Η Κατάρα της Γνώσης

6 1 0
                                    

Ναύπλιο, Χειμώνας 2009

 Το αμάξι σταμάτησε έξω από την πύλη του σχολείου. Η ατμόσφαιρα μέσα και έξω από το όχημα ήταν αποπνικτική. Ο ουρανός εκείνο το πρωί ήταν γκρίζος, με ελάχιστο γαλάζιο να φαίνεται ανάμεσα στα σκούρα σύννεφα και ο ήλιος ήταν άφαντος. Το κρύο ήταν τσουχτερό. Οι περαστικοί στο πεζοδρόμιο αγκάλιαζαν τους εαυτούς τους, ενώ όσοι είχαν ξεχάσει τα γάντια τους έτριβαν τα χέρια τους μεταξύ τους σε μια προσπάθεια να μην παγώσουν τα δάχτυλα τους.

 Τα παράθυρα του αμαξιού ήταν κλειστά, με την εσωτερική θέρμανση να παρέχει μια ανεξήγητη θαλπωρή. Στο μπροστινό κάθισμα, στη θέση του οδηγού, η Μαρία προσπαθούσε να κρατήσει τα δάκρυα της. Η μελαχρινή γυναίκα είχε προσπαθήσει να καλύψει τη μελανιά κάτω από τα γαλανά της μάτια με όσο περισσότερο make-up είχε στη διάθεση της, αλλά η διαφορά στον τόνο του δέρματος ήταν ορατή. Ο Αλέξανδρος στο πίσω κάθισμα κοιτούσε έξω από το παράθυρο. Φαινόταν σαν μην ήθελε να δώσει σημασία στη μητέρα του. Κάλυψε τα σγουρά, καστανά μαλλιά του με τον πράσινο σκούφο του, φόρεσε το κίτρινο σακίδιο του και άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου. «Αλέξανδρε!» είπε η Μαρία αναγκάζοντας τον νεαρό να αλλάξει κατεύθυνση. «Σ'αγαπώ!»

 Ο έφηβος απλά έγνεψε καταφατικά και γύρισε την πλάτη του με το πρόσωπο του στραμμένο προς το έδαφος και τα χέρια του στις τσέπες του μπουφάν του. Περπατούσε μέσα στο προαύλιο με το κορμί του μαζεμένο· οι ώμοι του ήταν γερμένοι προς το στέρνο του, τα χέρια του στις τσέπες και το κεφάλι του σκυφτό. Προσπέρασε πολλές ομάδες συμμαθητών του και μη που ήταν διασκορπισμένες σε όλο το χώρο, μέχρι που έφτασε στο σημείο του. Το παγκάκι κάτω από τη μεγάλη μουριά. Ήταν από τα λίγα μέρη του Γυμνασίου που είχε λίγο χώμα και πρασινάδα. Η μουριά ήταν γυμνή αυτήν την εποχή, με πολλά από τα φύλλα της πάνω και γύρω απ' το παγκάκι. Ο Αλέξανδρος απομάκρυνε λίγα φύλλα και κάθισε στον πέτρινο πάγκο.

 Έβγαλε το τετράδιό του και άρχισε βιαστικά να κάνει όσες ασκήσεις είχαν απομείνει. Η φασαρία στο σπίτι του δεν τον είχε αφήσει να ολοκληρώσει τη μελέτη του. Βρισκόταν στην αιτιατική ενικού του ουσιαστικού γυνή όταν το κουδούνι χτύπησε. Όλοι οι μαθητές άρχισαν να μαζεύονται μπροστά από τις σκάλες, να σχηματίζουν δυάδες και να ετοιμάζονται για προσευχή. Ο Αλέξανδρος έχωσε το τετράδιο του μέσα στην τσάντα του και έτρεξε προς το πίσω μέρος του σχολείου. Περίμενε ήσυχα με τα γόνατα του αγκαλιασμένα και την τσάντα του κάτω από το σαγόνι του. Ήθελε να κλάψει, αλλά δεν του έβγαινε. Σαν ένας κόμπος να τύλιγε το λαιμό του. Όταν ήταν βέβαιος πως όλοι είχαν μπει στις αίθουσες πήγε πάλι κάτω από το δέντρο.

The Crypt - Η ΚρύπτηWhere stories live. Discover now