Ακόμη πιο ψηλά

1.3K 218 48
                                    


To χωριό μας είναι χτισμένο στο τελείωμα ενός λόφου. Κι ετσι τα μισα σπίτια σχεδόν βρίσκονται στο πάνω μέρος χτισμένα σε αποτομες κατηφόρες και τα αλλα μισα σπίτια είναι χτισμένα στην κοιλάδα, σπίτια διάσπαρτα μέσα σε χωράφια απο σταρια και ηλιοτρόπια. Το χειμώνα το χωριό μου φαίνεται τα πρωινά περίεργα θλιβερό. Τα στάρια έιναι όλα κομμένα και οργωμένα . Τα ηλιοτρόπια σαπισμένα καφε ακίνητα.Το πρωι η πάχνη κάθεται στο χώμα και πέρα ως πέρα μια αχανής έκταση είναι γκρίζα. Έχουμε και ένα πάρκο. Τα καλοκαίρια πηγαίνουμε και καθόμαστε με τα κορίτσια. Όταν φεύγουν τα μικρά πηγαίνουμε στις κούνιες. Μου αρέσει να κάνω ψηλά κούνια και να προσπαθώ να αγγίξω έστω ένα φύλλο απο την πλατανιά κάθε φορά που σηκώνομαι στον αέρα. Νιώθω όμορφα και ελεύθερη. Το χειμώνα τα μεταλλα της κουνιας είναι κρυα και η σανίδα βρεγμένη. Ο χειμώνας μοιάζει στο χωριο μου περιεργα μεγάλος. Τοσο που ξεχνάω την ζεστη αίσθηση του μέταλλου της κουνιας. Μου αρέσουν όμως τα βραδια του χειμώνα. Μου αρεσει ο κρυος αέρας μπερδεμένος με την κάπνα απο τα τζάκια. Μου αρέσει που τα Χριστούνεννα έχει φωτάκια στο πάρκο. Είναι όμορφα. 

"Μου αρέσουν τα φωτάκια στο πάρκο" η Αρτεμούλα περπατάει ανάμεσα μας. Κάθε φορά που εντοπίζει πάχνη στα παγωμένα φύλλα χοροπηδάει πάνω τους. Η μητέρα του Γιώργου είπε πως δεν θα ήταν σωστό να κόβουμε βραδιάτικα βόλτες μονοι μας .Ο Γιώργος δεν έφερε αντιρρηση. "Να είσαι ησυχη όμως και να τους αφήσεις να μιλήσουν" συμπλήρωσε η μαμά μου κάνοντας την φωνή της προειδοποιητική προς την αδελφή μου.



"Ξέρετε πότε υπογράφτηκε το διάταγμα των Μεδιολάνων? Το 313 πχ στα Μεδιόλανα"

Η αδερφή μου μιλάει ακατάπαυστα πηδώντας απο το ένα θεμα στο άλλο και σχεδόν είναι χαλαρωτικός ο ρυθμός της πολυλογίας της. Όσο άγχος είχα στην αρχή τώρα όσο περνάει ο χρόνος μου αρέσει η βόλτα μας. Δεν χρειάζεται να μιλάμε. Η Άρτεμις είναι το τελειο αλλοθι για να μοιραστώ μαζί του αυτήν την σιωπή μεταξύ μας.

"Ξέρετε πότε έγινε η στάση του Νίκα?"

"Αρτεμούλα" η φωνή του Γιώργου μας σταματάει. Σταματάει και αυτός το βήμα του. Απο τα σπίτια της πλαγιάς φαίνονται να λαμπυρίζουν τα χριστουγεννιάτικα λαμπάκια. Αναβοσβήνουν ρυθμικά αλλά άτακτα μεταξύ τους. Μυρίζει καπνός και χειμώνας. Κάτω απο τις γόβες μου νιώθω την πάχνη να σπάει. Βάζω τα χέρια μου πιο βαθιά μέσα στις τσέπες του παλτού μου. 

1981Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα