Κεφάλαιο 2

45 11 6
                                    

Ο Στέφανος με ακολούθησε στο μπαρ υπό τα αδιάκριτα βλέμματα των πατεράδων μας.

"Νομίζω ότι αρχίζω να αισθάνομαι λίγο άβολα" , είπα δείχνοντας με τα μάτια μου το σημείο όπου στέκονταν και μας κοίταζαν .

"Δεν χρειάζεται , χαλάρωσε και άστους να κοιτάνε όσο θέλουν", χαμογέλασε στραβά ο Στέφανος. "Καιρό τώρα, ξέρεις, ο πατέρας μου μου έλεγε για σένα και οφείλω να ομολογήσω ότι είσαι πολύ πιο... γοητευτική από όσο μου περιέγραφε" , είπε καρφώνοντας τα σκούρα κάστανα του μάτια στα δικά μου, κάνοντας με να νιώσω ακόμα πιο άβολα από ότι όταν μας κοιτούσαν οι πατεράδες μας.

 "Ευχαριστώ , απάντησα λίγο πιο ντροπαλά από ότι θα ήθελα, καθώς παρατηρώντας τον δεν μπορούσα να καταλάβω εάν μου έλεγε την αλήθεια ή απλά μου έκανε κομπλιμέντα .

"Μια κοπέλα σαν εσένα δεν θα έπρεπε να ντρέπεται" , μου είπε προσέχοντας το κοκκίνισμα μου.

"Βρίσκεις ;"

"Και βέβαια", απάντησε με σιγουριά. "Δεν θα απορούσα αν είχες αγόρι",  ρώτησε έμμεσα, μα με προσμονή πως η απάντηση θα ήταν αρνητική.


Ευτυχώς για μένα μας ανακοίνωσαν ότι ξεκινάει το γκαλά και βγήκα από τη δύσκολη θέση . Δυστυχώς ο πατέρας μου τα είχε κανονίσει έτσι ώστε να βρισκόμαστε στο ίδιο τραπέζι . Έτσι όλο το βράδυ είχα το Στέφανο από δίπλα να μου κάνει φιλοφρονήσεις. Από αυτά που έλεγε κατάλαβα πως με έβλεπε απλά σαν άλλο ένα κομμάτι κρέας . Όπως οι περισσότεροι άντρες . Ήταν προφανές πως οι γνώσεις μου τον άφησαν αδιάφορο . Προσπάθησα να αλλάξω τη συζήτηση και για αυτό στράφηκα σε ένα κοινό θέμα.

"Ξέρεις" , του λέω," αυτά τα δείπνα με αφήνουν παγερά αδιάφορη . Τόσα λεφτά και αξιοποιούνται με λάθος τρόπο."

"Τι εννοείς;  Αφού είμαστε εδώ για να βοηθήσουμε. Δε νομίζω ότι 5.000€ το άτομο τους κακόπεσε."

"Πόσα ;", είπα λίγο πιο δυνατά από ότι συνήθιζα να μιλάω, τραβώντας την προσοχή των υπολοίπων του τραπεζιού. Αν δεν υπήρχε η μουσική σίγουρα θα με είχαν ακούσει.\

"Γιατί εκπλήσσεσαι έτσι ;", με ρώτησε χαλαρός.

"Τι είναι αυτά που λέει ;", γύρισα και κοίταξα απότομα τον πατέρα μου ." Δώσαμε 5.000€ το άτομο για να έρθουμε εδώ, ενώ πολύ απλά θα μπορούσαμε να τα δωρίσουμε σε κάποιο ίδρυμα;"

"Σε παρακαλώ πολύ Ιζαμπέλα χαμήλωσε λίγο τους τόνους" , πήρε το λόγο η Βίβιαν εμφανώς ενοχλημένη από την απρεπή συμπεριφορά μου.

"Εμένα να με συγχωρείτε πάω να πάρω λίγο αέρα" , είπα δυνατά, κοπανώντας την πετσέτα μου πάνω στο τραπέζι ενώ, πλέον, με κοιτούσαν και τα διπλανά . 

"Ιζαμπέλα περίμενε" , φώναξε ο Στέφανος μα τον αγνόησα επιδεικτικά.

Βγήκα τρέχοντας από την αίθουσα και ξεκίνησα με γοργό βηματισμό να περπατάω στο δρόμο, προκαλώντας σύγχυση στον υπόλοιπο κόσμο που πήγαινε με το πάσο του. Είχε μια πλατεία εκεί κοντά που πήγαινα όταν ήμουν μικρή με τον μπαμπά μου, οπότε αποφάσισα να πάω εκεί. Πραγματικά είχα γίνει έξαλλη με αυτό που άκουσα, όποτε για να ξεθυμάνω περπάταγα σαν τρελή .
*I don't believe that anybody feels the way I do about you now *
Αυτή η φωνή... από που προέρχεται αναρωτήθηκα . Κοίταξα στον πεζόδρομο αριστερά μου και είδα έναν νεαρό γύρω στα 24 να παίζει κιθάρα τραγουδώντας το "Wonderwall" των Oasis. Είχε αγγελική φωνή , τόσο που ανατρίχιασα . Δεν ξέρω αν ήταν το τραγούδι που με άγγιζε τόσο πολύ ή αυτή του η χροιά . Όπως και να έχει δεν μπορούσα να σταματήσω να τον κοιτάω . Στάθηκα κι εγώ στο μικρό κοινό που είχε δημιουργηθεί γύρω του και κάρφωσα το βλέμμα μου πάνω του . Οι καστανόξανθες μπούκλες του έπεφταν άτσαλα στα καστανά του μάτια . Τα χέρια του άγγιζαν τόσο επιδέξια την κιθάρα , θαρρείς και και οι χορδές κινούνταν από μόνες τους . Χάθηκα στη μαγευτική του φωνή , χωρίς να έχω συναίσθηση της πραγματικότητας . Μόνο όταν το τραγούδι τελείωσε κατάφερα να επανέλθω και να χειροκροτήσω ενθουσιασμένη . Έβγαλα 50€ και τα άφησα στη θήκη της κιθάρας του , όπου κι άλλοι άφηναν από ένα κέρμα . Μόλις το είδε γούρλωσε τα μάτια του. Κάρφωσε το βλέμμα του πάνω στο δικό μου και με κοίταξε διαπεραστικά.
"Σε παρακαλώ , δεν μπορώ να δεχτώ τόσα χρήματα μου", είπε με μια μπάσα και κάπως βραχνή  φωνή. 

"Γιατί όχι ; Τραγούδησες το αγαπημένο μου τραγούδι και θέλω να σε ευχαριστήσω" , απάντησα κάπως επιθετικά.

"Δε νομίζω όμως ότι άξιζε τόσα λεφτά" , είπε με βεβαιότητα, τείνοντας το χέρι του να μου επιστρέψει τα χρήματα.

"Αξίζει πολύ περισσότερα" , απάντησα με σιγουριά , "και πίστεψε με θα μπορούσα να σ' ακούω όλη μέρα" .

"Τόσο πολύ ;", με ρώτησε χαμογελώντας στραβά.

"Ιζαμπέλα", του είπα τείνοντας το χέρι μου.

"Χάρηκα", έσφιξε το χέρι μου χωρίς να μου πει το δικό του. 

"ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΟΙ ΜΠΑΤΣΟΙ" , φώναξε μια αντρική φωνή και ένας άντρας ήρθε κατά πάνω μας τρέχοντας χτυπώντας τον ελαφρά στη πλάτη νοηματοδοτώντας την άμεση φυγή τους . Έβαλε την κιθάρα στη θήκη της, κράτησε το μικρόφωνο παραμάσχαλα και έφυγε βιαστικά .

"Περίμενε", φώναξα με απελπισία, "δεν μου είπες το όνομα σου".

"Που ξέρεις, μπορεί να ξανά ειδωθούμε" , μου απάντησε αινιγματικά και έφυγε τρέχοντας προς την αντίθετη κατεύθυνση .

Και κάπως έτσι γνωρίστηκε η Ιζαμπέλα με αυτόν τον νεαρό με την κιθάρα . Το όνομα του , όμως παραμένει μυστήριο για αυτήν . Θα ξανά συναντηθούν ; Ή μήπως άκουσε τη φωνή του για πρώτη και τελευταία φορά ;

Άδειες φωνέςWhere stories live. Discover now