s e v e n

869 40 5
                                    

Περπατάμε στη θαλασσα. Έχει νυχτώσει. Κάνει τα πάντα για να με ηρεμήσει. Αλλά δε τα καταφέρνει. Καθόμαστε στη άμμο και μιλάμε.
Ξαφνικά ακούμε γέλια.
Κρύβω το πρόσωπο μου όσο μπορώ.

"Βρε βρε ο Τζακ με γκομενα. Ξανά" λέει αυτός και ο Τζακ γελάει. Ξανά. "Ο Ίθαν με γκόμενα
"Δεν με είδες δεν σε είδα. Deal?" Ρωτάει και ο Τζακ γνέφει. Γραπώνω το χέρι του.

"Τζακσον. Ποιος ήταν αυτός?" Ρωτάω έντρομη. "Ένα παιδί γιατί?" Ρωτάει κοιτώντας αλλου.
"Σε είπε Τζακ. Είπε deal όπως ακριβώς και εκείνος εκείνο το βράδυ. Βρέθηκε στη μέση του πουθενά όπως και εσύ" λέω βουρκωμένη.

"Γιατί δεν μου το είπες αυτό?" Ρωτάει και κοιτάει προς το μέρος του. "Deal" σιγοψιθύριζει.
"Σίγουρα αυτός ο μπάσταρδος είναι. Θα τον κανονίσω" λέει και πετάει μια πέτρα με δύναμη στη θαλασσα.
"Σε παρακολουθεί" του λέω και κοιτάζω πίσω. Μου πιάνει το χέρι. Τραβιέμαι.

"Πόσες έχεις φέρει εδώ πέρα?" Ρωτάω και κοιτάζει κάτω. "Καμία" λέει και κουνάω το κεφάλι μου.
"Πόσες έχεις πηδήξει και δεν θυμάσαι ούτε το όνομα της μετά?" Ρωτάω και δεν με κοιτάει στα μάτια.

"Πολλές" λέει και μου πιάνει το χέρι. Τραβιέμαι ξανά.
"Μπορείς να με πας σπίτι?" Ρωτάω και με σηκώνει. "Εννοείται" λέει και περπατάω μπροστά του.
Μπαίνω στο αυτοκίνητο.
Τον περιμένω να μπει.

Στηρίζεται στο καπό. Σιωπηλός. Περιμένω και εγώ σιωπηλή στο αυτοκίνητο. Προσπαθώντας να κοντρολάρω τα δάκρυα μου.

"Θέλω να πάω σπίτι μου" του υπενθυμίζω καθώς βγαίνω από το αυτοκίνητο.
Μπαίνει αμίλητος στο αυτοκίνητο.
Βάζει μπρος και ξεκινάμε.
Σε όλη τη διαδρομή δε μίλησε. Ούτε εγώ φυσικά. Σκέφτομαι αηδιασμένη.
Πόσες πηδήξει?
Πόσες έχει φιλήσει?
Δεν περίμενα τίποτα άλλο!
Αλλά, μέσα μου πίστευα πως ήταν κάτι το διαφορετικό.
Δε ξέρω γιατί.
Με σύμφερε να το πιστέψω.
Φτάνουμε σπίτι.

"Καληνύχτα" του λέω και βγαίνω από το αυτοκίνητο. Δεν απαντάει. Είχε τον χρόνο του. Κλείνω τη πόρτα και κατευθύνομαι προς την πολυκατοικία.

"Κέισι" αναφωνεί πριν μπω μέσα. "Τζακσον. Μη το κανείς αυτό" λέω και κλείνω τη πόρτα. Τον κοιτάζω μέσα από τη πολυκατοικία. Κάνει το ίδιο.
Τα δάκρυα μου πολλαπλασιάζονται με την ώρα.
Μπαίνω στο σπίτι.
Κάθομαι στο κρεβάτι και πήζω στο κλάμα.
Όχι για αυτόν.
Επειδή έπεσα για μια ακόμη φορά έξω. Δε το καταλαβαίνω. Ανοίγομαι πολύ εύκολα στα άτομα. Είμαι πληγωμένη.
Και θυμωμένη με τον εαυτό μου. Μα δε το κάνω επίτηδες. Μου δίνουν πάτημα και ανοίγομαι.
Η πόρτα χτυπάει αλλά ξέρω ήδη ποιος είναι. Δε κάνω κίνηση να σηκωθώ. Δε θέλω να του μιλήσω.

𝗕𝗿𝗼𝗸𝗲𝗻Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα