Η πρώτη συζήτηση- Κεφ. 2

6.7K 476 27
                                    

Καθώς πηγα να ανοίξω την πόρτα άκουσα ανθρώπους να μιλάνε από μέσα και υπέθεσα πως ήταν φίλοι των γονιών μου.

Όμως έκανα λάθος.

Με το που πάτησα το πόδι μου στην κουζίνα κοκάλωσα.

Οι άνθρωποι που ήταν στην κουζίνα ήταν οι καινούριοι μας γείτονες. Και μαντεεεψτεε έφεραν και τον γιο τους.

"Αα Ελένη, αυτή είναι η κόρη μας η Ελπίδα" είπε η μαμά μου και εγώ χαμογέλασα δίνοντας το χέρι μου.

"Από εδώ είναι η κυρία Ελένη, ο κύριος Σταμάτης και ο γιος τους ο Χρήστος" σύστησε η μαμά μου.

"είναι οι νέοι μας γείτονες" συμπλήρωσε και έκατσε ξανά στην καρέκλα.

Χρήστος εε;; Λες να θυμάται πως τον κάρφωνα με το βλέμμα από το παράθυρο;;

"Χάρηκα για την γνωριμία" είπα ευγενικά και κοίταξα τον κανένα τους ξεχωριστά.

Ο Χρήστος απλά έπαιζε με το κινητό του, ούτε καν με χαιρέτησε.

" Κι εμείς χαιρόμαστε καλή μου, είσαι πολύ όμορφη" είπε η Κ. Ελένη

Τότε ο Χρήστος σήκωσε το βλέμμα του από το κινητό επιτέλους και μετά από ένα παράπονο της μαμάς του μίλησε.

"Χρήστος" είπε μόνο και ξανακοίταξε στο κινητό του.

Είχε πανέμορφα γαλαζοπράσινα μάτια  και τέλειες γωνίες. Νομίζω έχει και λακάκια αλλά σιγά μην χαμογελάσει για να δω.

Έτσι είστε Κύριε απόμακρε Χρήστο;;

"Ναι, το άκουσα ήδη" είπα για να τον κοντράρω.

Εκείνος με ξανακοίταξε και μου είπε:

"Προφανώς. Γι' αυτό έχεις αυτιά" Και χαμογέλασε ειρωνικά.

Γαμώτο όντως είχε λακάκια...

Πριν προλάβω να μιλήσω πήρε το λόγο ο Κύριος Σταμάτης.

"Λοιπόν Ελπίδα, για πες μας πόσο είσαι;"

Προσπάθησα να μην κοιτάζω τον Χρήστο, αλλά ήταν δύσκολο. Ήταν ελκυστικός μα τέρμα αγενής.

"Δεκαεπτά" απάντησα.

"Ααα, άρα πας Τρίτη;;" με ρώτησε ξανά.

"Ναι, η τελευταία χρονιά" είπα

"Εμ, λογικά;;" είπε πάλι ο Χρήστος ειρωνικά εγώ τον αγριοκοίταξα.

"Ωραία, κι ο Χρήστος πάει Τρίτη" λέει ο πατέρας του Χρήστου.

"Καλέ, γιατί δεν πάτε αύριο μαζί σχολείο να του δείξεις και τα κατατόπια;" είπε ενθουσιασμένη η μαμά του.

Δεν φαινόταν και τόσο καλός, αλλά δεν ήθελα να είμαι αγενής.

"Εγώ δεν έχω..." πήγα να απαντήσω αλλά με διέκοψε.

"Εμ, όχι; μόνο μου θα πάω. Σιγά το δύσκολο δίπλα είναι" απαντάει τελικά εκείνος.

Τι σπαστικός, Θεε μου!!

"Όπως θες" είπα απλά

Έκατσα εκεί για κανένα πεντάλεπτο και μετά βαρέθηκα οπότε ανέβηκα στο δωμάτιό μου για να κάνω μπάνιο.

Όταν βγήκα πήγα με την πετσέτα μέχρι το δωμάτιο.

"Πας καλά παιδί μου;  Τι κάνεις εδώ;" ρωτάω τον Χρήστο που καθόταν άνετος στο κρεβάτι μου..

"Οι γονείς σου μου είπαν να έρθω όκει;" απάντησε βαριεστησμένα.

"Και δεν νομίζεις πως έπρεπε να με προειδοποιήσεις; Στο μπάνιο ήμουν!" λέω θυμωμένα

Τότε τα μάτια του κοίταξαν το σώμα μου που ήταν ακόμη τυλιγμένο μέσα σε μια πετσέτα.

Κοίταξα κι εγώ κάτω.

"Πάω να αλλάξω" λέω και βγαίνω από το δωμάτιο.

Πέντε λεπτά αργότερα μπαίνω πάλι μέσα και τον βλέπω να πειράζει τα βιβλία μου.

"Μα καλά σπασικλάκι είσαι και έχει τόσο βιβλία; Παράξενο, γιατί νόμιζα πως ήσουν τούβλο" μου λέει και ρουθουνίζει.

"Δε μας χέζεις λέω γω ρε βλάκα" του πετάω.

Μα δεν μπορούσα να κρατηθώ άλλο! Κι εγώ άνθρωπος είμαι!

"Πρόσεχε πώς μου μιλάς μικρή" λέει αυστηρά και με πλησιάζει.

"Ό,τι πεις μεγάλε" του λέω και πάω να γυρίζω αλλά μου πιάνει το χέρι.

"Η ειρωνία όχι σε μέσα καλή μου εντάξει;"

Μα καλά ποιος νομίζει πως είναι δηλαδή. Τραβάω το χέρι μου και κάνω δυο βήματα πίσω.

"Χρήστο, φεύγουμε" ακούω τη μαμά του από κάτω.

Ψυθίρισε κάτι σε "καιρός ήταν" αλλά δεν πολυκατάλαβα.

Ανοίγει την πόρτα.

"Όνειρα γλυκά" λέει ειρωνικά και κατεβαίνει τις σκάλες.

"Άι παράτα μας" φωνάζω λίγο και κλείνω την πόρτα μου με δύναμη.

Με είχε εξαγριώσει τόσο πολύ που τον σκεφτόμουν όλο το βράδυ και έβγαζα καπνούς από τα αυτιά μου.

Τον ηλίθιο.

▪ ~ ▪ ~ ▪ ~ ▪ ~ ▪
Γεια και πάλι!
Καινούριο κεφαλαιάκι❤
Ελπίζω να σας άρεσε🎀
Τα πηγαίνουν απίστευτα ο Χρήστος και η Ελπίδα εε 😂😂#νοτ 💝
Και ναιι έχω βρει τους χαρακτήρες μας!! 💜
Το επόμενο που θα ανεβάσω μάλλον θα είναι με αυτούς😘
Έχω όρεξη οπότε μπορεί να ανεβάσω και κατά το βραδάκι ένα κεφ 💞
Τα λέμεεε 🌟

Το μέταλλο στον μαγνήτη τουΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα