιδεία από το μαλλί και να την ξεμποστιασει στον καπετάνιο.

Πρώτα όμως έπρεπε να τα βάλει όλα σε σειρά και να αναγνωρίσει τους εχθρούς.
Ο Σπήλιος δε ζούσε άρα έπρεπε να πάει στον επόμενο,στον άντρα έξω από το σπίτι της.Πουρνο πουρνό ξύπνησε και κίνησε για τον όρμο των Γερακαρηδων.
Οι άντρες κανόνιζαν για τα μπαρκα αφοσιωμένοι ενώ η Θεοφανώ κρυμμένη εξέταζε τα χαρακτηριστικά και το ντύσιμο του καθενός.Μα κανείς δε ταίριαζε,μήτε φρουρός μήτε ναύτης.
Ο επόμενος προορισμός ήταν ο πύργος των Γερακαρηδων.Το γερακισιο βλέμμα της εξέτασε τους φρουρούς για μια ακόμα φορά,ώσπου ένας ταίριαζε.

Ήταν πλάι στην Κυπριανή,ο κοπελατος της Η Θεοφανώ χαμήλωσε πίσω από τα κλαριά κι έτσι δε την πήρε χαμπάρι.
Το όνομα του άντρα Ιάκωβος.
Η Θεοφανώ ακολούθησε ξανά το δρόμο για τον πύργο.Ως δικαιολογία είχε βρει τα χόρτα και έτσι στη διαδρομή μάζεψε αρκετά για τουλάχιστον δύο χορτόπιτες.

Για μια στιγμή κάθισε να καθαρίσει το μαχαίρι την πριν το βάλει στο θηκάρι του.Στο μυαλό της έτρεχαν άλλοι εκατό τρόποι που το μαχαίρι εκείνο θα το καθάριζε από το αίμα του Ιάκωβου και από το χώμα.Θαρρεις το μαχαίρι γυαλιζει πιότερο κι από καθρέφτη με τις τόσες φορές που το μαντήλι είχε περάσει με δύναμη από πάνω του σκουπίζοντας το.

"Από το χέρι μου θα πας"

Η Θεοφανώ το βάλε πίσω και πήρε το ταγαρι και και το κοφυνι πριν γυρίσει στον πύργο

"Κοκωνα που πόσα χόρτα έφερες"

"Θα τα κάνεις χορτόπιτες και σκέτα,να ναι καλά τα χεράκια σου,Τσαντουλα μου"

"Αχ πως με καλοπιάνεις"

~~~

Η Θεοφανώ περίμενε η Κυπριανή να τον στείλει κάπου μακριά,τότε θα έκανε την κίνηση της.Και την έκανε.

"Τι θα κάνεις?"

Ρώτησε ο Κανέλλος

"Δε θα τον σκοτώσω,αν αυτό φοβάσαι"

Χρυσάφι Место, где живут истории. Откройте их для себя