Κεφάλαιο 6

617 64 26
                                    

1 Ιουλίου 2021

Ο Θεμιστοκλής από τότε που ήταν δέκα χρονών έλεγε στην Μηλινόη πως ήταν ο πιο ξεροκέφαλος άνθρωπος που γνώριζε. Ήταν αλήθεια πως η κοπέλα δεν ήξερε πότε έπρεπε να σταματήσει, από την στιγμή που έβαζε κάτι στο κεφάλι της ούτε ο ίδιος ο Θεός δεν μπορούσε να την σταματήσει. Αυτό συνήθως περιελάμβανε θεωρήματα που ήταν δύσκολο να καταλάβει, εργασίες που έπρεπε να γράψει και γνώση που μπορούσε να αντλήσει. Η Μηλινόη ήταν ικανή να μείνει ξάγρυπνη είκοσι μερόνυχτα εάν είχε κάτι σημαντικό να κάνει όσο αφορά την θεωρητική φυσική. Δυστυχώς το χαρακτηριστικό αυτό επεκτεινόταν και σε άλλες εκφάνσεις της ζωή της και δεν είχε τόσο θετικά αποτελέσματα όσο στην επιστήμη, από την στιγμή που η Μηλινόη εάν και ήταν ιδιοφυΐα στην φυσική, δεν ήταν καλή με πάρα πολλά πράγματα. 

Το να παρατήσει το άλυτο πρόβλημα των μαθηματικών ήταν η πρώτη ήττα της στην επιστήμη, η πρώτη φορά που κουράστηκε και σταμάτησε να προσπαθεί. Όσο κι αν την στεναχώρησε, ήταν ένα πανέμορφο ανακουφιστικό συναίσθημα καθώς γύρισε πίσω στην φυσική. Στην τελική, αποφάσισε, πως δεν την ένοιαζε καν η λύση του επιστημονικά και απλά ήθελε να το τρίψει στην μούρη του καθηγητή για να μπορεί να λέει ότι θέλει στην τάξη και να το παίζει έξυπνη. 

Παρ' όλο που εγκατέλειψε την προσπάθεια, δεν συγχώρησε την σκουρόχρωμη κοπέλα που της έσβησε τους πίνακες εκείνη την ημέρα. Για τις επόμενες μέρες δεν πάτησε το πόδι της στο σπίτι του Θεμιστοκλή και όταν την έβλεπε στο διάδρομο, γύριζε το κεφάλι της από την άλλη δραματικά και επιδεικτικά. Όσο κι αν την παρακαλούσε ο Θεμιστοκλής ή ο Απελλής, δεν είχε σκοπό να της απευθύνει ξανά τον λόγο. Σκεφτόταν ότι αυτά που είχε σβήσει θα μπορούσαν να είναι πράγματα τα οποία όντως την ενδιέφεραν και με αυτό το σενάριο ο θυμός που είχε νιώσει εκείνο το βράδυ αναδυόταν ξανά στην καρδιά της. 

Το χειρότερο μέρος αυτής της κατάστασης δεν ήταν οι παρακλήσεις των αγοριών αλλά το γεγονός πως δεν μπορούσε να βγει καθόλου στο μπαλκόνι, στον οποίο χώρο η Έσμε φαινόταν να περνάει περισσότερο χρόνο εκείνες τις μέρες. Η Μηλινόη εκνευρισμένη καρτερούσε δίπλα στην μπαλκονόπορτα σκεπτόμενη πως η μεγαλύτερη γυναίκα σίγουρα θα το έκανε επίτηδες. Γι' αυτό κάποια στιγμή αποφάσισε πως αρκετά ανέχτηκε αυτήν την γελοία μοιρασιά. 

Έτσι, εκείνη την ημέρα κατέληξαν για πρώτη φορά μετά από τόσες εβδομάδες με μικρή απόσταση να τις χωρίσει. Η Έσμε γονατιστή ακριβώς στην μέση του μπαλκονιού να χτίζει έναν λευκό τοίχο με τα υλικά που είχε αγοράσει η Μηλινόη και η Μηλινόη να επιβλέπει την κατάσταση καθισμένη πάνω σε ένα παλιό κομοδίνο που είχε βγάλει έξω στο μπαλκόνι από την δική της πλέον πλευρά. 

Η θεωρία του μπαλκονιούWhere stories live. Discover now