Κεφάλαιο 6ο.

265 28 7
                                    

~ Θεσσαλονίκη ~

Η Χαρά περνούσε μέρες δίπλα στις φωτογραφίες του γιου της. Άνοιγε κάθε μέρα από ένα άλμπουμ και κοίταζε τις φωτογραφίες μια μία. Κάποιες φωτογραφίες ήταν από την Κρήτη. Ξεφυλλίζει τις σελίδες και ξάφνου βλέπει μια φωτογραφία της με τον Ζήση. Υπήρχε ακόμα φωτογραφία με εκείνον. Κρατά τον νεογέννητο Στρατή στην αγκαλιά του. Επόμενη σελίδα. Τα πρώτα του γενέθλια. Δύο άντρες και ένα μωρό. Από την μια ο Ζήσης και από την άλλη ο Παύλος. Αυτές οι φωτογραφίες δεν είχαν πέσει στα χέρια του Στρατή ακόμα. Αλλιώς θα είχε φέρει τον κόσμο τούμπα για να μάθει ποιος είναι αυτός ο άντρας. Χωρίς να θέλει να το παραδεχτεί, ο Στρατής είναι ίδιος ο Ζήσης. Ίδιος και απαράλλαχτος.

Το κινητό της ηχούσε.

" Στρατή; Αγόρι μου; "
" Έλα μαμά. Μόλις μπήκα στο σπίτι. "
" Αλήθεια; Έλα! "
" Ναι. Καλά θέλει πολύ καθάρισμα. Θα πέσω ξερός. "
" Ό,τι χρειαστείς τηλεφώνησέ μου να σε βοηθήσω. "
" Δε νομίζω να χρειαστώ κάτι. Ο Θείος σου, ο Λάμπρος, προσφέρθηκε να με βοηθήσει σε ό,τι θέλω. Πολύ εξυπηρετικός. "
" Α ναι; "
" Ναι. Χάρηκε που με είδε. Με ρώτησε και για εσένα. "
" Δηλαδή εκεί ήταν από πριν. "
" Ναι μωρέ. Μια παρεξήγηση με έναν Κωστή είχε γίνει. "
" Πώς τον είπες; "
" Κωστή. Μου είπε να μην ασχολούμαι μαζί του και κάτι τέτοια. "

Η Χαρά κατάλαβε απευθείας για ποιον μιλούσε ο Στρατής. Ο Κωστής Μπρουσαλάκης. Ανάθεμα την ώρα και την στιγμή που έφτασε ο Στρατής στην Κρήτη. Ήταν σίγουρη πως ο Κωστής ξέρει ποιος είναι ο Στρατής. Ο Ζήσης;

" Ρε μάνα! Σου μιλώ! "
" Έλα έλα...Μαγειρεύω και δεν σε ακούω. Θα σε πάρω εγώ αργότερα. "
" Καλά..."

Του το κλείνει. Τρέχει γρήγορα στην ντουλάπα της κρεβατοκάμαρας. Πετάει από δω και από κει ρούχα, σεντόνια, πετσέτες. Ψάχνει. Που στο καλό είναι;; Μια άχρωμη καφέ ατζέντα με ειδών ειδών διευθύνσεις  και τηλέφωνα. Έχει γεμίσει ο τόπος ρούχα αλλά παλεύει να το βρει. Τα βάζει όπως όπως μέσα ξανά και ψάχνει στην κουζίνα. Στον μπουφέ. Βγάζει ότι σκουπιδαριό υπάρχει από τις συρταριέρες και επιτέλους το βρίσκει. Τόσο παλιό και με τόσες αναμνήσεις. Φυσάει την σκόνη από πάνω του και πάει κοντά στο σταθερό τηλέφωνο. Με το δάκτυλό της ψάχνει στο Ζ να βρει τον αριθμό του. Εκατό δέκα νούμερα μα κανένα το δικό του. Μήπως είναι στο Μ; Ξεφυλλίζει τις σελίδες μια μία και στο Μ πρώτο πρώτο η λέξη Μπρουσαλάκης Ζ. Ορίστε. Τώρα είχε και αριθμό και χρόνο και δικαιολογία καμία για να μην του τηλεφωνήσει. Κοιτάζει βιαστικά το ρολόι. Τι ώρα να ήταν άραγε στην Βουδαπέστη; Σιγά που θα την ένοιαζε. Πληκτρολόγησε τον αριθμό του στο τηλέφωνο και περίμενε ανταπόκριση. Ένα μπιπ, δύο, τρία, τέσσερα...

" Ανάθεμα την βεντέτα...Τα ένοχα μυστικά. "Where stories live. Discover now