Κεφάλαιο 8

56 7 0
                                    

Η ώρα είναι επτά το βράδυ και η Σάρα εξακολουθεί να κοιτάει έξω από το παράθυρο που και που για να δει αν έρχεται ο Πέτρος. Νιώθει κάτι να την ενοχλεί στην καρδιά της αλλά δεν του δίνει σημασία καθώς θεωρεί πως δεν έχει τίποτα να νιώσει για τον Πέτρο αφού τους χωρίζουν τόσοι αιώνες. Έλα όμως που άλλα λέει η λογική κι άλλα η καρδιά. Βέβαια είναι ακόμα νωρίς για να συνειδητοποιήσει τα συναισθήματά της. Λογικό δεν είναι; Εδώ στις σειρές ακόμα και μέχρι το τέλος τους, οι πρωταγωνιστές ακόμα αρνούνται αυτά που νιώθουν. Αλλά μην ανησυχείτε, οι δικοί μας πρωταγωνιστές θα συνέλθουν γρήγορα από τον ιό της άρνησης.

Καθώς όμως, η Σάρα ακόμα περιμένει, ο Πέτρος βρίσκετε στο δάσος. Μόνος; Μαζί με κάποιον; Με κάποια; Ναι και όχι. Πώς γίνεται αυτό, θα σας το διηγηθώ αμέσως τώρα... ενώ σήμερα ο Πέτρος ήταν στο μαντρί και η Ασημίνα πήγε να τον βρει εκεί, αυτός αποφάσισε να πάει να βρει βότανα για το πόδι της Σάρας πριν τον προλάβει η Ασημίνα. Θα μου πείτε όμως ότι η Σάρα δεν αντιμετωπίζει πλέον πρόβλημα με το πόδι της. Αυτό όμως δεν το γνωρίζει ο Πέτρος, μιας και έφυγε πολύ νωρίς το πρωί και η Σάρα παρακοιμήθηκε. Κάπως έτσι, λοιπόν, ο Πέτρος πέρασε πολλές ώρες ψάχνοντας με τον σκύλο του, το βότανο που του είχε προτείνει κάποια στιγμή ο πατέρας του για να φύγει ο πόνος από ένα χτύπημα.

Τελικά όμως δεν το βρήκε. Αποφάσισε τότε να γυρίσει στο σπίτι, ιδίως όταν κατάλαβε ότι είχε νυχτώσει για τα καλά και θα τον έψαχναν. Στον γυρισμό του από μακριά είδε την Σάρα να είναι έξω από το σπίτι, στην πόρτα και να φαίνεται ότι περιμένει. Γιατί στέκεται έξω από την πόρτα, αναρωτήθηκε ο Πέτρος. Και φαίνεται ότι το πόδι της είναι μια χαρά. Τελικά τζάμπα θα το έφερνα το βότανο. Αααχ, αναστέναξε πριν φτάσει έξω στο σπίτι και τον αντιληφθεί η Σάρα.

«Σάρα, τι κάνεις έξω από το σπίτι τέτοια ώρα;»

«Α Πέτρο, γύρισες! Περίμενα... να έρθεις...»

«Αλήθεια; Γιατί;» μα δεν με ξέρει τόσο καλά για να κάνει κάτι τέτοιο, σκέφτηκε.

«Ε να οι δικοί σου φαίνονταν να ανησυχούν και είπα να βγω για λίγο έξω να δω καλύτερα αν ερχόσουν... γι' αυτό...» αααχ, τι κάθομαι και λέω. Ράψ' το στόμα!!

«Α. Πήγαινε τότε μέσα, αφού ήρθα.»

«Ναι,... αμ... που ήσουν;»

«Εεεεεε....», τι λέμε τώρα; «Α απλά στο δάσος ήμουν και ξεχάστηκα, το πόδι σου πώς είναι;»

«Ε; Α! Είναι πολύ καλά. Από το πρωί που ξύπνησα πονούσε τόσο λίγο που μετά σταμάτησε. Ακόμα κι όταν χαλάρωνα και δεν περπατούσα. Άρα μια χαρά!» τότε ήταν με την Ασημίνα ή όχι; Ντρέπομαι να ρωτήσω...

«Ωραία χαίρομαι!»

«Ναι, ωραία...»

Και κάπως έτσι δειλά δειλά μπήκαν και οι δυο τους μέσα, αλλά στην αρχή πήγαν να μπουν τόσο βιαστικά που χτύπησαν ο ένας στον άλλο και άφησαν να περάσει με ένα άβολο χαχανητό. Καληνύχτισαν ο ένας τον άλλο και μπήκε ο καθένας στο δωμάτιό του. Κλείνοντας τα μάτια τους, προσπαθώντας να κοιμηθούν, άφησαν ένα τελευταίο χαμόγελο και ο καθένας άφησε τον εαυτό του με τις απορίες τις ημέρας να απομακρύνονται ώστε να έρθει ο γλυκός ο ύπνος... Ναι καλά που κοιμήθηκαν κατευθείαν. Πέρασε καμιά μισή ώρα να σκέφτονται τα πάντα για σήμερα. Ούτε να κλείσω το κεφάλαιο δεν με αφήνουν. Αλλά επειδή θα τα σκέφτονται αυτά και την επόμενη μέρα θα σας αφήσω να διαβάσετε τις σκέψεις τους στο επόμενο κεφάλαιο. Και σε περίπτωση που αναρωτιέστε τι απέγινε η Ασημίνα, λοιπόν, χάθηκε στην προσπάθειά της να βρει τον Πέτρο μετά το μαντρί και στο τέλος τα παράτησε και γύρισε στο σπίτι της κλαμένη. Happy ending for the day, δηλαδή σχεδόν... ξέρετε... έχουμε δρόμο ακόμα για τους πρωταγωνιστές μας.

...

Αγάπη πίσω στον χρόνοΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα