Κεφάλαιο 17

903 110 13
                                    

Κοντοστέκομαι παγωμένη και ανίκανη να μετακινήσω τα πόδια μου, καθώς τα αισθάνομαι ριζωμένα βαθιά στη γη. Τι γυρεύει εδώ ο Μάριος; Ένας χείμαρρος συναισθημάτων με πλημμυρίζει. Απορία. Περιέργεια. Ένα μούδιασμα. Ένας ανεπαίσθητος φόβος. Μα και χαρά. Χαρά κι έξαψη. Ειδικότερα το τελευταίο με τρομάζει κι ένα κύμα θερμότητας μεταφέρεται στα μάγουλά μου. Χαρά κι έξαψη; Αν είναι δυνατόν! Μία φορά στη ζωή μου τον έχω δει μόνο. Μία φορά που ήταν όμως αρκετή για να σου σώσει τη ζωή, υπενθυμίζει μία φωνούλα μέσα μου. Μα τι στο καλό μου συμβαίνει; Γιατί αντιδρώ έτσι;

Ενώ στο μυαλό μου εκτυλίσσεται μια μάχη, ο Ιάσονας, που στο μεταξύ προπορευόταν, με πλησιάζει και με σκουντάει διακόπτοντας τις παράλογες σκέψεις μου.

«Εεε, τι έπαθες;», ρωτάει και πριν προλάβω να του απαντήσω έχει ήδη εντοπίσει την πηγή της αναστάτωσής μου ακολουθώντας το προσηλωμένο βλέμμα μου.

«Τι γυρεύει αυτός εδώ;», γρυλίζει μέσα από τα δόντια του.

Μερικά δευτερόλεπτα αργότερα ο Μάριος στέκεται δίπλα μας, έχοντας περάσει ανάμεσα από τα πολυάριθμα ξύλινα τραπέζια του χώρου. Η καρδιά μου αυξάνει τους ξέφρενους χτύπους της, καθώς αντικρίζω τα μαύρα του μάτια, σκοτεινά και απύθμενα. Μια φλόγα φουντώνει μέσα μου βάφοντας τα μάγουλά μου κατακόκκινα.

«Νεφέλη», λέει με τη χαρακτηριστική βραχνή φωνή του και με καρφώνει με το βλέμμα θυμίζοντάς μου την πρώτη μας συνάντηση και τον τρόπο που με αναγνώρισε.

Παραμένω κοκαλωμένη στη θέση μου μέχρι που συνειδητοποιώ την παρουσία του αδερφού μου δίπλα μου, ο οποίος φαίνεται ιδιαίτερα ενοχλημένος από το σκηνικό που εκτυλίσσεται μπροστά του. Ξεροκαταπίνω και πιέζω τον εαυτό μου να φερθεί φυσιολογικά.

«Μάριε», λέω προσπαθώντας να κρατήσω τη φωνή μου σταθερή, καθώς τα βλέμματά μας αναμετριούνται.

«Κι εγώ Ιάσονας, χαίρω πολύ», πετάγεται ο αδερφός μου, ενώ το βλέμμα του μεταφέρεται από εμένα προς το Μάριο καχύποπτα. «Τι στο καλό συμβαίνει εδώ; Θα μου πει κανένας;», συμπληρώνει αγανακτισμένα.

Συνέρχομαι απότομα με ένα νέο κύμα θερμότητας να χρωματίζει με κόκκινο τα μάγουλά μου. Μα τι στην ευχή παθαίνω μπροστά στον Μάριο; Στρέφω ντροπιασμένη το βλέμμα μου στον αδερφό μου επαναλαμβάνοντας νοερά πως πρέπει να χαλαρώσω και να φέρομαι φυσιολογικά, ειδικότερα με αυτόν μπροστά. Προσπαθώ να σκεφτώ κάτι για να απαντήσω στην ερώτησή του, αλλά αναλαμβάνει ο Μάριος να με βγάλει από τη δύσκολη θέση.

Μαξιλάρια γεμάτα υποταγμένα σύννεφα-Βιβλίο 1ο ~Greek Wattys 2015 WinnerWhere stories live. Discover now