«Άγνωστος αριθμός..;»

299 20 2
                                    

Αν-Μισό λεπτό.
Σ-Αντρέα..πρέπει να τελειώνουμε με την Άννα.
Αν-τώρα..έρχομαι.
Σήκωσε το τηλέφωνο του που χτυπούσε.
«Άγνωστος αριθμός» .
Μόνο που καθόλου άγνωστος δεν ήταν.
Αν-Ναι;
Δ-ΤΟ ΗΞΕΡΕΣ ΕΤΣΙ;
Αν-ποιο;
Δ-ΜΗΝ ΜΟΥ ΚΑΝΕΙΣ ΤΟΝ ΧΑΖΟ!
ΤΟ ΗΞΕΡΕΣ ΟΤΙ Η ΑΝΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΓΚΥΟΣ;
Αν-Όχι. Η Αγγελική ήρθε και μας το είπε.
Εσύ πως το έμαθες;
Δ-δεν την πίεσες έτσι δεν είναι;
Αν-Δημήτρη πως το έμαθες;
Δ-Με πήρε η Άννα τηλέφωνο..
Αν-της μίλησες;
Δ-όχι..αλλά το μετάνιωσα Αντρέα..είναι έγκυος..και εγώ..είμαι τόσο ηλίθιος..
Αν-Δημήτρη..δεν μπορούσες να ξέρεις,
αφού δεν σου το είπε.
Δ-Κάνεις λάθος..ήθελε να κάνει υπέρηχο και να μου το πει μετά..ήθελε να μάθει πως το μωρό μας είναι καλά και θα μου το έλεγε..
Αν-Μην το κάνεις αυτό στον εαυτό σου.
Είναι η καλύτερη λύση.
Δ-ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΛΥΣΗ;
ΑΠΑΝΤΗΣΕ ΜΟΥ! ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΣΤΙΓΜΗ Η ΑΝΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΓΚΥΟΣ ΣΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΑΣ ΚΑΙ ΠΙΣΤΕΥΕΙ ΟΤΙ ΠΕΘΑΝΑ! ΤΟ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΕΙΣ;
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΛΥΣΗ ΣΟΥ;
Αν-Δημήτρη..ηρέμησε.
Δ-ΔΕΝ ΤΗΝ ΠΙΕΣΕΣ ΕΤΣΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ;
Ο Ανδρέας δεν μίλησε ενώ ο Δημήτρης πάνω στα νεύρα του και καθώς δεν είχε τον έλεγχο της κατάστασης σχεδόν από την αρχή, συνέχισε να του τα χώνει.
Δ-έτσι και πάθει τίποτα η Άννα θα σε θάψω!
Αν-δεν μπορούσα να το ξέρω ρε Δημήτρη.
Σε κανέναν δεν το είχε πει, ούτε καν σε εσένα.
Δ-Αυτό δεν είναι δικαιολογία..Δεν είναι και το ξέρεις..
Αν-Δημήτρη, δεν θα πάθει τίποτα. Άκουσε με.
Δ-ΟΧΙ! ΕΣΥ ΝΑ ΜΕ ΑΚΟΥΣΕΙΣ!
Έτσι και της συμβεί το οτιδήποτε
θα θεωρήσω εσένα υπεύθυνο!
Αν-πρέπει να βρούμε ποιος είναι αυτός που σε θέλει νεκρό και η Άννα είναι η μόνη που μπορεί να μας βοηθήσει.
Δ-δεν ξέρω αν θα αντέξει..
Αν-πρέπει να αντέξει.
Δ-φρόντισε την..σε παρακαλώ..
Αν-δεν θα πάρω τα μάτια μου από πάνω της, μείνε ήσυχος.
Εσύ είσαι στο μέρος που είπαμε;
Δεν σε είδε κανένας έτσι;
Δημήτρη, όλοι νομίζουν ότι πέθανες.
Δ-δεν με νοιάζει για τους άλλους..
Μόνο για την Άννα με νοιάζει..και για το παιδί μας..
Αν-Θα είναι μια χαρά, άκουσε με.
Θα την προσέχουμε εμείς.
Δ-Οτιδήποτε ζητήσει..-
Τον διέκοψε για να ολοκληρώσει την σκέψη του αφού είχε καταλάβει που το πήγαινε.
Αν-Μην ανησυχείς.
Την υπόθεση την έχει αναλάβει η Αγγελική και είναι συνέχεια δίπλα της.
Μία χαρά θα είναι η πριγκιπέσσα μας.
Μην ανησυχείς.
Δ-Δεν γίνεται να μην ανησυχώ ούτε και να ηρεμήσω. Την έχουμε βάλει στο στόμα του λύκου! Το καταλαβαίνεις;
Αν-Δημήτρη..ηρέμησε.
Θα σε αφήσω γιατί πρέπει να πάμε με τον Σταύρο και την Αγγελική την Άννα στον ανακριτή.
Για το οτιδήποτε θα σε πάρω εγώ.
Μην τολμήσεις να με ξαναπάρεις..και μην βγεις από εκεί που είσαι.
Έκλεισαν το τηλέφωνο και ο Ανδρέας πήγε εκεί που βρισκόταν ο Σταύρος.
Σ-άντε ρε Αντρέα!
Είναι ήδη μέσα και η Αγγελική,
έφεραν και την Άννα. Τι έκανες τόση ώρα;
Αν-εντάξει..πάμε. Τελείωσα.
Μπήκαν μέσα στον ανακριτή και μπόρεσαν επιτέλους να ξεκινήσουν.
-Κυρία Ροδίτη.
Μπορείτε να μας πείτε τι είναι αυτά;
Άπλωσε τρεις φωτογραφίες μπροστά της.
Στην μία βρισκόταν το κολιέ που της είχε κάνει δώρο ο Δημήτρης στα γενέθλια της,
ματωμένο τώρα πια.
Στην δεύτερη αποτυπώματα από γυναικεία παπούτσια και στην τρίτη σταγόνες αίματος που βρέθηκαν επάνω σε μία από τις τσάντες της.
Η Άννα τα κοιτούσε και τα μάτια της βούρκωσαν.
Γύρισε προς το μέρος της Αγγελικής η οποία της έγνεψε καταφατικά και ύστερα σκούπισε τα μάτια της κοιτάζοντας ξανά τις φωτογραφίες.
-Αναγνωρίζετε κάτι από όλα αυτά;
Το δεξί της χέρι αυτόματα ακούμπησε την κοιλιά της στην προσπάθεια της να την χαϊδέψει ενώ οι ανάσες της ήταν κοφτές και γρήγορες.
-Κυρία Ροδίτη..απαντήστε.
Υπερασπιστείτε την θέση σας.
Δικηγόρος είστε.
Όλα αυτά καθώς τα άκουγε η Άννα ήταν σαν μία βοή στα αυτιά της.
Ανοιγόκλεινε τα μάτια της και έβλεπε μαύρο. Κενό. Σαν να έχανε την όραση της.
-Κυρία Ροδίτη απαντήστε.
Χάιδευε με τον αντίχειρα της την κοιλιά της προσπαθούσε να κρατηθεί από κάπου.
Ήθελε να πιαστεί από το μωρό τους αλλά ένιωθε πως χανόταν μέσα σε μία τεράστια τρύπα χωρίς να βλέπει φως στον ορίζοντα.
-Από ότι φαίνεται, η κυρία Ροδίτη προτιμά να σιωπήσει και όλο αυτό θα επιβαρύνει την θέση της. Για αυτό και θα τεθεί υπό κράτηση.
Η απόφαση παρθηκε και έπρεπε να φύγουν από το δωμάτιο. Πήγε ο Ανδρέας κοντά της προσπαθώντας να την βοηθήσει να σηκωθεί.
Αν-Έλα Άννα..πάμε.
Κούνησε καταφατικά το κεφάλι της ενώ εκείνη την στιγμή σηκώθηκε και την έβγαλαν έξω από την αίθουσα.
Την μετέφεραν στο κρατητήριο.
Η Άννα δεν έβγαλε λέξη.
Της πήγε ο Ανδρέας νερό και κάτι να φάει ενώ εκείνη την στιγμή πήγε και η Αγγελική να την δει.
Αν-Άννα..αν δεν φας θα πέσεις κάτω.
Αν δεν θέλεις να το κάνεις για σένα..σκέψου τουλάχιστον το μωράκι σας.
Η Άννα γύρισε και τον κοίταξε όταν ανέφερε το μωρό όμως δεν είχε κουράγιο να τον ρωτήσει από που το έμαθε.
Απλά υπέθεσε μέσα της πως το γνώριζε από τον άνθρωπο που της μίλησε και είχε δίκιο.
Για ακόμα μία φορά.
Αν-Ορίστε ήρθε και η Αγγελική.
Αγ-άφησε μας για λίγο μόνες.
Αν-δεν έχει φάει τίποτα.
Αγ-μην ανησυχείς.
Είπαν ψυθιριστα ο ένας στον άλλον καθώς πήγε κοντά της.
Αγ-άνοιξε μου.
-μάλιστα κυρία εισαγγελέα.
Της άνοιξε την πόρτα του κελιού της Άννας και την έκλεισε πίσω της ενώ πήγε και κάθισε κοντά της αφήνοντας τα πράγματα τα οποία της έδωσε νωρίτερα ο Ανδρέας κάτω.
Αγ-πως είστε;..
Έγειρε το κεφάλι της η Άννα στον ώμο της Αγγελικής ενώ της χάιδεψε απαλά το πόδι.
Αγ-Άννα μου..μίλησε μου..μπορώ να σε βοηθήσω..αρκεί να μου πεις..
Αναστέναξε ενώ επιτέλους κατάφερε να της μιλήσει. Να της ανοιχτεί.
Α-θέλω να φύγω..Αγγελική..θέλω να πάω να τον δω..
Αγ-μην το κάνεις αυτό κοριτσάκι μου..κάντο για το μωράκι σας που μεγαλώνει μέσα σου..σε παρακαλώ..
Α-Δεν μπορώ να την μεγαλώσω μόνη μου..δεν θα μπορέσω ποτέ να την κοιτάξω στα μάτια..
Αγ-θα μπορέσεις..γιατί θα έχει τα ματάκια σου..και γιατί είναι το κοριτσάκι σου..
Α-του μοιάζει πολύ..είναι ίδια ο μπαμπάς της..
Είναι πανέμορφη..αλήθεια..είναι πανέμορφη..
Αγ-αγάπη μου..είναι τόσο τυχερή που σε έχει..
Όμως πρέπει να φας κάτι..
Α-δεν μπορώ..
Αγ-τι νιώθεις..; Ζαλίζεσαι..;
Εξέπνευσε και της απάντησε με όση δύναμη της είχε απομείνει.
Α-ναι..Αγγελική..
Αγ-πες μου..
Α-μπορείς να μου φέρεις λίγο νερό..;
Αγ-φυσικά.
Της το έδωσε και η Άννα κατάφερε και ήπιε δυο γουλιές και της το έδωσε πίσω.
Αγ-καλύτερα..;
Της έγνεψε καταφατικά ενώ πραγματικά ήταν πολύ κουρασμένη. Είχε χάσει το χρώμα της.
Ήταν κάτασπρη και πολύ εξαντλημένη.
Αγ-θέλεις να σε αφήσω να κοιμηθείς;
Την έβλεπε πως είχε ακουμπισμένο το χέρι της επάνω στην κοιλιά της και προσπαθούσε έχοντας το κεφάλι της ελαφρώς πίσω να κλείσει έστω και λίγο τα μάτια της για να συνέλθει.
Α-όχι..σε παρακαλώ..μείνε..
Είπε συνεχίζοντας τα μάτια της να είναι κλειστά.
Η Αγγελική της χάιδεψε το χέρι με το οποίο κρατούσε την κοιλιά της και την κοίταξε με ένα βλέμμα γεμάτο στοργή.
Αγ-θα μείνω..δεν θα φύγω..μην ανησυχείς..
Α-σε ευχαριστώ..
Αγ-ζαλίζεσαι..;
Α-νιώθω..πολύ περίεργα..σαν να μου επιτίθεται το σώμα μου..
Αγ-ησύχασε..ηρέμησε αγάπη μου..λογικό είναι..
Είπε χαϊδεύοντας την απαλά στα μαλλιά.
Αγ-η μικρούλα διεκδικεί σιγά σιγά τον χώρο της..για αυτό νιώθεις έτσι..
Α-το ξέρω..αλλά..αλλά..αλλά..δεν μπορώ..
Η Άννα έχασε τις αισθήσεις της.
Η Αγγελική τα έχασε και προσπάθησε να την συνεφέρει.
Αγ-Άννα..Άννα..Άννα..Άννα μου!
Ξυπνά σε παρακαλώ! Άνοιξε τα μάτια σου!
Γύρισε και φώναξε στον φύλακα απέξω.
Αγ-φωνάξτε ένα γιατρό και τον αστυνόμο Παπαδάκη τωρα!
-μάλιστα κυρία εισαγγελέα.
Κατάφερε να την συνεφέρει μόνη της και μετά από λίγο η Άννα άνοιξε τα μάτια της.
Τότε ήταν που ανακουφίστηκε η ίδια της.
Αγ-Άννα μου..Άννα μου..είσαι καλά;
Τα μάτια της γέμισαν με δάκρυα ενώ τότε
η Αγγελική την αγκάλιασε.
Αγ-μην κλαις..μην κλαις κοριτσάκι μου..όλα είναι καλά..μην ανησυχείς..
Εκείνη την στιγμή ήρθε ο Ανδρέας και τις είδε πεσμένες στο πάτωμα.
Αν-άνοιξε μου.
Είπε στον φύλακα και μπήκε μέσα στο κελί ενώ τις πλησίασε.
Αν-Άννα μου..πως είσαι;
Συγνώμη που δεν μπόρεσα να έρθω νωρίτερα.
Αγ-να την βοηθήσουμε να σηκωθεί;
Αν-ναι φυσικά.
Την κράτησαν και την βοήθησαν να σηκωθεί βάζοντας την να καθίσει ενώ βρισκόταν κοντά της.
Αν-θέλεις λίγο νερό;
Έγνεψε καταφατικά ενώ πήρε το νερό και της το έδωσε. Η Αγγελική και η Άννα κρατούσαν το χέρι η μια της άλλης.
Α-σε..ευχαριστώ..
Ήπιε δυο γουλιές και του το έδωσε πίσω αν και με δυσκολία.
Αν-είσαι καλύτερα;
Του έγνεψε καταφατικά ενώ είδαν πως έτρεμαν τα χέρια της.
Αν-Ο γιατρός θα έρθει σε λίγο..εντάξει..;
Αγ-θέλεις να φας λίγο..;
Α-όχι..Αγγελική..
Αγ-πες μου..
Α-Δεν..νιώθω..καλά..
Έτρεμε ολόκληρη ενώ η Αγγελική την πήρε στην αγκαλιά της και άγγιξε το μέτωπο της.
Ήταν ζεστή. Άρχισε να την χαϊδεύει στο σώμα της για να την ζεστάνει και ύστερα στα μαλλιά της για να την ηρεμήσει όπως μπορούσε.
Αγ-ηρέμησε κοριτσάκι μου..όλα καλά θα πάνε..
Ο φύλακας εκείνη την στιγμή φώναξε τον Ανδρέα.
-Αστυνόμε. Ελάτε λίγο.
Αν-έρχομαι.
Γύρισε τότε και κοίταξε την Αγγελική αφού σηκώθηκε από το πάτωμα.
Αν-έρχομαι σε λίγο.
Του έγνεψε καταφατικά ενώ προσπαθούσε να ηρεμήσει την Άννα.
Εκείνος βγήκε από το κελί ενώ μετά από ούτε πέντε λεπτά ήρθε ο γιατρός.
Τον έφερε ο Ανδρέας.
Του άνοιξε το κελί και μπήκε μέσα.
Γ-ποια είναι η κατάσταση της;
Ρώτησε καθώς τις πλησίασε.
Αγ-λιποθύμισε πριν από λίγο..το πρόσωπο της καίει και τρέμει ολόκληρη.
Άρχισε να την εξετάζει ενώ έβλεπε πως και κατά την διάρκεια είχε το χέρι της ακουμπισμένο στην κοιλιά της.
Η Αγγελική έσπευσε να του εξηγήσει καθώς
η Άννα δεν μπορούσε σχεδόν ούτε να ανοίξει τα μάτια της από τον πυρετό.
Αγ-είναι έγκυος..αν μπορείτε να την προσέξετε..
Γ-μην ανησυχείτε..δεν θα της δώσω κάτι που να βλάψει την εγκυμοσύνη της.
Άρχισε να την εξετάζει προσεχτικά.
Της μέτρησε την θερμοκρασία είχε 38,9.
Της χορήγησε κάτι που δεν μπορούσε να βλάψει την κατάσταση της ενώ συνέστησε ξεκούραση και όσο μπορεί, να τρώει. Αναγκαστικά έφαγε έστω και τέσσερις μπουκιές αλλά το έκανε.
Η Αγγελική βγήκε έξω από το κελί της για να μιλήσουν με τον Ανδρέα στον διάδρομο ώστε να μην τους ακούσει η Άννα.
Αγ-πρέπει να την πάμε στο νοσοκομείο.
Αν-δεν γίνεται να την πάμε στο νοσοκομείο!
Αγ-Μπορεί να συμβεί κάτι είτε στην ίδια είτε στο μωρό. Δεν το καταλαβαίνεις;
Από πότε έγινες τόσο σκληρός;
Αν-Αγγελική..είναι κρατούμενη.
Δεν μπορούμε να κάνουμε εξαιρέσεις και το ξέρεις.
Αγ-Ωραία..Πολύ ωραία..Αφού δεν θέλεις..δεν θα πάει στο νοσοκομείο όμως πρέπει να της φέρουμε τα απαραίτητα έστω για ένα βράδυ.
Αν-Αγγελική..
Αγ-πρέπει να ζεσταθεί..διαφορετικά δεν θα της πέσει ο πυρετός.
Στο τέλος ο Ανδρέας υποχώρησε και συμφώνησε μαζί της.
Αν-θα πω να της φέρουν ένα μαξιλάρι και μία κουβέρτα.
Αγ-σε ευχαριστώ..
Πράγματι της έφεραν τα απαραίτητα και έτσι έγινε το αφιλόξενο και κρύο κελί κάπως πιο ανθρώπινο έστω και για ένα βράδυ.
Η Αγγελική κάθισε μαζί της μέχρι να την πάρει ο ύπνος.
Δεν σταμάτησε να την χαϊδεύει στιγμή ενώ τις έβλεπε ο Ανδρέας από την κάσα της πόρτας.
Αγ-θα βρούμε ποιος το έκανε..σου το υπόσχομαι..ξεκουράσου κοριτσάκι μου..όλα θα πάνε καλά..
Τότε ήρθε ο Σταύρος.
Είδε τον Ανδρέα και δεν δίστασε φυσικά με τον ρωτήσει.
Σ-σκοπιά φιλάς; Γιατί κοιτάζεις έτσι;
Αν-δεν ξέρω τι να πιστέψω ρε Σταύρο..
Σ-και εγώ στα ίδια είμαι..
Αν-από την μία η Άννα είναι παρορμητική αλλά τον Δημήτρη τον λάτρευε.
Σ-δεν νομίζω να το έκανε η Άννα.
Είναι τόσο έξυπνη..δεν θα μας το έκανε τόσο εύκολο..άσε που δεν είχε και κίνητρο.
Εδώ περιμένει και το παιδί του.
Αν-δεν έχεις άδικο..
Σ-Εγώ θα πάρω την Αγγελική να πάμε σπίτι.
Εσύ εδώ θα κάτσεις;
Αν-ναι..θα μείνω να την προσέχω.
Σ-όπως θες.
Όταν τα παιδιά έφυγαν ο Ανδρέας έμεινε εκεί.
Στην πόρτα να την κοιτάζει. Να την προσέχει.
Αν-Αχ βρε πριγκιπέσσα μου..συγνώμη..
Έπρεπε να τον πάρει τηλέφωνο και το έκανε.
Δ-Έπαθε κάτι η Άννα;
Αν-Δημήτρη..προσπάθησε να μείνεις ψύχραιμος.
Δ-Μίλα ρε! Τι έπαθε η Άννα;
Αναστατώθηκε αμέσως όταν άκουσε το όνομα της. Ήξερε πως αυτό που θα άκουγε ότι δεν ήταν για καλό.
Αν-ανέβασε πυρετό, φωνάξαμε γιατρό.
Της έδωσε αντιπυρετικά και τώρα κοιμάται.
Δεν άντεχε να μην δεν ξεσπάσει.
Ήθελε να είναι εκεί, κοντά της.
Δ-Πως έγινε ρε Αντρέα;
Μία δουλειά σου ζήτησα να κάνεις!
Μία! Να την προσέχεις!
Αν-δεν μπορούσα να κάνω διαφορετικά Δημήτρη και το ξέρεις.
Ο τόνος της φωνής του άλλαξε και ρώτησε αυτό που πραγματικά τον έκαιγε μέσα του.
Δ-Είναι καλά..;..είναι καλά..και οι δυο..;
Αν-μία χαρά είναι οι γυναίκες σου..μην ανησυχείς..είναι πολύ δυνατές..και οι δύο..
Ο Δημήτρης ανακουφίστηκε και όσες κακές σκέψεις είχαν περάσει από το μυαλό του άρχισαν σιγά σιγά να φεύγουν.
Δ-Αντρέα..η Άννα δεν θα αντέξει..πρόσεχε την..σε παρακαλώ..
Αν-την προσέχουμε..μην ανησυχείς..κάνουμε ο,τι μπορούμε..
Για εκείνον δεν ήταν αρκετό.
Ήθελε να είναι δίπλα της τώρα αλλά δεν γινόταν. Να μπορούσε να την πάρει αγκαλιά και να συζητούσαν για το μωράκι τους μέχρι να την πάρει ο ύπνος με το κεφάλι της να ακουμπάει στο στήθος του και με το χέρι της να χαϊδεύει το σημάδι του όπως της άρεσε να κάνει πάντα.
Όπως και το να κοιμάται εξαιτίας του ρυθμού της καρδιάς του.
Ήταν αυτό που την ηρεμούσε πάντα.
Αλλά και εκείνον. Τον ηρεμούσε το να την νιώθει αλλά και την μυρωδιά της, το άγγιγμα της.
Εκείνη. Την γυναίκα του.
Εκείνο το βράδυ δεν ήταν έτσι.
Είχαν χωρίσει οι δρόμοι τους και δεν ήξεραν πότε και αν θα ενωνόταν ξανά.
Τους χώριζαν πολλά αλλά τους ένωνε ένα.
Αυτό που ήθελαν καιρό. Την κόρη τους.
«Δ-Να μου τις προσέχεις..»

«Υπάρχει λόγος;»Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα