Κεφάλαιο 20

37 2 0
                                    

Victoria:
Το γράμμα έπεσε από τα χέρια μου ενώ τα μάτια μου κοιτούσαν το κενό. Πώς είναι δυνατόν να με βρήκε.Πως γίνεται; Όχι ζω έναν εφιάλτη. Τι θα κάνω; Δεν θέλω να τον δω ούτε να του μιλήσω. Αν δεν πάω αύριο θα έρθει στο σπίτι άσε που μπορεί να με παρακολουθεί.
Έπεσα στο κρεβάτι και άρχισα να κλαίω βουβά για να μην με ακούσει η κόρη μου. Ξαφνικά χτύπησε το κινητό μου και πετάχτηκα σαν να με χτύπησε το ρεύμα.Ηταν η Hannah.
«Τι συμβαίνει; Κλαις;»
«Όχι...Δηλαδή ...»
«Δηλαδή ναι.Τι έγινε πες μου.»
«Hannah...Με...Με βρήκε.»
«Ποιος;Τι εννοείς;»
«Erich.Αυτος έστειλε το γράμμα.Λεει ότι θέλει να μιλήσουμε.Τι θα κάνω;»
«Καταρχήν, θα ηρεμήσεις.»
«Δεν θέλω να τον αντικρίσω.Το καταλαβαίνεις; Δεν θέλω.»
«Το καταλαβαίνω...αλλά δεν έχεις άλλη επιλογή και το ξέρεις. Έστω να τον ακούσεις τίποτα άλλο.Και αν δεν τον θέλεις πια...ζητά του διαζύγιο.Ομως δεν έχεις το δικαίωμα να του στερείς την κόρη του.Μηπως θέλεις να έρθω;»
«Όχι όχι.Αρκετα σας ανακάτεψα όλους σε αυτήν την ιστορία. Ήρθε η ώρα να μπουν όλα σε μια σειρά.»
Erich:
Κάθομαι στο παγκάκι του πάρκου απέναντι από το μαγαζί που δουλεύει και περιμένω να εμφανιστεί. Ελπίζω αυτός ο φλώρος το αφεντικό της να μην μου είπε ψέματα ότι δουλεύει εδώ γιατί θα του σπάσω τα μούτρα. Πρέπει να τη δω και να της εξηγήσω πως έχουν τα πράγματα. Τη θέλω πίσω. Θέλω να δω την κόρη μου. Για πόσο ακόμη θα παίζουμε το κρυφτουλι;
«Δεν θα έπρεπε να είσαι εδώ.» άκουσα μια γνώριμη φωνή να μου μιλάει με αυστηρότητα. Σήκωσα το κεφάλι μου και την αντίκρισα για πρώτη φορά μετά από καιρό. Θεέ μου!Πόσο όμορφη είναι! Έχει κόψει τα μαλλιά της αφέλειες!Της πάει πολύ!
Σηκώθηκα από το παγκάκι και έκανα ένα βήμα μπροστά για να την αγγίξω αλλά εκείνη απομακρύνθηκε.
«Γιατί;» ρώτησα με παράπονο
«Γιατί; Τι θα πει γιατί, Erich Parker;"
Erich Parker; Πρώτη φορά μου μιλάει τόσο... τόσο...ψυχρά και τυπικά σαν να είμαι κάποιος ξένος.
«Τι θέλεις; Γιατί ήρθες εδώ;»
«Θέλω... θέλω μια ευκαιρία.»ειπα προσπαθώντας να καταπιώ τους λυγμούς που ήθελαν να ξεσπάσουν από μέσα μου.
«Ευκαιρία; Εμείς οι δυο δεν θα είμαστε ποτέ ξανά μαζί. Τελειώσαμε.Αυτος ο γάμος ήταν ένα μεγάλο λάθος από την αρχή.»
«Τι είπες;»
«Την αλήθεια που δεν θέλεις να καταλάβεις εσύ.Ολα ήταν ένα ψέμα.»
«Ψέμα είναι ότι ο γάμος μας είναι λάθος. Ξέρω ότι δεν το εννοείς.Τι λες για να με πληγώσεις.»
«Το λέω γιατί είναι αλήθεια...Θέλω διαζύγιο. Δεν έχουμε πλέον τίποτα να πούμε.»
«Δεν πρόκειται να σου δώσω διαζύγιο. Ο,τι και να κάνεις. Αυτό που είχαμε δεν ψεύτικο ούτε λάθος.Ηταν κάτι πολύ όμορφο και δεν θέλω να χαθεί.Δεν γίνεται να χωρίσουμε εμείς οι δυο. Είναι άδικο. Όχι μόνο για εμάς αλλά και για το παιδί.»
«Άδικο ήταν αυτό που έκανες εσύ και η οικογένειά σου σε μένα. Δεν θέλω να έχω καμία επαφή μαζί σας πια. Μου έχετε καταστρέψει τη ζωή. Δεν θα σας αφήσω να ταράξετε και την Brittany.»
«Brittany; Έτσι λένε την κόρη μας;» άρχισα να κλαίω χωρίς να το θέλω.
Κατέβασε το κεφάλι με τα χέρια της σταυρωμένα.
«Ναι της έδωσα το όνομα της γιαγιάς μου.»
«Καλά έκανες. Την αγαπούσες πολύ.»
«Και εσένα σε αγάπησα πολύ αλλά αποδείχτηκες λίγος. Έβαζα το χέρι μου στη φωτιά ότι ήσουν ο καλύτερος άνθρωπος του κόσμου αλλά...»
«Μην πεις τίποτα άλλο...» έβαλα το χέρι μου για να της κλείσω το στόμα.
«Δεν σε νοιάζει πόσο με πληγώνουν αυτά που λες;»
«Όχι δεν με νοιάζει. Όπως δεν ένοιαξε και τη θεία σου όταν μου αποκάλυψε την αλήθεια και ας ήξερε ότι είμαι έγκυος και ίσως δεν το άντεχα.»
«Έχεις δίκιο Έχεις όλα τα δίκια του κόσμου. Αλλά μην τιμωρείς την κόρη μας με το να μη με βλέπει και να μη με έχει στη ζωή της.Της έχεις μιλήσει ποτέ για μένα ή μήπως της έχεις πει ότι έχω πεθάνει;»
«Εγώ δε λέω ψέματα όπως εσύ και η οικογένειά σου, Parker»
«Σταμάτα να με λες έτσι.Ο άντρας σου είμαι. Ο πατέρας του παιδιού σου. Δεν είμαι κανένας ξένος.»
«Δεν θα είσαι ο άντρας μου για πολύ ακόμη.»
«Γελιέσαι αν νομίζεις ότι θα σου δώσω διαζύγιο.»
«Τι θα κάνεις; Θα με πάρεις κοντά σου με το ζόρι;Ή θα μου πάρεις το παιδί;»
«Ποτέ δεν θα σου έπαιρνα το παιδί. Δεν είμαι τέρας.»
«Α ναι είσαι ψεύτης και υποκριτής.»
«Πάψε.»

The BrideΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα