Κεφάλαιο 8 Η αλλαγή

5.8K 433 42
                                    

Μπήκα στο γραφείο μου και όπως με ενημέρωσε η Μάρθα νούμερο δύο,η Μάρθα νούμερο ένα με περίμενε υπομονετικά καθισμένη στη καρέκλα που βρισκόταν μπροστά του.

Φορούσε μια μακριά φούστα ως τη γάμπα που δεν τη κολάκευε καθόλου,από πάνω η μπλούζα της ήταν φαρδιά και ένα ζευγάρι μπαλαρίνες που θα ζήλευε κάθε γιαγιά να τις φοράει στην εκκλησία.

"Καλημέρα κυρία Καλιφάτη." Μου είπε με το χαζό της χαμόγελο και σηκώθηκε.

"Καλημέρα Μάρθα.Καλως όρισες στη νέα μας εταιρεία, κάθισε." Της είπα με ένα λαμπρό χαμόγελο να ζωγραφίζει το πρόσωπο μου καθώς πήρα τη θέση μου πίσω από το γραφείο μου.

"Σας ευχαριστω πολύ που με πήρ.." την έκοψα απότομα.

"Κοίτα Μάρθα,το ξέρω ότι ήμουν απότομη και πως να το πω,κάπως κακιά μαζί σου,αλλά δεν μπορώ να μην αναγνωρίσω τις ικανότητες σου.Σ έχω πει άχρηστη,σου έχω απειλήσει πως θα σε διώξω, παρόλα αυτά όμως σταθηκες στο πλάι μου πάντα χωρίς να αντιμιλας,χωρίς να ζητάς και χωρίς να αντιστέκεσαι σε ότι και αν σου ζητούσα.Δεν θα μπορούσα να έχω άλλον άνθρωπο δίπλα μου εκτός από εσένα.Σ ευχαριστώ.Για όλα." Της είπα και είδα στα μάτια της να συσσωρεύονται δάκρυα.

Ήταν όμως η αλήθεια,τελικά ο μόνος άνθρωπος που δεν με πρόδωσε ποτέ,ήταν η Μάρθα.Της άξιζε η επιβράβευση καθώς είχε να αντέξει πολλά ακόμη στο πλάι μου.

"Κύρια Καλιφάτη δεν ξέρω τι να πω." Είπε βαθιά συγκινημένη.Σιγουρα είναι σε σοκ με όλα αυτά που άκουσε να βγαίνουν από το στόμα μου.

"Δεν χρειάζεται να πεις τίποτα,σήκω και πάνε στο γραφείο σου να αρχίσεις τη δουλειά και ενημέρωσε με όταν έρθουν οι πελάτες." Τη κοίταξα με ένα υποτιθέμενο χαμόγελο και γουρλωσε τα μεγάλα μπλε της μάτια,καθώς σηκώθηκε δειλά και γύρισε με κατεύθυνση προς τη πόρτα, συνεχίζοντας να κρατάει τη τσάντα της κοντά στο στήθος.

Δεν ήταν άσχημη κοπέλα,απλά το στυλ της ήταν σαν να βγήκε από όνειρο,εφιάλτη συγκεκριμένα.Νομιζω πως αν πήγαινε για ένα γενικό ρεκτιφιέ θα γινόταν μια εντυπωσιακή γυναίκα.

"Μαρθα" τη σταμάτησα πριν προλάβει να βγει έξω,"Μολις σχολάσεις μην κανονίσεις τίποτα,έχουμε μια δουλειά να κάνουμε." Της είπα και της έκλεισα το μάτι,ενώ εκείνη με κοιτούσε σαν χάνος.

"Άντε φύγε τώρα" της κούνησα το χέρι μου να ξυπνήσει και εκείνη τινάχτηκε έντρομη και εξαφανίστηκε.

ΒΡΟΧΗ ΜΟΥWhere stories live. Discover now