Χωρίς Εσένα

55 8 29
                                    

Την ιστορία αυτή την έγραψα για ένα διαγωνισμό- πρόκληση με 500 λέξεις (δεν ξέρω αν η κοπέλα που τον είχε οργανώσει θα ήθελε να την αναφέρω και δεν το έκανα), ο οποίος δυστυχώς δεν συνεχίστηκε διότι δεν υπήρχε αρκετή ανταπόκριση. Είναι η μικρότερη ιστορία που έχω γράψει, ωστόσο, είναι μέσα στα άμεσα σχέδια μου να γράψω ένα βιβλίο που το παρόν διήγημα θα είναι ένα απόσπασμα του, αλλά με μερικές αλλαγές. Πάμε να το διαβάσουμε:

Ήταν η τέλεια μέρα για ταξίδι. Δεν είχε καθόλου κίνηση, ο ήλιος έλαμπε ψηλά στον ουρανό και η Τόνια επιτέλους χαμογελούσε στο κάθισμα του συνοδηγού δίπλα μου.

«Όταν φτάσουμε στο Ναύπλιο, θα κάνουμε στάση σε ένα φαρμακείο», μου είπε και με κοίταξε με νόημα. «Θα πάρω ένα τεστ εγκυμοσύνης και μόλις μπούμε στο ξενοδοχείο, θα το κάνω και θα σιγουρευτούμε.»

«Και είσαι αποφασισμένη να το κρατήσεις;»

«Όπως και να χει, μωρό μου.»

Χαμογέλασα. Δεν ξέραμε αν το παιδί που περίμενε, αν περίμενε, ήταν δικό μου ή του πρώην άντρα της. Όμως αυτό ήταν το τελευταίο που σκεφτόμασταν τώρα. Εκείνη την ωραία μέρα, μόνο θετικά μπορούσα να σκεφτώ.

Συνεπαρμένος από τον ήλιο που έλαμπε και την μεγάλη, σχεδόν άδεια ευθεία, πάτησα το γκάζι στο τέρμα για να απολαύσω την ταχύτητα. Το κοντέρ άρχισε να ανεβαίνει επικίνδυνα.

«Λέανδρε, μην τρέχεις τόσο. Φοβάμαι.» μου είπε κάποια στιγμή η Τόνια, ενώ με την άκρη του ματιού μου την είδα σφιγμένη.

«Νόμιζα ότι σ' άρεσε η ταχύτητα.»

«Μ' αρέσει, όμως τώρα έχω κακό προαίσθημα κι εσύ τρέχεις πάρα πολύ. Κόψε, σε παρακαλώ.»

«Καλά.» είπα και άφησα το γκάζι για να πατήσω το φρένο, όμως εκείνο δεν με υπάκουσε.

Το πάτησα πάλι. Τίποτα. Αντί να κόψει ταχύτητα, το αυτοκίνητο ανέπτυξε κι άλλη, γιατί ο δρόμος ήταν κατηφορικός.

Ίσα που πρόλαβα να προσπεράσω ένα άλλο αυτοκίνητο, ο οποίος σίγουρα θα άρχισε να με βρίζει.

«Λέανδρε, τι κάνεις;! Σου είπα να κόψεις!»

«Δεν μπορώ! Δεν πιάνουν τα φρένα!» φώναξα, χάνοντας εντελώς την ψυχραιμία μου.

Η Τόνια έβαλε τα κλάματα.

«Όχι... Σε παρακαλώ, κάνε κάτι!»

«Δεν γίνεται τίποτα.» απάντησα, προσπαθώντας ακόμα: «Έλα, να πάρει... ΕΛΑ!» φώναξα στο αυτοκίνητο. Τα φρένα, για κάποιον ανεξήγητο λόγο, είχαν χαλάσει. Το αυτοκίνητο έτρεχε με ιλιγγιώδη ταχύτητα, ενώ εγώ το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να κρατάω σφιχτά το τιμόνι για να μην ξεφύγουμε απ' την πορεία μας, ευελπιστώντας ότι θα σταματήσει από μόνο του κάποια στιγμή.

Αυτό όμως στάθηκε αδύνατον με τόση ταχύτητα. Όλα έγιναν σε δευτερόλεπτα: έχασα τον έλεγχο και πέρασα στο αντίθετο ρεύμα. Είδα με φρίκη ένα άλλο αυτοκίνητο να έρχεται καταπάνω μας, ενώ όλη η ζωή πέρασε μπροστά απ' τα μάτια μου, πριν συγκρουστούμε. Το αυτοκίνητο εκτοξεύτηκε στον αέρα κι εγώ κατά κάποιον τρόπο πετάχτηκα έξω, έκανα μερικές σβούρες και προσγειώθηκα με δύναμη.

Ένιωσα κάτι να σπάει μέσα στο κεφάλι μου και το αίμα να τρέχει γύρω μου. Πέθαινα; Όλα τα αγαπημένα μου πρόσωπα πέρασαν από τη μνήμη μου, με τελευταία την Τόνια. Όλα έσβηναν. Η άσφαλτος μου φαινόταν σαν μαλακό κρεβάτι.

«Τόνια...» κατάφερα μόνο να πω, και ύστερα, καθώς όλα είχαν θολώσει, μου φάνηκε πως είδα τη φιγούρα της να σκύβει από πάνω μου.

Πρέπει να φύγω τώρα, αγάπη μου. Εσύ όμως θα μείνεις. Θα ζήσεις, και θα ζήσω κι εγώ μέσα από τις αναμνήσεις μας. Θα είμαι πάντα μαζί σου, και ας μη με βλέπεις. Την άκουσα να μου λέει πριν βυθιστώ στο σκοτάδι, για να ξυπνήσω τρεις μήνες μετά απ' το κώμα.

Τόνια, αγάπη μου, τώρα θα πρέπει να μάθω να ζω χωρίς εσένα... 

Στο επόμενο κεφάλαιο σας έχω πληροφορίες για ένα βιβλίο μου με αρκετές ατέλειες, αλλά που αγαπώ πάρα πολύ και έχει συναισθηματική αξία για μένα.

Τα Διηγήματα ΜουWhere stories live. Discover now