|4|

3.5K 153 5
                                    

Νομίζω ηρθε η ωρα να μάθετε τι εγινε με αυτούς τους 2. Τι λέτε;

Flashback

"Ειναι απλοί κανονες γαμωτο. Μπορείς να τους τηρήσεις;" λεει θρασυτατα και αυστηρα.
"Μπορώ. Νομίζω." λεω και ξεροκαταπινω.
"Ωραία τελειώσαμε μπορείς να πηγαίνεις." λεει και εγω παω να πω κατι αλλα αμέσως με σωπαίνει.
Αφού προχωράω σπίτι ταπεινωμενη και εξευτελισμενη όπως πάντα.
Συνείδητοποιω οτι ξέχασα όπως πάντα την ζακετα μου.
Πηγαίνω πάντα με το κεφάλι κάτω από την ντροπή σπίτι του.
Η πόρτα ειναι ανοιχτή. Περίεργο. Θυμάμαι ότι την εκλεισα.
"Εντάξει; 3 φορές και με αυτήν σημερα." λεει και εγω κάνω ενα βημα πίσω μόλις ακούω την φωνή του.
"Ποσο ακόμα θέλω για τα χρήματα." λεει και εγω ανοίγω διαπλατα το στομα μου.
Τι;
"Αλλες 23 φορες; Δεν μπορω αλλο μαζι της.. Με έχει τρελάνει.." λεει και εγω γουρλώνω τα μάτια μου.
"Και στα αλήθεια ακόμα πιστεύει ότι όντως είμαστε μαζι. " αρχίζει και γελαει.
"Τοσο διψασμένη για πουτσο ειναι."λεει και εγω γουρλώνω ακόμα περισσότερο τα μάτια μου.
"Ναι τις εχω τις φώτο. Μολις τελειώσω μαζι της. Εχει φύγει από το σχολείο." λεει και το κλείνει.
Πάω βήματα πίσω.
Στραβοπαταω και πέφτω κάτω και ο Άρης αμέσως ακούει τον ηχο και βγαίνει έξω.
"Τι;ΤΙ ΣΤΟ ΔΙΆΟΛΟ ΚΆΝΕΙΣ ΕΣΥ ΕΔΩ." ουρλιάζει και εγω κλείνω τα μάτια μου από τον φόβο μου. Αλλά μετά επανέρχομαι δυναμικα.
"Να πας στο ΔΙΆΟΛΟ ΑΡΗ. ΕΙΣΑΙ Ο ΠΙΟ ΜΑΛΑΚΑΣ ΠΟΥ ΕΧΩ ΓΝΩΡΊΣΕΙ. ΕΎΧΟΜΑΙ ΣΤΑ ΑΛΉΘΕΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΣΕ ΓΝΏΡΙΖΑ ΠΟΤΕ." τσιριζω και φευγω τρέχοντας.

Μετα απο αυτο εφυγα απο το σχολείο επειδή οι φωτογραφίες διέρρευσαν. Παρακάλεσα την μαμα μου να μην το πάει δικαστικά και για πρώτη φορά με άκουσε.
Απλά φύγαμε από την πόλη και δεν γυρίσαμε ξανα.
Από εκείνη την ημέρα ορκιστηκα. Οτι μόλις ξανά βρεθει μπροστά μου θα τον κανω να υποφέρει. Με καθε δυνατό τρόπο. Με καθε μεσο. Και αν αυτο σημαίνει πως πρεπει να αλλαξω.

END

Ξυπνάω κατα ιδρωμενη και χωρίς ανασα.
Εφιάλτης. Ηταν απλά ενας εφιάλτης.
Πιάνω το νερό από το κομοδίνο και πίνω λίγο..
Τα φώτα στο απέναντι σπίτι ειναι ανοιχτα.
Ο Άρης έρχεται στο δωμάτιο του με μια πετσέτα γύρω απο το βρεγμένο σωμα του.
Τα μαλλιά του ειναι βρεγμένα και τραβηγμενα πίσω.
Για μια στιγμή θυμήθηκα γιατί ήμουν τοσο ηλιθια και ήμουν μαζί του 3 χρόνια πριν.
Απλα κοιταξε τον.
Μπορεί κανενας άνθρωπος να τον κοιτάξει χωρίς να του τρέξουν τα σάλια;
Όχι.
Και τοτε ήμουν τόσο... Τοσο.. Που κανένας δεν με προσεχε. Και οταν με πρόσεξε αυτός απλά.. Ένιωσα η πιο τυχερή. Αλλα μην κρίνεις ποτε ένα βιβλίο από το εξώφυλλο του δεν λένε.
Τα εσώψυχα του ειναι χαλια.
Δεν εχει καρδιά αυτός ο άνθρωπος. Δεν αγάπησε. Δεν αγαπαει και σίγουρα δεν θα αγαπήσει. Θα πεθάνει μονος του.
Το ίδιο και εγω. Γιατί οσο και να το αρνουμε. Με έκανε ιδια σαν αυτον. Με  εκανε ενα τερας που πίστευει οτι ολα τα αγόρια ειναι σαν αυτόν.
Παίρνω τηλέφωνο την Κωνσταντίνα.
"Ναι;" λεει νυσταγμένη.
"Μπορείς να μου κανεις παρέα; Δεν μπορώ να κοιμηθώ." λεω κουρασμένα.
"Χριστινα γαμω ειναι 3 η ώρα το πρωί. Τραβα για ύπνο." λεει αυστηρα.
"Δεν μπορώ να κοιμηθώ νομίζω κάτι θα μου συμβεί και θα πεθανω στον ύπνο μου." λεω παραπονεμενα.
"Παρε τις αλλες τηλέφωνο. Δοξα τω Θεο είμαστε μεγάλη παρεα." αστειεύεται.
"Ελα ρε." συνεχίζω και παραπονιέμαι.
"Σχολείο ετσι και αλλιώς δεν έχεις. Τι παραπονιέσαι;" τονίζω και αυτη αναστενάζει.
"Καλα.."ξεφυσαει.
"Σαγαπω. "της λεω και αυτη γελαει ελαφρά.
"Και εγω. "λεει.

Το επόμενο πρωί.

"Ει η Μαρια ειναι ελεύθερη." λεει ο βλακας ο αδερφός μου.
"Οχι ρε ηλιθιε. Ξεκόλλα δεν πρόκειται να κάνεις κατι με καμια από τις κολλητές μου." λεω με νευρα.
"Δεν θα ήμουν και τοσο σίγουρη." λεει και μου κλείνει το μάτι.
"Και βασικά ποιος σου εχει πει οτι δεν το εχω κανει ήδη;", λεει και εγω ανοίγω διαπλατα το στομα μου.
"Εισαι μαλακας." πιάνω την τσάντα μου και φεύγω από το σπίτι με νευρα.
Τα νευρα μου.
Γιατί δεν μπορούσε να έχει τον χαρακτήρα του μικρου μου αδερφό ας πούμε. Αγνος τρυφερός και ντροπαλός.
Καλα νομίζω ειναι το υιοθετημένο δεν εξηγείται αλλιώς.
"Καλημέρα." λεω νυσταγμένα στα κορίτσια.
"Μερα." λενε αυτες ταυτοχρονα.
Δίδυμες τι να πει κανείς;
Μπαίνουμε μέσα στο μάθημα και αφου το ξεκινήσει η βαρετή μαθηματικός έρχεται ενα παιδί μεσα τρέμοντας.
"Κύριε ο Μιχαηλίδης πάλι ξεφουσκώνει τα λάστιχα σας." λεει.
"Τιι; το παλιοπαιδο." μαζεύει τα κοκκαλακια της και φεύγει έξω σχεδόν τρεχοντας. Και βαζω το σχεδόν επειδή ειναι 70 χρόνων η γυναικα. Οχι κανένας πρωταθλητής του στίβου.
Εντάξει σταματαω με τα κρύα αστεια.
Έρχεται αραχτός και λεει κάτι στην απουσιολόγο. Αφού αυτη κοκκινιζει έρχεται στην θέση του.
Που ειναι δίπλα μου.
"Καλημέρα." λεει και πετάει την τσάντα του κάτω στο πάτωμα προκαλώντας εναν δυνατό ηχο.
"Κακη ψυχρή και ανάποδη." λεω ειρωνικα.
"Τι έγινε πολλά νευρακια βλέπω. Πάλι με ονειρευόσουν χθες και δεν μπορούσες να κοιμηθείς;" λεω και εγω τον κοιτάω με απορία.
"Χα χα χα αστειο." λεω ειρωνικα και γυρνάω πλατύ σε αυτόν.
"Φέρεσαι σαν πενταχρονο."λεει και ξεφυσαει.
"Πενταχρονο ε;" γυρνάω απότομα και αυτος ξαφνιαζεται.
"Ελα να σου διαρρεύσουν τις γυμνές σου φωτογραφίες σε ολο το σχολειο από το άτομο το οποίο..." παω να πω αλλα καταπίνω τις λέξεις.
"Από το οποίο τι;" λεει και με προκαλεί.
Απο το άτομο το οποιο εισαι ακόμα ερωτευμένη μετα απο όσα έγιναν.
"Από το ατομο το οποίο πιστευες οτι δεν θα σε προδώσει ποτε. Και μετα να σε διώξουν από το σχολειο. Τι λες πως θα ένιωθες;" λεω και σηκώνω το ενα μου φρύδι.
"Σε ειχα προειδοποιησει, μην πιστεύεις ποτέ οσα λεω. Προσπαθούσα να σε προειδοποιησω αλλα εσυ ήσουν τελείως ηλιθια και εκατσες μαζι μου. Δεν ειναι δικό μου το θεμα. "λεει και γυρναει αμέσως μπροστά του.
Ναι.. Ποτε δεν ηταν δικο σου το θεμα..

Sweet Revenge. Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα