" Πράσινο + μπλε..."🌳💚

247 25 10
                                    


Με μεγάλους βηματισμούς πήγαινε πάνω κάτω στο σαλόνι, στην κουζίνα και ξανά από την αρχή.

Από τότε που ο Γρηγόρης την γύρισε σπίτι εκείνο το απόγευμα, η ανησυχία της της έδεσε κόμπο το στομάχι.

"Λυπάμαι που η δεσποινίς Χαραλάμπους δεν αισθάνεται καλά", είπε ο Γρηγόρης, συναντώντας τα μάτια της στον καθρέφτη.

"Κι εγώ", απάντησε αναστενάζοντας η Άρτεμις. "Αλλά τουλάχιστον μπορώ να δειπνήσω με τον Αλέξη τώρα".

"Ω, στην πραγματικότητα, μόλις άφησα αυτόν και την καλεσμένη του για δείπνο".

Η Άρτεμις σήκωσε το βλέμμα, αλλά τα μάτια του Γρηγόρη ήταν ήδη στο δρόμο.

" Την καλεσμένη του;"

"Μμμ", μουρμούρισε ο οδηγός κοιτώντας προσεκτικά τον δρόμο. " Την Αντριάνα."

Η Άρτεμις πάγωσε. Δεν ήταν εξοικειωμένη με το όνομα, αλλά ο Γρηγόρης προφανώς ήταν. Για να την αποκαλεί με το μικρό της. Είχε οδηγήσει πολλές φορές την Δώρα στο σπίτι της, αλλά ποτέ δεν την φώναζε με το όνομα της. Για εκείνον ήταν η δεσποινίς Χαραλάμπους.

"Αντριάνα." Επανέλαβε εκείνη με πικρία. Ήταν σίγουρη ότι δεν το είχε ξανακούσει αυτό, αλλά για κάποιο λόγο, της έκαιγε το δέρμα από ζήλεια και οργή. "Σωστά", είπε αδύναμα γιατί ήταν λιγότερο ταπεινωτικό να συμπεριφέρεται σαν να γνωρίζει το γεγονός ότι ο φίλος της βρισκόταν αυτή τη στιγμή σε δείπνο με άλλη γυναίκα.

Μια άλλη γυναίκα. Κατάπιε με δυσκολία και ένιωσε το στόμα της στεγνό. Γιατί δεν της το είχε αναφέρει αυτό ο Αλέξης; Το μυαλό της έτρεχε με ογδόντα καθώς σκεφτόταν την πιθανότητα να εκμεταλλευόταν το σχέδιό της να περάσει τη νύχτα μακριά από το σπίτι.

Από την ώρα που ο Γρηγόρης της άνοιξε την πόρτα και μετά, όλες οι κινήσεις της ήταν μηχανικές. Δεν θυμόταν να πέρασε από την εξώπορτα και όταν έφτασε στην μεγάλη κουζίνα, συνειδητοποίησε ότι είχε ένα ποτήρι νερό στο χέρι της. Έριξε το νερό στο νεροχύτη και κάθισε σε μια καρέκλα σκεπτόμενη.

Οι γροθιές της έσφιξαν στα πλευρά της καθώς αναρωτιόταν αν αυτές ήταν τυπικές παρενέργειες ενός ερωτευμένου.
Προφανώς υπήρχε κάποια λογική εξήγηση, και το μόνο που χρειαζόταν ήταν να επιστρέψει ο Αλέξης σπίτι για να την δώσει. Έκλεισε τα φώτα καθώς έβγαινε από το δωμάτιο και ανέβηκε στον επάνω όροφο.

Τώρα, ώρες αργότερα, οι ώμοι της έπεσαν από την εξάντληση. Ήταν ένα κινούμενο μαύρο χάλι. Σκέφτηκε να πάει για ύπνο εδώ και πολύ ώρα, αλλά η ιδέα ήταν για γέλια.

Romance short StoriesWhere stories live. Discover now