HOLD YOU

85 8 0
                                    

Μεσα στο χρηματοκιβωτιο, υπηρχαν απειρες δεσμιδες με χαρτονισματα. Στο πλαι υπηρχαν δυο μαυρες βαλιτσες, οι οποιες ανοιγουν με κωδικο, για την ασφαλη μεταφορα των χρηματων. Πηρα μια εγω και και μια ο Dominic και με γρήγορες κινήσεις τις γεμίσαμε.

Λιγα λεπτα μετα, οι βαλιτσες ηταν φισκα και υπηρχαν ακομα απειρα χαρτονομισματα στο χρηματοκιβωτιο.

"Φερε..." ειπα και χαμογελασα σατανικα.

Ο Dominic μου εδωσε ενα μποκαλι γεματο με καθαρο αλκοολ. Το εχυσα προσεκτικα πανω στα χαρτονισματα.

"Οι κυριες προηγούνται." είπε και μου εδωσε ενα αναπτηρα.

Απομακρυνθηκαμε αρκετα διοτι ξεραμε τι θα συνεβαινε αν αναβαμε τον αναπτήρα κοντά στα λεφτά.

Κρατησα το χερι του και τον κοιταξα. Άναψα τον αναπτήρα και κοιταξα την μικρη πορτοκαλή φλογιτσα που τρεμοπαιζε. 

Για την Julia.

Για τον Eric.

Για την οικογενεια του Dominic.

Για τον ίδιο τον Dominic

Για εμένα.

Πέταξα τον αναπτήρα στον αέρα και προσγειώθηκε στο εσωτερικο του χρηματοκιβωτιου, το οποιο τυλιχτηκε στις φλογες. Τα λεφτα εγιναν σταχτη. Και η αγάπη του αφεντικού, εγινε καπνος...

Βγηκαμε εξω απο το δωματιο και περπατησαμε τον μακρυ διαδρομο. Δυστυχως λιγο πριν ανοιξω την πορτα για να φυγουμε μια φωνη ακουστηκε.

"Σταματηστε." φωναξε ενας απο τους δυο φυκακες που είχα κανει ηλεκτροσοκ.

Εβγαλα το περιστροφο που ειχα κρυμενο κατω απο το φορεμα μου. Ανοιξα την πορτα και βγηκα γρηγορα εξω με τον Dominic. Ο φυλακας μας ακολουθησε.

"Σταματηστε τους!" φωναξε δυνατα. "Ληστεψαν το χρηματοκιβωτιο."

Ολοι αφησαν οτι εκαναν και. Εκτος απο εμας τους δυο, που τρεχαμε μεσα στο πληθος.

"Πιαστε τους!" φωναξε και το αφεντικο και τοτε 5 μεγαλοι αντρες μας πηραν στο κατοπι.

Βγηκαμε εξω στον ανοιχτό χώρο. Πισω μας ακουστηκαν πυροβολισμοι. Σηκωσα το πριστροφο μου και σημαδεψα στα τυφλα πισω μου.

Και τοτε τα ειδα. Μπλε και κοκκινα φωτα φαινοντουσαν στον οριζοντα ενω μπορουσα να ακουσω και την σειρηνα ενός περιπολικού. Σε αυτη την εικονα το βημα μου εγινε πιο αργο, το ιδιο και του Dominic, ενω οι πυροβολισμοι συνεχιζονταν.

Ενας οξυς πονος, ενα τσούξιμο, εμφανιστηκε στην πλατη μου και συγκεκριμενα στην πλευρα της καρδιας, ισως και λιγο πιο κατω. Ανήμπορη να σταθω ορθια επεσα κατω, στον κρυο δρομο. Αισθανθηκα κατι υγρο να κυλαει πανω μου. Ηξερα καλα τι ηταν. Έσφιξα την βαλιτσα που την κρατουσα ακομα.

Ο Dominic, μολις με ειδε να πεφτω, σταματησε το τρεξιμο και με πλησιασε, παρολο που οι πυροβολισμοι συνεχιζονταν. Μπόρεσα να ακούσω τον ηχο τους πανω απο τον ηχο της σειρηχος.

Γονάτισε μπροστά μου και στο προσωπο του σχηματίστηκε μια ανησυχη έκφραση. Ομως τη θεση της πηρε μια εκφραση πονου καθως επεσε και αυτος διπλα μου. Το κοκκινο υγρο κυλισε πανω στο χερι μου.

Τα φωτα και η σειρηνα του περιπολικου, ακούγονταν καθαρα. Ηταν πολυ κοντα μας.

"Φερτε μου τα λεφτα!" φωναξε το αφεντικο στους μπραβους του.

"Δεν μπορουμε!" απαντησε ενας αλλος. "Θα μας πιασουν."

"Δεν με νοιαζει!" ακουστηκε ξανα η φωνη του. "Θέλω τα λεφτα μου."

"Λυπαμαι αφεντικο." πετάχτηκε ενας τριτος. "Δεν μπορούμε να το διακινδυνευσουμε."

"Τι κανετε;" φωναξε το αφεντικο. "Αφηστε με κατω ρε ανεγκέφαλοι. Πού με πατε;" και η φωνη του χαθηκε.

Με της τελευταίες μου δυνάμεις, επιασα το χερι του Dominic και το έσφιξα. Το ιδιο εκανε και εκεινος.

"Σε αγαπαω." ψέλλισα αδυναμα.

"Και εγω σε αγαπω." απαντησε.

Έκλεισα τα μάτια μου χαρουμενη. Ήμουν επιτέλους ευτυχισμένη....

Dusk Till Dawn #SC2018Where stories live. Discover now