Η ζεστασιά του

1.4K 220 46
                                    

"πες κατι Παρασκευή."

Η υσυχία του αυτοκινήτου ειναι εκκωφαντική. Ξέρω οτι με κοιταζει αλλά εγώ στεκομαι με το κεφαλι κάτω. Τι εννοούσε ? Ήθελε να με βλεπει? του λειπω? 

Τον κοιτάζω μπερδεμένη . Το ύφος του παραμένει εκεί ατάραχο και εγώ αρχίζω να νιώθω σαν ποντικι στην φάκα. Ειναι σχέδιο όλο αυτο? γιατι το ύφος που με κοιτά ειναι γλυκο όπως και η φωνή του που έγινε ξαφνικά ντροπαλα τρυφερή. Δεν τον έχω ακούσει ποτε έτσι να μιλάει. Με κοροιδευει? με καλοπιάνει? σκεφτόταν το σχεδιο στο στρατοπεδο και ηθελε να με βλεπει συχνότερα για να μπει σε εφαρμογη? ..ή μήπως ..μηπως εννοει οτι του λειπω?δηλαδη..με αγαπαει?

"Ξερω πως σου ειναι δυσκολο Παρασκευη αλλά κοιταξε με σε παρακαλώ , δυσκολο ειναι και για εμένα. Ποτέ δεν μπηκα σε αυτη την θέση και δεν ξέρω αν σου αρεσουν αυτά που λέω. Αν απο εμενα περιμένεις πιο πολλά . Να ξέρεις  το προσπαθώ"

Ο τροπος που με κοιταζει δειχνει πως θελει απαντηση. Δαγκώνω τα χείλη μου ξανά και ξανά. Νιώθω μπερδεμενη για όλο αυτο που συμβαίνει.

"Πες κατι οτιδηποτε"

Τι εννοει δηλαδη? και με καρφωνει τοσο εντονα που ντρεπομαι και ντρεπομαι που ειμαστε και  οι δυο μας σε τοσο κλειστο χωρο. 

"Δεν ..ξερω..ειμαι μπερδεμενη"ξεστομίζω οχι τοσο γενναια

"Να σε ξεμπερδέψω?" μου λεει ευγενικά και παιρνει μια μεγάλη ανάσα σαν να κερδισε έδαφος σε μια μάχη που παλευει ασταμάτητα. 

"Θα ..τα συζητησω με τα κοριτσια. Με την Μαρία και την Κατερινα"

Δεν το πιστευω αυτο που μολις ειπα.

"Γιατι δεν το συζητας πρωτα με εμένα? και το συζητας και με τις φίλες σου" 

παιρνω μια μεγαλη ανασα που ξεχναω να την βγαλω. Ντρεπομαι και νιώθω αμήχανα πολύ. Δεν μπορώ να τα διαχειριστω όλα αυτά ούτε αυτα που μου λεει. Θελω να τα σκεφτω και να τα σκεφτώ μακριά απο εκείνον, γιατι κοντα του τον μυρίζω και τον βλεπω και με βλεπει κι εχω το αίσθημα πως ζω ενα ονειρο. και στα ονειρα δεν σκεφτονται καθαρα.

"αν θα ήθελες ξεκινα το αυτοκίνητο"  λέω και κοιτάω έξω. Εγώ δεν μπορώ. Τελος.

Ακούω μια παυση φωνης και σώματος, μια μικρή παυση σαν να επεξεργάζεται αυτο που του ειπα, αν και δεν ήταν κατι δα σπουδαίο. επειτα βάζει με γρηγορο χέρι το κλειδι στην μίζα και βάζει μπροστά. Δεν σχολιάζει τίποτα και αυτή την φορά δεν κάνει τον κόπο να πει τίποτα φλύαρο όπως όταν ταξιδευαμε.

1981Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα