4 Κεφάλαιο

6.4K 255 18
                                    

Ξυπνησα από τις ακτίνες του ηλίου που μπαιναν στο δωμάτιο μου αφού σημερα δεν ξύπνησα από το ξυπνητήρι.

Αλλά γιατί δεν χτυπήσε το ξυπνητήρι;

Κοιταξα το κινητό μου και καταλαβα είχα χάσει ηδη τις 2 πρωτες ώρες.

Μάλιστα, ωραία αρχή.
Αφού ετοιμάστηκα γρήγορα για να μην χάσω και άλλη ώρα κατευθηνθηκα προς το σχολειο. Και ναι πέτυχα διάλειμμα. Είδα τα κορίτσια να κάθονται σε ένα πάγκακι με τα αγόρια. Δεν είχα  όρεξη να παω και πήγα και έκατσα στο πίσω μέρος του σχολειου. Άκουσα βήματα να ερχονται προς το μέρος μου και ήταν ο ακατανομαστος (Χάρης)

Χάρης: Δεν έχεις φίλους;

Ηρω: Εχω αλλά θέλω να καστω μόνη μου, όποτε δρόμο.

Χάρης: Και δεν θες να είσαι με το αγόρι σου;

Τι αγόρι λέει αυτός μωρε; Σε μενα μιλαει; Και διακρίνω μια δόση ειρωνείας στα λόγια του;

Ηρώ: Δεν έχω αγόρι.

Χάρης: Λογικό το βρίσκω, αλλά ο Μιχαλακης;

Ηρω: Να μην σε νοιάζει! 

Του φώνναξα

Χάρις: Ωπα αγριόγατα ήρεμα. Μια ερωτηση έκανα.

Ηρώ: Να μην κάνεις και άμα εχεις ρην καλοσυνη ασε με μονη μου.

Χάρις: Α μπα λέω να μείνω εδω.

Και ήρθε και έκατσε δίπλα μου.

Εβγαλε ένα τσιγάρο από το πακέτο του και το εβαλε στα χειλη του. Αφου το αναψε πήρε μια ρουφιξια.

Ηρώ: Ενταξει τοτε, φεύγω εγώ.

Σηκωθηκα να φυγω αλλά με αρπάξε από το καρπό και με έφερε κοντά του.

Η απόσταση μεταξυ μας ηταν αναπνοης. Ενιωθα την ανασα του που μυριζε τσιγαρο να με χτυπαει στο προσωπο.

Γιατί νιώθω την καρδιά μου να χτυπά τόσο δυνατά όταν κοιτάω αυτά τα μάτια;

Χάρης: Κατσε κανε μου παρέα.

Πριν προλάβω να απαντησω άκουσα μια φωνή από πίσω μου να φωνάζει το όνομα μου.

Μιχάλης: Ηρώ;

Χάρης: Ολα τα 'χαμε ο χλεχλες μας ελειπε.

Το ειπε τοσο ψιθυριστά που μόνο εγώ το άκουσα και κρυφογελασαμε.

Πάλι καλά δεν το άκουσε ο αλλος γιατι θα είχαμε και άλλα.

Μιχάλης: Θαα έρθεις; Η Μυρτώ ανησυχει.

Κοίταξα ακόμα μια φορά τα ματια του Χαρη και πήγα στον Μιχάλη.

Χάρις: Αντίο μικρή αγριόγατα.

Αχ θυμίστε μου τα τον σκοτωσω.

Μιχάλης: Σε έκανε κάτι; Σε πείραξε ο μαλακας; Να πάω να τον κάνω ενα με το πάτωμα;

Τι γλυκούλης.  Κοιταξ ομως τα μάτια του και δεν εχου καμια σχεση με του Χαρη. Γιατι το είπα τώρα αυτό;

Κάτσε να σκεφτώ, γιατι σου αρεσει;

Ωω όλες βλακειες εισαι.

Πήγαμε στα παιδιά. Η Μυρτώ ηρθε και με αγκάλιασε. Και αμεσως μετα  χτύπησε το κουδούι. Αρχισανε τα βασανα...

Όταν τελειωσαμε, επιτέλους, ήρθε και με πήρε ο Μιχάλης από την τάξη, με έπιασε από το χέρι και πήγαμε στα παιδιά.

Χρήστος: Ειστε για έναν καφέ;

Μιχάλης: Ναι, πάμε.

Αφου κανονίσαμε που θα πάμε, η  Χρύσα πήγε με τον Ανδρέα, η Μυρτώ με τον Χριστό και εγώ  με τον Μιχάλη.

Η άλλοι είχαν φύγει και πήγεναμε με τον Μιχάλη προς την μηχανή του. Με κρατούσε ακόμα από το χέρι και τραγουδούσαμε σαν τα 5χρονα. Τελικά είναι πολύ καλο παιδί και ταιριαζουμε σε πολλά πράγματα.

Χάρης: Ο παιδότοπος δεν είναι έδω. 

Ειπε και εμεινε να κοιταει επίμονα τα χέρια μας.

Ψιθυρίσα, για καλο και για κακο, στο αυτί του μιχαλη να μην αρχίσει καυγά.

Μου χαμογελασε και ειπε να μην ανησυχω αλλά άλλη φορά θα του σπάσει τα μούτρα.

Σιγά ρε  ανδρα, βαρη και ασηκωτε. Γνησιε, εκατο τις εκατο.

Εμένα με αρέσει

Ολοι σε αρεσουν εσενα.

Μιχάλης: Θα πάμε για καφέ, θες να έρθεις;

Ωχ γιατι το είπε τωρα αυτό;

Χάρις: Αν με θέλει η αγριόγατα...

Ηρώ : Δεν έχω θέμα.  Λεω αδιάφορα

Τοτε χτυπησε το κινητό του Μιχάλη.

Μιχάλη: Σορρυ παιδία αλλά θα έρθω σε λίγο έχω να κάνω μια δουλεια

Ηρώ: Και εγώ;

Ρωατω παραπονιαρικα.

Χάρης: Θα σε πάω εγώ.

Το Στοίχημα Where stories live. Discover now