Κεφάλαιο 30

863 105 19
                                    

«Αλήθεια, τι σε ήθελε ο αδερφός μου;», ρωτάω τον Αχιλλέα, καθώς βαδίζουμε σε ένα από τα μονοπάτια που οδηγούν στα βάθη του δάσους, εφοδιασμένοι και οι δύο με τόξα και φαρέτρες γεμάτες βέλη. Τρεις μέρες έχουν περάσει από το περιστατικό με τον Μάριο και όλα έχουν επιστρέψει πίσω στο φυσιολογικό. Όλα εκτός από σκέψεις που ταλανίζουν το μυαλό μου σχετικά με εκείνη την αξέχαστη συνάντηση και τα τελευταία αινιγματικά του λόγια.

«Εεε, τίποτα σπουδαίο», αποκρίνεται εκείνος δήθεν αδιάφορα, αλλά έχοντας περάσει άπειρες ώρες μαζί του στο δάσος, είμαι πλέον σε θέση να διακρίνω πότε λέει ψέματα.

«Δεν με κοροϊδεύεις εμένα», του λέω καχύποπτα και το ανεπαίσθητο κοκκίνισμα που απλώνεται στα μάγουλά του επιβεβαιώνει τις υποψίες μου. «Έλα, πες μου», επιμένω.

«Να μωρέ, απλά αναρωτιόταν… εεε γιατί κυνηγάμε εμείς οι δύο μαζί τόσες ώρες», λέει με το βλέμμα χαμηλωμένο σα να ντρέπεται απίστευτα γι’ αυτή τη συζήτηση.

«Μην μου πεις», τον κόβω συνειδητοποιώντας την πραγματική αιτία της συνομιλίας τους, «ότι σου έκανε το γνωστό κήρυγμα του μεγαλύτερου αδερφού». Η σιωπή του επιβεβαιώνει τα λόγια μου. Κοντοστέκομαι απότομα και καλύπτω το πρόσωπό μου με τα χέρια μου. «Ω, Θεέ μου! Αυτό έκανε, έτσι; Σου είπε να απομακρυνθείς από κοντά μου ή τίποτα τέτοιο; Ότι και καλά είμαι ένα αθώο κορίτσι που δεν έχει ιδέα για σχέσεις; Ή στο έριξε στον κώδικα τιμής, ότι οι φίλοι δεν την πέφτουν στις αδερφές των κολλητών τους;».

«Κάπως έτσι», παραδέχεται ο Αχιλλέας χαμηλόφωνα και το κοκκίνισμα γίνεται πιο έντονο στα μάγουλά του.

«Αμάν πια!», μονολογώ. «Μα τι νομίζει, ότι είμαι μικρή και χρειάζομαι προστασία; Ένα μόνο λεπτό με περνάει! Αν είναι δυνατόν! Λες κι έγινε τίποτα μεταξύ μας ούτως ή άλλως…».

«Όχι, δεν έγινε. Αυτό του είπα κι εγώ. Ότι είμαστε μόνο φίλοι», λέει εκείνος μα ο τρόπος που προφέρει ιδιαίτερα την τελευταία λέξη αφήνει ένα απόηχο απογοήτευσης.

«Αχιλλέα, πραγματικά ζητάω συγγνώμη εκ μέρους του αδερφού μου. Ώρες ώρες είναι εντελώς ανώριμος και το παίζει πατέρας μου», λέω απολογητικά και προσπαθώ να διακρίνω κάποιο ίχνος συναισθήματος στα χρυσοκάστανα μάτια του. Το μόνο που βλέπω, όμως, είναι θλίψη. Γιατί άραγε θλίψη; Τον πείραξαν τόσο τα λόγια του Ιάσονα ή μήπως…;

«Δεν χρειάζεται να ζητάς συγγνώμη. Κι εγώ αυτό θα έκανα για την αδερφή μου. Γενικά, σε εμάς τα αγόρια, μας αρέσει να το παίζουμε προστατευτικοί. Μας τονώνει το ηθικό να νιώθουμε ότι κάποιος μας έχει ανάγκη», λέει κι ένα χαμόγελο χαράσσεται στο πρόσωπό του γλυκαίνοντας τα αρρενωπά χαρακτηριστικά του.  

Μαξιλάρια γεμάτα υποταγμένα σύννεφα-Βιβλίο 1ο ~Greek Wattys 2015 WinnerWhere stories live. Discover now