Κεφάλαιο 12: Nicholas

40 3 0
                                    

"Μαμά; εσύ είσαι;" Άρχισα να περπατάω προς το μέρος της. Στεκόταν πάλι εκεί, ανάμεσα στα κόκκινα τριαντάφυλλα που τόσο αγαπούσε και φορούσε το χιλιοφορεμένο άσπρο φόρεμα της.

Πριν το καταλάβω, άρχισα να τρέχω. Φοβήθηκα πως θα την χάσω, πως θα εξαφανιζόταν πάλι.

Όταν σταμάτησα μπροστά της, μου χαμογέλασε και τέντωσε το χέρι της προς το μέρος μου, περιμένοντας με να το πιάσω. Τέντωσα και εγώ το χέρι μου, αλλά λίγο πριν ακουμπήσει το δικό της έγινε ξανά το ίδιο.

Εξαφανίστηκε.

Ξύπνησα απότομα από τον εφιάλτη μου. Ιδρώτας είχε λούσει το στήθος και το πρόσωπο μου και προσπαθούσα να βρω τις αναπνοές μου.

Πάλι το ίδιο όνειρο.

Πάλι ο ίδιος εφιάλτης.

Άφησα το κρύο νερό να βρέχει το κορμί μου, μέχρι το περίεργο αίσθημα στο στομάχι μου από τον εφιάλτη να εξαφανιστεί. Δεν άργησε να το κάνει όταν η Viviana ήρθε ξανά στο μυαλό μου. Με συγχωρέσε και ήρθαμε πιο κοντά, στην απόσταση που χρειάζονται δύο άνθρωποι να για να ανταλλάξουν ένα φιλί. Αλλά το φιλί εκείνο δεν ήρθε ποτέ και όσο και να ήθελα τα χείλη της να ενωθούν επιτέλους με τα δικά μου, τώρα το ήθελα ακόμη περισσότερο. Σαν μια πρόκληση. Σαν ένα καινούριο μέρος που πέθαινα να εξερευνήσω. Ήξερα όμως πως θα χανόμουν.

"Επιτέλους" φώναξε πανηγυρικά ο αδερφός μου, αλλά χρειάστηκε να ακούσω το μέταλλο να κτυπάει στο ξύλινο πάτωμα για να συνειδητοποιήσω τι είχε μόλις τώρα γίνει.

Έχασα.

"Που ταξίδευε πάλι το μυαλό σου;"

Στο κορίτσι με το ξεχωριστό σημάδι στο πίσω μέρος του λαιμού... "Πουθενά" μάζεψα το ξίφος μου από το πάτωμα και το τοποθέτησα πίσω στην θέση του. Άρχισα να βγάζω την στολή μου και ο Henry με κοιτούσε με γουρλωμένα μάτια, λες και έβλεπε κάτι εξωπραγματικό.

"Τι κάνεις; δεν θα παλέψουμε άλλο;" Τοποθέτησα την στολή μου πίσω στην άσπρη ντουλάπα και άρχισα να περπατώ προς την πόρτα.

"Με περιμένει ο πατέρας στο δωμάτιο του θρόνου. Σε αντίθεση με εσένα, κάποιοι από εμάς έχουμε υποχρεώσεις" δεν γύρισα πίσω να τον κοιτάξω, αλλά ήξερα πως ήταν τσαντισμένος με αυτό που του είπα. Ήταν όμως η αλήθεια. Ο αδερφός μου ίσως και να μην γινόταν βασιλιάς ποτέ. Θα έμενε για πάντα πρίγκιπας, δηλαδή θα είχε λιγότερες υποχρεώσεις. Δεν θα ήταν αναγκασμένος να κάνει συνεχώς δημόσιες εμφανίσεις για τον λαό του, ούτε προσωπικές συναντήσεις με στόχο το συμφέρον, ούτε να παίρνει σοβαρές αποφάσεις που θα επηρέαζαν την ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων. Δεν θα χρειαζόταν να αφήσει τα όνειρα του, ούτε να παντρευτεί από συμφέρον. Δεν θα ήταν ολόκληρη του η ζωή σχεδιασμένη έτσι ώστε να ευχαριστεί τον λαό του ακόμη και αν αυτός δεν το ήξερε. Θα ήταν απλά ο εαυτός του. Εγώ σύντομα όμως δεν θα μπορούσα. Όχι πια.

Η χαμένη πριγκίπισσα Where stories live. Discover now