ΟΛΟΙ

6.1K 645 13
                                    

Έκανα μια βουτιά στη θάλασσα ενώ ο μικρός έπαιζε λίγο πιο πέρα.Βγαίνοντας απο το νερό δε πρόλαβα να κάτσω και ο Μάρκους με πήρε στα χέρια του ''Τι κάνεις?'' ρώτησα,δε κρατιόταν με τίποτα και με άγγιζε όπου μπορούσε ''Θα με τρελάνεις'' είπε ενώ εγώ προσπαθούσα να τον σταματήσω ''Σταμάτα μας βλέπουν'' χαμογέλασε ''Με το μαγιό που φοράς,λογικό'' γούρλωσα τα μάτια μου και άκουσα τον Έρικ να γελάει και να μας δείχνει ''Χαχαχα μαμά σε αγκαλιάζει''ο Μάρκους τον σήκωσε ''γιατί γελάς μικρε?'' ρώτησε ''η μαμά μου είναι το κορίτσι σου?'' μόλις τον άκουσα άνοιξα το στόμα ''Τι λες παιδί μου?'' και εκείνος γέλασε ξανά ''Αφού και εγώ έτσι αγκαλιάζω τη Λίνα και είναι το κορίτσι μου'' δε πίστευα αυτά που άκουγα.Ο Μάρκους το ευχαριστιόταν,τόσο αυτά που έλεγε ο μικρός όσο και το ύφος μου ''Και ένας φίλος μπορεί να σε αγκαλιάζει αγόρι μου'' και ένιωθα καλά που είχα βρει απάντηση ''μαμά εγώ ξέρω'' και τον είδα να ψιθυρίζει στον αφτί του Μάρκους ''Τι ακριβώς ξέρεις και τι λες που δε πρέπει να ακούσω εγω?'' νόμιζα πως σα μαμά θα μπορούσα να βάλω τάξη.Το πρόσωπο του Μάρκους γελούσε,μέχρι και τα μάτια του και άκουσα το γιό μου να λέει ''Δε θα θυμώσεις αν σου πω?'' κούνησα το κεφάλι αρνητικά και περίμενα το φανταστικό μυστικό του ''Ξέρω οτι ο Μάρκους είναι μπαμπάς μου'' που είναι η έξοδος να φυγω?πότε θα ανοίξει η γη να με καταπιεί?Τι λέει το παιδί μου?και χίλιες ερωτήσεις ακόμα έκαναν παρέλαση στο κεφάλι μου.Είχα γίνει άσπρη και δε πίστευα αυτό που μόλις είχε ξεστομίσει.Ο Μάρκους τον κοίταξε πονηρά ''Και πως το ξέρεις αγόρι μου?για πες στη μαμα?''και πραγματικά ήμουν περίεργη ενώ προσπαθούσα να μη λυποθυμήσω ''Αφού τον φωνάζεις στον ύπνο σου!'' αυτό ήταν,έπρεπε να κάτσω επειγόντως.Τον άφησε κάτω και του είπε να συνεχίσει το παιχνίδι του.Το παιδί μου με είχε μόλις αποκαλύψει και ένιωθα γυμνή.Και μερικοί νομίζουν πως μπορείς να κρυφτείς απο τα παιδιά.Ο γιος μου μόλις απέδειξε οτι ήταν αδύνατον.

''Εσύ του μίλησες,δε μπορεί.''του είπα σχεδόν θυμωμένη και τον είδα να πλησιάζει ''Μη τολμίσεις'' τόνισα αλλά χωρίς αποτέλεσμα ''θέλω να το ακούσω απο το στόμα σου.Εγώ το ξέρω,ο μικρός το ξέρει.Θέλω να σε ακούσω να μου το λες'' ξεφύσιξα αγανακτισμένη,σκεφτόμουν πως γίνεται να το κατάλαβε ο μικρός και με ύφος είπα ''Ναι!'' εκείνος όμως δεν ήταν ευχαριστημένος ''Τι Ναι μωρό μου?'' έπαιζε μαζί μου και τον κοιτούσα θυμωμένα ''Δε με τρομάζεις Άντα μου.'' πλησίασε στο αφτί μου και ένιωθα την ανάσα του να με τρελαίνει,να με αναστατώνει ''Θυμάσαι όταν σε είχα στα χέρια μου?Θυμάσαι τα φιλιά μου?Πως γλυστρούσα μέσα σου?'' το κορμί μου κουνιόταν ελαφρά σε έναν ρυθμό που ήξερε καλά.Παρακαλούσα να με αφήσει αλλά εκείνος είχε βαλθεί να μου τα θυμήσει όλα.''Εγω θυμάμαι κάθε σου ανάσα και το σώμα σου κολλημένο στο δικό μου.Τότε που μου ζήτησες να μη σταματήσω.Αυτό το πλάσμα εκεί είναι απο εκείνη τη μέρα και είναι δικό μου'' και τα είχε καταφέρει, ένιωσα να τον θέλω εκείνη τη στιγμή ''είναι δικό σου'' ψέλλησα με δυσκολία.Άγγιξε ελαφρά τα χείλη μου και δεν άντεχα.Μου είχε λείψει,ο πόθος με έκαιγε και έμενα ακίνητη.Έβαλε το χέρι του στο μαγιό μου και το τράβηξε στο πλάι.Το στήθος μου γυμνό τον άγγιζε και η ανάσα μου πλέον ακουγόταν.Χαμογέλασε ''Δε θα σε ακουμπήσω αν δε μου το ζητήσεις.''και αφού με κάλυψε πάλι,μου έδωσε μια ξυλιά και κλείνοντας το μάτι πονηρά απομακρύνθηκε.Θα τον σκοτώσω,δε θα μου τη γλυτώσει σκεφτόμουν και άφησα το σώμα μου εξαντλημένο να πέσει στη πετσέτα.Δε θα το έβαζε κάτω και μετά απο την αποκάλυψη του ικρόυ φάνηκε να νιώθει ακόμα μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση.Είχε αλλάξει και δεν υπήρχε πλέον αμφιβολία οτι πραγματικά το ήθελε αυτό το παιδί.Όλες του οι κινήσεις το έδειχναν καθαρά.

Πήρα το μικρό και πήγαμε σπίτι.Ήταν ώρα φαγητού και ετοίμασα κάτι γρήγορο.Ο Έρικ άρχισε για άλλη μια φορά τις ερωτήσεις.Το θέμα τώρα ήταν ο πατέρας του.Όσο τον έβλεπα να μιλάει για εκείνον με ενθουσιασμό ένιωθα ανακούφιση.Για μένα ήταν σημαντική η ψυχολογία του και ο τρόπος που θα δεχόταν ένα τέτοιο γεγονός.Ο γιος μου όμως εύκολα με είχε βγάλει απο τη δύσκολη θέση.

Αφού τελειώσαμε τον έβαλα να ξαπλώσει και θέλησα να χαλαρώσω.Έκανα ένα μπάνιο και βγήκα έξω.Έκλεισα τη πόρτα και όταν γύρισα το κορμί μου ήμουν σίγουρη πια πως η ζωή κάτι ήθελε να μου δείξει.Ίσως ακόμα ένα μάθημα,ίσως ένα εμπόδιο που έπρεπε να ξεπεράσω.Μπορεί και τίποτα απ'αυτά,μπορεί απλά να με δοκίμαζε.

Ο Τομ με κοιτούσε με πρόσωπο ήρεμο μα εγώ δεν αισθανόμουν καλά.Όλοι οι παίχτες γυρνούσα στην παρτίδα και ένιωθα χαμένη σα να μη ξέρω τους κανόνες.''Τι κάνεις εδω?'' ρωτησα και εκείνος ανέβηκε στη βεράντα.''Έμαθα πως γύρισες'' δε καταλάβαινα ''Πως?ποιος?'' έσκυψε το κεφάλι και αναστέναξε. ''Ο αδερφός μου με ειδοποίησε'' τα αφτιά μου βούιζαν,πραγματικά δε καταλάβαινα τι γινόταν,ποιος ήταν ο σκοπός και ποιός ο δρόμος.

μη λες ΠΟΤΕWhere stories live. Discover now