Φύγε Στέφανε

206 16 0
                                    

"δεν μπορεί"
Νόμιζα ότι ήμουν σε έναν εφιάλτη και ξαφνικά θα ξυπνούσα το χαρτί έλεγε το όνομα του στεφάνου και το όνομα της μικρής μου
Πιστοποιουσε ότι το τεστ είχε βγει θετικό
Πως είναι δυνατόν κατι τέτοιο δεν γίνεται
Μάζεψα γρήγορα το χαρτί από το πάτωμα και το βαλα βιάστηκα στο φάκελο
Το άφησα κάτω για να μην καταλάβει ότι το είδε η το πείραξε κάποιος..

Άνοιξε ξαφνικά η πόρτα
"τι κάνεις εσύ εδώ έχεις ακόμα κλειδιά?"
"έτσι υποδέχεται τον άντρουλη σου"
"δεν είσαι άντρας μου πια πάρτο χαμπάρι"
"στα χαρτιά όμως"
"όταν βγει το διαζύγιο θα στο τριψω στην μούρη"
"εντάξει κοίτα να το κάνεις καλά όμως"
Και άρχισε να γελάει ο γέλιος το κάθαρμα έχει τόσο θράσος μετά από όλα αυτά και αυτά που έκανε τοτε από την μέρα που τα έμαθα όλα δεν θέλω ούτε μπροστά μου να τον βλέπω

Περπάτησε και πήγε στο καναπέ και έκατσε
" θέλω να μιλήσουμε "

Πλησιάσα και έκατσα στην άλλη άκρη
"τι να πούμε?"
"το παιδί του το είπες;"
"ε εντάξει θα του το πούμε είναι μικρή ακόμα"
"πρέπει να ξέρει ότι παράτησες τον πάτερα της"
"τον παράτησα? Πως θα σου φαινόταν να έλεγα ότι με κερατώνε τόσο καιρό ο πατέρας της,"
"το Κάνες ολόκληρο θέμα πια"
"α όχι δεν είναι μωρέ σιγά το ότι μπορεί να με κοροϊδεύεις να με πληρώνεις όχι η ανθρώπινη ψυχή δεν σου λέει τίποτα την Πάρτη σου μόνο είσαι αναίσθητος ούτε αισθήματα έχεις ούτε καρδια"

Σηκώθηκε πάνω και με πλησιάσε φοβήθηκα δεν θα το κριψω
Γονάτισε μπροστά μου και οι ματιές μας συναντήθηκαν
" δεν είμαι τόσο αναίσθητος όσο νομιζεις"
" αλήθεια α σωστά είσαι ακόμα πιο πολύ "
" ήξερα από την αρχή για το ποιος ήταν ο πατέρας της Στέφανιας μας 

Κόκαλοσα δεν ήξερα τι να πω καθόμουν και τον κοιτούσα σαν χαμένη προσπαθώντας να καταλάβω τι μόλις μου είπε

"ο.. Ορίστε"
"το μεγάλωσα σαν δικό μου παιδί παρόλο που ήθελα να είναι δικό μου και δικό σου να έχεις ένα κομμάτι μου θύμωσα που δεν είμαι ο πάτερας της αλλά την μεγάλωσα με φωνάζει μπαμπά και Ας πονάω που δεν είμαι"

Σηκώθηκε και χωρίς να περιμένει απάντηση μου άνοιξε την πόρτα και έφυγε
Με άφησε έτσι χωρίς να μπορώ να μιλήσω να αντίδρασω
Κάποια στιγμη άκουσα την πορτα μπήκε τρέχοντας η μικρή μου μέσα και με αγκάλιασε πίσω της ερχόταν ο Στέφανος με την τσάντα στο χερι

"αντε πήγαινε να πλύνεις τα χεράκια σου να σερβίρω"

"στέφανε έλα λίγο"
"έλα καλά η μικρή είναι πανέξυπνη τα πάει περίφημα"
"ναι πήρε από τον πατέρα της μάλλον"

Γύρισε και με κοίταξε σαν κουτάβι
"πως σου ήρθε αυτό να το πεις;"

Πήγε μέσα και έφερα τον φάκελο στα χέρια μου και τον πέταξα στο πάγκο μπροστά του

" μπορείς να έχεις μια καλή απάντηση γιαυτό εδώ "
" Αθήνα θα σου το λεγα "
" στέφανε πήρες διγμα από το ίδιο μου το παιδί χωρίς την έγκριση μου φέρθηκες ύπουλα κάτω από την μύτη μου"
"Αθήνα άκουσε με"
"τι να ακούσω ε τι δεν ξέρω και εγώ πόσο καιρο το έχεις στέφανε τελικά ένας ένας με απογοητευετε μ αρέσει που έλεγες για τον Αλέξη ιδιος είσαι "
" Αθήνα γάμο άκου με "
" φύγε Στέφανε "

Ένας παλιός φίλος Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα