Κοπάνα στη φύση

86 7 3
  • Dedicated to Maroulius Papius
                                    

     Λαχανιασμένοι από τα γέλια και το τρέξιμο επιβιβαστήκαμε όλοι στο πρώτο βαγόνι του τραίνου. Ο κόσμος που βρισκόταν ήδη μέσα μας κοίταζε είτε σαστισμένος είτε με περιέργεια. Άλλοι μας κοιτούσαν σαν να ήμασταν κάτι το περίεργο. Ίσως για τον λόγο που και οι τέσσερις φορούσαμε ίδια ρούχα Και όμως δεν μας ενοχλούσε καθόλου. ‘’Θα μας κατσαδιάσει η Κυρία Σίλβια’’ είπα με ένα σκανταλιάρικο μορφασμό. ‘’ Έλα μωρέ και εσύ τώρα λες και δεν μας ξέρει τόσο καιρό΄΄ είπε η Νόλγουε γελώντας. Δεν είχε και άδικο. Τρία χρόνια σε αυτή τη σχολή ήταν από τους ελάχιστους καθηγητές που είχε καταλάβει την ψυχοσύνθεσή μας. Με την συγκεκριμένη μπορούσαμε να συζητάμε για ώρες για διάφορα θέματα. Κυρίως για θέματα κοινωνικά ή και μεταφυσικά καμιά φορά...Ειδικά τα μεταφυσικά ήταν το αγαπημένο μας θέμα, αφού και οι τέσσερις ασχολούμασταν αρκετά με αυτόν το τομέα. Ίσως είναι και ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους μας είχαν οι περισσότεροι στο περιθώριο. Δυστυχώς σε μια κοινωνία που έχει αφήσει τη θρησκεία να κινεί τα νήματα σε αρκετούς τομείς δεν περιμένει κανείς κάτι καλύτερο...Θα μπορούσε κανείς να το αποκαλέσει έναν σύγχρονο μεσαίωνα. Η μόνη διαφορά που έχουν οι δύο χρονικές περίοδοι είναι η μη ύπαρξη της πυράς στην εποχή μας.
       Όσον αφορά το θέμα «θρησκείας» και «πιστεύω» υπάρχουν δύο κατηγορίες ατόμων. Αυτοί που ακολουθούν πιστά αυτά που τους μαθαίνουν οι γονείς, οι δάσκαλοι ή οποιοσδήποτε άλλος (πράγμα που ισχύει σε κάθε θρησκεία, ιδεολογία και ούτω καθεξής) και οι άνθρωποι που αισθάνονται, ότι, αυτά που τους διδάσκουν δεν τους καλύπτουν και αναζητούν την αλήθεια σε βιβλία, σε διάφορα άρθρα και στις μέρες μας σε διάφορες ιστοσελίδες. Εμείς ήμασταν στη δεύτερη κατηγορία. Πιστεύαμε ότι η αλήθεια υπάρχει στη φύση και τα στοιχεία της. Πάντα φροντίζαμε να βρισκόμαστε κοντά της με διάφορους τρόπους. Βέβαια ο καθένας από εμάς ξεχωριστά ειδικευόταν σε κάτι. Η Νόλγουε είχε εξασκηθεί στο διάβασμα των ρούνων, κάτι που τη θαυμάζαμε όλοι για αυτό. Η Μέριαν είχε την ικανότητα να μπορεί να προβλέψει κάτι πριν αυτό ακόμα γίνει. Είχαμε σκεφτεί να της ζητήσουμε τους τυχερούς αριθμούς του λαχείου αλλά ξέραμε ότι θα έπρεπε να απομακρυνθούμε σε ακτίνα χιλιομέτρων για να μην μας κυνηγήσει. Αυτό βέβαια ήταν καθαρά πείραγμα με αστείο ύφος και ποτέ επικριτικό. Ο Μπιλ ασχολιόταν περισσότερο με το να ανακαλύπτει αρχαίες παραδόσεις και ιδέες και πάντα φρόντιζε να μας ενημερώσει για αυτά σαν να μας αφηγείται ιστορία. Τέλος εγώ ασχολιόμουν αρκετά με τα βότανα. Ήμουν σαν να λέμε θεραπεύτρια της σύγχρονης εποχής. Για έναν ανεξήγητο λόγο μπορούσα να απομνημονεύσω κάθε είδους βότανο που έβλεπα και μπορούσα να καταλάβω για που ήταν χρήσιμο.
       Καθώς φτάσαμε στο Θησείο με το τραίνο, πήραμε το δρόμο για το αγαπημένο μας σημείο. Τα βραχάκια. Ήταν ένα σημείο σαν πάρκο κοντά στην Ακρόπολη. Αυτό είχε γίνει το καταφύγιο μας. Είχαμε βρει ένα σημείο όπου σπάνια πλησίαζε κόσμος και καθόμασταν εκεί σαν να παίζαμε κρυφτό με τους υπόλοιπους ανθρώπους που μας προσπερνούσαν λίγο πιο πέρα. Στο σημείο αυτό υπήρχαν τρεις βράχοι που σχημάτιζαν έναν κύκλο. Στη μέση άνετα θα μπορούσε κάποιος να ανάψει φωτιά γιατί δεν υπήρχαν χόρτα. Αυτό που μας άρεσε υπερβολικά ήταν τα δέντρα που υπήρχαν τριγύρω. Δεν τα είχε αγγίξει ανθρώπινο χέρι. Συχνά αναρωτιόμασταν για πόσο θα έμενε έτσι το τοπίο αυτό.
  Εναποθέσαμε τις τσάντες μας στον ένα βράχο και ο καθένας ξεκίνησε να κάνει τη δουλειά του. Ο Μπιλ έβγαλε από την τσάντα του ένα σχεδόν βαθύ, πλαστικό πιατάκι και μέσα σε αυτό τοποθέτησε μερικά φύλλα από φασκόμηλο που είχε βγάλει από ένα μικρό πουγκί, το οποίο είχε πάντα μέσα στην εσωτερική τσέπη του δερμάτινου τζάκετ του.                       Η Νόλγουε προχώρησε λίγο πιο πέρα και άρχισε να μαζεύει μερικά κλαδάκια από τα δέντρα, τα οποία είχαν πέσει από τα γύρω δέντρα, ενώ η Μέριαν έψαχνε μέσα στο σακίδιό της αναζητώντας ένα πιο μικρό τσαντάκι. Από το τσαντάκι αυτό έβγαλε διάφορους ημιπολύτιμους λίθους τους οποίους άρχισε να τους τοποθετεί σε κύκλο. Εγώ από την άλλη είχα ήδη βγάλει από την τσάντα μου ένα ξύλινο μπολ και το γέμισα με ένα νερό που είχα μαζέψει από μια πυγή πριν κάτι μέρες. Μαζέψαμε και κάτι πετρούλες από κάτω και τις βάλαμε σε έναν μικρότερο κύκλο μέσα σε αυτόν που είχε φτιάξει πριν η Μέριαν. Μέσα σε αυτόν τοποθετήσαμε τα ξυλαράκια και με τον αναπτήρα του Μπιλ ανάψαμε μια μικρή φωτιά. Στη φωτιά αυτή ρίξαμε λίγο από το φασκόμηλο και αμέσως ο αέρας ευωδίασε με τη μυρωδιά του. Τέλος βρέξαμε όλοι τα δάχτυλά μας με το νερό και ΄΄πλύναμε΄΄ τα πρόσωπά μας. Ήταν μια ιεροτελεστία που συνηθίζαμε να την κάνουμε κάθε φορά που καθόμασταν σε εκείνο το σημείο. Η πιο εύθυμη πινελιά ας πούμε της στιγμής ήταν η μουσική που βάζαμε να ακούγεται. Έδινε έτσι ένα πιο μυστικιστικό ύφος σε αυτό που κάναμε.
  Θα μας δει κανείς και θα νομίζει ότι κάνουμε τίποτα τελετές στον Σατανά.'' είπε γελώντας ο Μπιλ  ΄΄Μασώνοι!!΄΄ φώναξε για πλάκα η Νόλγουε, ¨ Ιλουμινάτοι¨ συμπλήρωσε η Μέριαν και βάλαμε όλοι τα γέλια. Καθίσαμε και οι τέσσερις κάτω οκλαδόν, σε έναν αυτοσχέδιο κύκλο και κλείσαμε τα μάτια καθώς κρατούσαμε ο ένας το χέρι του άλλου. Αφήναμε τη μυρωδιά του φασκόμηλου που υπήρχε στον αέρα να μας ταξιδέψει στα βάθη των σκέψεων μας. Μετά από μερικά λεπτά δεν ακούγαμε τη μουσική. Η συγκέντρωσή μας είχε φτάσει σε τέτοιο επίπεδο ώστε να νιώθουμε όλοι σαν να αιωρούμασταν. Αν κάποιος έχανε την συγκέντρωση του θα την χάναμε όλοι. Καθώς είχαμε επικεντρώσει την προσοχή μας μόνο στους χτύπους της καρδιάς μας, ένιωσα ξαφνικά κάτι να πάλλεται έντονα πάνω στο στήθος μου. Κάτι που μου προκαλούσε δυνατό πόνο...Ενώ δεν μου είχε συμβεί κάτι παρόμοιο στο παρελθόν, για άγνωστο λόγο ένιωθα τον πόνο οικείο...σαν να τον είχα  ξανά αισθανθεί. Αμέσως άνοιξα τα μάτια μου και μάζεψα τα χέρια μου κοντά στο στήθος μου. Οι υπόλοιποι άνοιξαν τα μάτια τους και με κοιτούσαν με έκπληξη αλλά και αγωνία. ΄΄Είσαι καλά;¨είπε η Νόλγουε καθώς ακούμπησε το χέρι της στην πλάτη μου. Ο Μπιλ μου έφερε ένα μπουκαλάκι νερό και μου έδωσε να πιω ενώ η Μέριαν ήρθε και έκατσε δίπλα μου από την άλλη μεριά.  Ο πόνος άρχισε να διαγράφεται στο βλέμμα μου.  Κοιτούσα για πολύ ώρα στο κενό σαν κάποιος να μου είχε κάνει μάγια. Προσπαθούσα να καταλάβω από που προερχόταν ο πόνος. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα όλα μαύρισαν γύρω μου, σαν να έπεφτα σε μια σκοτεινή άβυσσο.

Περιπλανώμενη στο ΌνειροWhere stories live. Discover now