Who's There? II

36 11 1
                                    

Με πήρε ο ύπνος αφότου χάθηκα πρώτα στις σκέψεις μου. Δεν σταμάτησα να σκέφτομαι όλα όσα μου είχε πει ο γιατρός. Βέβαια, δεν ανέφερα καθόλου το όνομα του τον λένε Jon, Jon Nickolson ναι ξέρω πολύ περίεργο όνομα, δεν γνωρίζω πολλά πραγματα γιαυτόν, το επίθετο του δεν μου λέει απολύτως τίποτα. Απλά το μόνο που με ενδιαφέρει είναι να βγω από εδώ μέσα, είκοσι μέρες βασανιστήριο ήταν για εμένα. Έχω ξανά νιώσει μόνη μου αλλά όχι τόσο μόνη. Γνωρίζω καλά την μοναξιά, το να εισαι απομονωμένος από τον κοινωνικό σου περίγυρο αλλά αυτό είναι ακόμη χειρότερο, να βλέπεις άτομα - άγνωστα - με τα οποία γνωρίζουν αρκετά πράγματα για εσένα - εκτος των σκέψεων σου - ενώ εσύ δεν γνωρίζεις απολύτως τίποτα. Είναι γεγονός ότι η μοναξιά είναι δύσκολο πράγμα, αλλά το να σε κοιτούν άγνωστοι και εσύ να μη γνωρίζεις ούτε το όνομα τους είναι κακό. Νιώθεις ευάλωτα απέναντι τους ή έστω μόνο εγώ, γιατι όσα άτομα γνωρίζω επικοινωνούν και εκφράζουν πιο εύκολα την γνώμη τους σε έναν άγνωστο από ότι εγώ. Μου είναι αρκετά δύσκολο να εμπιστευτώ οποιοδήποτε. Δεν ξέρω τι πάει λάθος μαζί μου ή εάν αυτό που κάνω είναι σωστό αλλά έτσι νιώθω εγώ, δηλαδη, όταν εγώ είμαι ήσυχη δεν πάει να πει πως δεν θέλω να μιλήσω, απλά έχω έναν κόμπο στον λαιμό μου και δεν βγαίνει φωνή δεν μπορώ να αναπνεύσω σωστά και ιδρώνουν οι παλάμες μου. Δαγκωνω συνέχεια - από μικρή - τα χείλη μου. Θα έλεγε κανείς ότι είναι μια συνήθεια, και μπορώ να πω πως έχει απόλυτο δίκιο, διότι πλέον μου έχει γίνει συνήθεια. Όταν σκέφτομαι, όταν αγχώνομαι, όταν διαβάζω, όταν απλά κάθομαι και δεν κάνω τίποτα απλά αυτό κάνω. Η καρδιά μου κάθε φορά πάει να σπάσει και ειδικά αυτή τη μέρα. Περιμένω πως και πως να δω κάποιον πέρα από τους γιατρούς και να μου πουν πως όλα έχουν τελειώσει και ότι είμαι καθαρή.
Αρχικά, δεν εξήγησα τι ακριβώς έχω και απλά κατευθείαν άρχισα να αναφέρω πραγματα που έχω μέσα στο κεφάλι μου μερικές σκέψεις μου, αναμνήσεις μου, και μερικά γεγονότα το θέμα είναι όμως, τι έχω? Δεν μπορώ αυτό να το γνωρίζω, επειδή δεν γνωρίζω τι έχω. Η μητερα μου, μου έλεγε πάντα πως είμαι ξεχωριστή όμως αυτό δεν με βοηθάει και πολύ. Καθώς, το μόνο που κάνω είναι απλά να σκέφτομαι και να μου ξυπνήσουν το ενδιαφέρον περισσότερα ερωτήματα στο μυαλό μου.
Κάθομαι στη γωνία του κρεβατιού μου μετά γόνατα κοντά στο στήθος μου, η ανάσα μου είναι μέχρι στιγμής σταθερή, το ίδιο και η παλμοί της καρδιάς μου. Όμως... Για πόσο ακόμα θα συνεχιστεί αυτό? Για πόσο ακόμη θα βρίσκομαι εδώ μέσα σε αυτό το μέρος? Σε αυτή τη κατάσταση? Σε αυτή τη θέση?
Ξαφνικά, ακούω βήματα στο διάδρομο, αλλάζει πλήρως η έκφραση του προσώπου μου, τώρα δαγκωνω με περισσότερη δύναμη τα χείλη μου και ματωνουν, αίμα τρέχει από το κάτω - λίγο πιο μεγάλο από το πάνω - χείλος μου. Κάθε φορά μου συμβαίνει αυτό, αλλά δεν έχω κάποιο ιδιαίτερο λόγο που το κάνω αυτό. Δεν έχω κανένα απολύτως παράπονο. Απλά μου συμβαίνει, είναι μια συνήθεια.
Τα βήματα έρχονται όλο και πιο κοντά, ο ήχος αντηχεί στους διαδρόμους με τις ολολευκες και καθαρές λάμπες, το πάτωμα είναι γυαλιστερό , υπάρχουν τζάμια και εξίσου πεντακάθαρα. Πρέπει να είναι όλα καθαρά και το μέρος κρύο λόγω των μικροβίων.
Ο ήχος των τακουνιων στα παπούτσια αυτού του ατόμου μετατρέπεται σε ένα εκκωφαντικό ήχο. Όσο πιο κοντά έρχεται, τόσο πιο πολύ αυξάνεται η ταχύτητά της καρδιάς μου. Πρέπει να ηρεμήσω και γρήγορα, άραγε ποιος να είναι? Σίγουρα κάποιος γιατρός πάρε βαθιές ανάσες. Εισπνοή, εκπνοή, και ξανά εισπνοή, εκπνοή. Ο ήχος σταμάτησε, γιατί σταμάτησε? Παίζει παιχνίδια μαζί μου. Δεν θα αντέξω, όχι, όχι... Όχι άλλη αναμονή, σε παρακαλώ, σε ικετεύω ό,τι είναι να γίνει ας γίνει σύντομα.
Ακούγονται χαρτιά, και μια τσάντα, ίσως να τα έβγαλε ή μόλις τώρα να τα έβγαλε έξω για αν δει κάτι. Τα βήματα αρχίζουν απότομα ώσπου έφτασε, είναι ακριβώς έξω βρίσκεται έξω από το δωμάτιο μου, είναι εδώ. Ωχ, όχι θεέ μου, μπορώ να δω τα πόδια του, μπορώ να δω την σκιά τους. Δεν μπροω ομω να ωω τίποτα παραπάνω.
Ακούγεται ένα κλειδί, ηρεμία όλα καλά, ο γνωστός ήχος αυτού το κλικ αντηχησε στο δωμάτιο μου. Μια μικρή δέσμη φωτός εισήλθε μέσα στο δωμάτιόμου. Ακούω μόνο την καρδιά μου, και τίποτα άλλο. Εκείνη αντηχεί, εκεινη. Μήπως παίζει κι αυτή παιχνίδια μαζί μου? Μπορεί..
Ενας ψηλός άντρας είναι, και με κοιτάει, δεν μπορώ να διακρίνω τα χαρακτηριστικά του προσώπου του και αυτό με αγχώνει περισσότερο, πρέπει να ηρεμήσω. Νιώθω ευάλωτη, αδύναμη, σαν ένα τίποτα, μηδαμινή. Παίρνει μια ανάσα και ακούω την φωνή του, είναι βαριά, αλλά και τόσο γνωστή. Νομίζω ότι τη γνωρίζω αυτή τη φωνή. Νομίζω ότι είναι ο Jon αλλά δεν παίρνω και όρκο, είμαι κουρασμένη, το βράδυ ξύπνησα περίπου τρεις φορές, κοιτούσα συνέχεια το ρολόι πάνω στο κομοδίνο μου, άνοιξα αρκετές φορές τα συρτάρια να πάρω κάποιο από τα βιβλία μου, και άρχισα να τα διαβάζω. Δεν με βοήθησε αυτί και τόσο πολύ, μπορεί να λατρεύω τα βιβλία όμως εχθές το βράδυ, ίσως να ήταν η μοναδική φορά που δεν απόλαυσα κάποιο από τα βιβλία. Τα σεντόνια, άσπρα σαν το χιόνι, και αυτά, το ίδιο κρυα.
Όπως ακριβώς αυτός απέναντι μου, να στέκεται εκεί μπροστά μου δίχως κάποια έκφανσή στο πρόσωπο του. Απλά κάθεται και με κοιτάει, θα ήθελα τόσο πολύ να μάθω τι σκέφτεται, αλλά αυτό είναι αδύνατο. Παίρνει μια ανάσα και άλλη μια φορά και φτιάχνει το κουστούμι του και λίγο τον γιακά του, νομίζω ότι το χαλαρώνει για να μπορεί να πάρει σωστά ανάσα. Βγάζει μερικούς ήχος από τον λαιμό του κι ξεκινάει αναφέροντας το όνομα μου

«Εσύ πρέπει να είσαι η Blue σωστά?»

Ο ήχος της φωνής του και η χροιά με κάνουν να ανατριχιάσω ολόκληρη, και το μόνο που κατάφερα ήταν να κουνήσω καταφατικά το κεφάλι μου. Συνέχισε εκείνος με σταθερή φωνή

«Ωραία, σε δέκα λεπτά θα ξανά γυρίσω οπότε θέλω να είσαι έτοιμη. Ντύσου, πλυσου και περίμενε με εδώ ακριβώς δεν θα αργισω, έχω να κάνω μερικά ακόμη χαρτιά. Θα σε βγάλω από εδώ μέσα όπως ακριβώς σου το είχε υποσχεθεί»

Κλικ, και άλλο κλικ, μόλις τώρα είπε... Οπως ακριβώς σου είχε υποσχεθεί, ποιος? Δεν γίνεται αυτό είναι αλήθεια? Όχι, όχι αποκλείεται... Η μητέρα μου? Είναι ακόμη ζωντανή? Αποκλείεται δεν μπορεί. Είχα ακούσει έναν πυροβολισμό τότε. Νόμιζα ότι πέθανε. Πήρα μια ανάσα και ένας ήχος βγήκε από το στόμα μου, δεν μίλησα, δεν κατάφερα απολύτως τίποτα, ξανά. Άδικος κόπος είναι τελείως ανωφελο, τι προσπαθώ να πετύχω. Ήμουν έτοιμη να του πω ένα

"περίμενε ποιος μου έδωσε αυτή την υπόσχεση, εσύ πως το ξέρεις αυτό? Γνωρίζεις αυτό το άτομο?"

αλλά ήταν ήδη πολύ αργά, δεν κατάφερα απολύτως τίποτα. Έφυγε, έτσι απλά, όλο βιασύνη. Και άλλα ερωτήματα που δεν πρόκειται να απαντηθούν.

FreedomWhere stories live. Discover now