Κεφάλαιο 19 - Η Αρένα

667 140 57
                                    


Θα εκτίαμε την ποινή μας, εφτά ημέρες μετά. Ως τότε θα ήμασταν κλεισμένοι στα κελιά μας, με ελάχιστο φαγητό και νερό, ενώ η μόνη μου συντροφιά ήταν οι σιχαμένοι πειρατές που σε κάθε ευκαιρία έβρισκαν τρόπο να με φτάσουν στο σημείο να θέλω να βγάλω την καλύπτρα μου και να τους δώσω ένα μάθημα. Μα αν με έβλεπαν οι φρουροί θα το εκλάμβαναν ως απειλή προς τη Βασίλισσα και ο πρίγκιπας Κάιν, με τους ιππότες θα είχε πρόβλημα. Όταν ένας από αυτούς ήρθε να μας δώσει το φαγητό μας, κόλλησα στα κάγκελα και τον ρώτησα για τον Λαχάρ. Ήθελα να μάθω πως ήταν. Αν τον χάναμε, θα ήταν ένα σοβαρό πλήγμα για την Ινάλ και για εμάς, μιας και θα κατηγορούσαν τις νεράιδες για το θάνατό του. Οπότε η συμμαχία δε θα ήταν δυνατή. Κάτι όμως μέσα μου, στο πίσω μέρος του μυαλού μου, όπου έθαβα άχρηστες πληροφορίες, γελούσε και έλεγε πως δεν ήταν αυτός ο λόγος που ενδιαφερόμουν.

"Ο ένας από την πρεσβεία, εκείνος ο μελαψός άντρας, τι έγινε;"

Ο φρουρός, σύριξε προς το μέρος μου, σαν εχθρική γάτα και πέταξε το φαγητό μου κάτω και έφυγε. Τι ευγενικό εκ μέρους του. Αν και πιο πολύ χάρη μου έκανε, μιας και με το ζόρι τρωγόταν αυτό το πράγμα. Μας σέρβιραν ένα κομμάτι ψωμί με μια σούπα που δε μύριζε και τόσο καλά. Οι πειρατές δεν παραπονιούνταν, μα ούτε και εγώ. Τουλάχιστον τρεφόμασταν. Συνέχισα να ενοχλώ τον φρουρό, ώσπου μετά από λίγο επέστρεψε πάλι, θυμωμένος με μια κοφτερή λεπίδα, αντί για χέρι. "Ο άντρας που ζητάς, έχει χάσει το μυαλό του. Δεν υπάρχει επιστροφή για εκείνον. Μετράει αντίστροφα τις στιγμές.". Και γελώντας αποχώρησε πάλι.

Απομακρύνθηκα από τα κάγκελα και στήριξα πάλι την πλάτη μου στον τοίχο. Ο Λαχάρ χειροτέρευε και δεν μπορούσα να κάνω τίποτα για αυτό. Η καρδιά μου σφίχτηκε, μα την αγνόησα. 

"Προβλήματα με μορφονιό, κούκλα;" αναρωτήθηκε ο ένας από τους πειρατές του Ματωμένου Τζάκ. Ήταν ο κοντός καράφλας που του έλειπαν σχεδόν όλα τα πάνω δόντια. Στο ένα του μάτι είχε μια τεράστια ουλή που έφτανε ως το στόμα του, ενώ στα αυτιά του είχε περασμένα πολλά βρώμικα σκουλαρίκια. Έβαλε το μικρό του δάχτυλο στο αυτί του και όταν το έβγαλε, το έγλειψε και γέλασε. Είχα σιχαθεί τόσο πολύ που ήθελα να ξεράσω ακόμη και το προχθεσινό δείπνο.

"Δε νομίζω ότι σε αφορά." απάντησα ξερά και τους γύρισα την πλάτη. Άφησα το κεφάλι μου να γείρει πάνω στο δροσερό τοίχο και προσπάθησα να μην σκέφτομαι τον Λαχάρ. Έπρεπε να είμαι συγκεντρωμένη στο σκοπό μου και στο να βγω ζωντανή από την Αρένα. Η αλήθεια ήταν, πως δεν είχα ιδέα τι μπορεί να αντιμετωπίζαμε εκεί. Ναι, δε θα ήμουν μόνη μου εκεί. Εγώ και οι πειρατές θα έπρεπε να παλέψουμε μεταξύ μας. Μόνο ένας από εμάς θα επιζούσε και θα του επιτρεπόταν να φύγει. Και πάση θυσία, έπρεπε να είμαι εγώ αυτή που θα κατατρόπωνε τα πάντα εκεί μέσα. 

H ΝεκροφιλημένηWhere stories live. Discover now