Κεφάλαιο 19ο.

155 17 0
                                    

Ο Στρατής κοιτούσε και ξανακοιτούσε το χαρτάκι με τον αριθμό. Του φαινόταν οικείος και γνώριμος. Πολύ γνώριμος μάλιστα. Το σπίτι του φαινόταν τόσο παλιό που ήταν παράξενο το ότι βρήκε ένα χαρτί με φρεσκογραμμένο αριθμό πάνω. Αυτό σήμαινε πως κάποιος είχε ήδη μπει μέσα. Πριν από τον Στρατή. Δεν είχε άλλη επιλογή. Έπρεπε να δει σε ποιον άνηκε ο αριθμός εκείνος και επιτέλους να του λυθεί η απορία. Βγάζει το τηλέφωνό από την τσέπη του και με βιαστικές κινήσεις γράφει έναν έναν τους αριθμούς. Καθώς πληκτρολογεί φανερώνονται διάφοροι αριθμοί που ξεκινούν με τους πρώτους αριθμούς αλλά εκείνος που παραμένει είναι ένας. Μέχρι τον τελευταίο αριθμό ήλπιζε ότι θα εξαφανιζόταν η επαφή που έβλεπε. 

" Δε μπορεί. Δεν είναι δυνατόν. " αναφωνεί με τον εαυτό του και προσπαθεί να καταλάβει τι βλέπουν τα μάτια του. Ο αριθμός που βλέπει ανήκει στην Χαρούλα! Στην μαμά του! Από που εως που βρίσκεται σε ένα σχεδόν άγνωστο σπίτι ο αριθμός τηλεφώνου της μητέρας του; Τι σχέση έχει η μαμά του με αυτό το σπίτι και ποιος είναι αυτός που έγραψε τον αριθμό εκεί; Έχει κάποια σχέση με την Στέλλα; Ή είναι κάποιος άγνωστος που παίζει χαζά παιχνιδάκια με το μυαλό του και την οικογένειά του; Τα ερωτήματά του είναι αναπάντητα. Δεν μπορεί να βρει καμία άκρη και καμία σχέση μεταξύ του μέρους που βρήκε το χαρτί και του περιεχομένου του. Κάθε σκέψη του φαίνεται βουνό και κάθε γνώμη άσχετη. Δεν μπορεί να περιμένει άπραγος. Θέλει να την πάρει τηλέφωνο και να μάθει τι συμβαίνει. Πάει να ξαναγράψει τον αριθμό στο κινητό του αλλά ξαφνικά παγώνει. Τι θα της πει; Πως θα της μιλήσει για αυτό που βρήκε; Και αν του πει φτηνές δικαιολογίες; Πως θα το αντιμετωπίσει; Η λύση είναι να πάρει από το τηλέφωνο που, λογικά, αυτός που έγραψε τον αριθμό, της τηλεφώνησε. Για να γράψει τον αριθμό σε ένα χαρτάκι πάει να πει ότι δεν τον είχε στο κινητό του, οπότε πρέπει να πήρε από το σκονισμένο σταθερό τηλέφωνο που βρίσκεται κοντά στην κουζίνα. Προχωράει προς το τηλέφωνο και γράφει ξανά, μάλλον για τελευταία φορά, τον αριθμό. Σηκώνει το ακουστικό και περιμένει με ανυπομονησία να ακούσει αυτό που θέλει. Βασικά περιμένει να ακούσει αυτό που δεν θέλει. Και οι φόβοι του επιβεβαιώνονται. 

" Πάλι εσύ; Δεν τε είπαμε χτες; " ρωτά και γελάει υπαινικτικά η Χαρά από την άλλη γραμμή. Ο Στρατής της το κλείνει μόλις καταλαβαίνει ότι εκείνη που μιλάει είναι η μητέρα του. 

Τι στο καλό σημαίνει όλο αυτό; 

Δεν μπορεί να το διαχειριστεί. Θολώνει. Προσπαθεί να καταλάβει αλλά δε μπορεί. Παίρνει ο,τι βρει μπροστά του και φεύγει από το σπίτι φουριόζος. Πρώτη φορά νιώθει τέτοιο χάος να περιτριγυρίζει το κεφάλι του. Καθώς προχωρά βλέπει ένα μήνυμα από τον Χρόνη. Του λέει πώς θέλει να τον συναντήσει. Φυσικά ο Στρατής καταλαβαίνει τον λόγο. Κάθε λεπτό δεν παύει να σκέφτεται το τηλεφώνημα. Χωρίς να το πάρει είδηση βρίσκεται σε εκείνη την ηλίθια αποθήκη. Ο Χρόνης πάντα στην τρίχα. Εκείνο το ελεεινό καπέλο και εκείνη η μπεζ καπαρντίνα δεν λείπουν από πάνω του. Κάθεται στην καρέκλα και ο Στρατής μπαίνει στο παρασύνθημα αμέσως. 

" Ανάθεμα την βεντέτα...Τα ένοχα μυστικά. "Where stories live. Discover now