t h i r t y nine

471 28 3
                                    

Τον ακούω να με φωνάζει αλλά τον αγνοώ. Τρέχω στην ταράτσα και πηγαίνω κοντά του.

"Συγγνώμη" λέω και τον αγκαλιάζω. Περνάω τα χέρια μου γύρω από τον λαιμό του και τον κολλάω πάνω μου.

"Συγγνώμη Τζακσον. Είμαι ηλίθια" ψιθυρίζω ενώνοντας τα κεφάλια μας.
Δεν λέει κάτι απλά με κοιτάζει. Με κοιτάζει με δακρυσμένα μάτια.
Χριστέ μου.
Τι διάλο έκανα?

Σκουπίζω τα δάκρυα του. Και μου φιλάει το χέρι καθώς του τα σκουπίζω.

"Σε παρακαλώ μην με αφήσεις" ψιθυρίζω και με φιλάει.
"Πάμε σπίτι" αναφωνεί. "Σπίτι μας" λέει και ενώνει τα χέρια μας.

"Καλό βράδυ" αναφωνούμε και φεύγουμε. Μπαίνουμε μέσα στο αυτοκίνητο και επιστρέφουμε σπίτι.
Καυτά δάκρυα συνεχίζουν να κυλούν στα μάγουλα μου.

Είναι ανεξέλεγκτα.
Έλεγα στον εαυτό μου.
Φτάνουμε σπίτι και τρέχω στην αγκαλιά του σαν μικρό παιδί.

Σαν παιδί που έβλεπε τους παππούδες του μετά από καιρό.

"Τζακσον. Συγγνώμη" λέω και κάθομαι σε ένα σκαλάκι.
"Κέι. Έχω καταλάβει κάτι. Έχεις θέμα με το να εμπιστεύεσαι άτομα" λέει

"Τζακσον. Έχω πληγωθεί τόσες πολλές φορές που μου είναι τόσο δύσκολο να εμπιστεύομαι άλλους πλέον"
Παίρνει μια τούφα και παίζει μαζί της.

"Σου έχω ανοιχτεί για τα πάντα δεν είχα καταλάβει ότι υπάρχει ακόμη αυτό. Αλλά ήμουν προφανώς λάθος" λέει απογοητευμένος.

"Συγγνώμη δεν ξέρω τι με έπιασε" λέω και κρύβω το πρόσωπο μου με τα χέρια μου.
Μου τα τραβάει.

"Σε έπιασε κρίση μέλλοντος" λέει μεταξύ αστείου και κρύου.

"Δε ξέρω τι με έπιασε. Πάντως δεν θα με ξανά πιάσει. Συγγνώμη" λέω και κάθομαι στα πόδια του.

"Πάω να ξαπλώσω" λέει και φεύγει μέσα στο σπίτι. Πηγαίνω και εγώ. Δεν τον βλέπω στο δωμάτιο μας. Κάνω έναν γύρο και βλέπω ανοιχτή την πόρτα του έξτρα δωματίου.
Είναι ξαπλωμένος.
Βασικά κοιμάται κιόλας.

Ξαπλώνω δίπλα του. Του έχω πάρει το θάρρος. Τον αγαπάω αυτόν τον άνθρωπο. Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς αυτόν. Είναι μέρος την ζωής μου.
Όσους κινδύνους και να περάσω, δίπλα του νιώθω ασφαλής.

"Σε παρακαλώ πάμε στο κρεβάτι μας" ψιθυρίζω στο αυτί του.

"Όχι Κέι πάνε εσύ" λέει και σκεπάζεται καλύτερα. "Όπου πας θα έρχομαι. Θα ξαπλώσω δίπλα σου" λέω και ξαπλώνω.

"Τζακσον συγγνώμη. Σ'αγαπάω παρά μα παρά πολύ. Είσαι κομμάτι της ζωής μου"
Αναστενάζει.
Αναστενάζει και κάθεται στο κρεβάτι.

"Και εγώ σ'αγαπάω Κέι. Παρά πολύ. Δεν με εμπιστεύεσαι. Δεν υπάρχει σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα μας"

"Υπάρχει. Απλά εγώ είμαι ηλίθια και την κατέστρεψα. Συγγνώμη μωράκι μου" λέω και τον αγκαλιάζω.
Ξαπλώνουμε αγκαλιασμένοι. Ανεβαίνω πάνω του.
Τον φιλάω παντού.
Συνέχεια.
Του αφήνω φιλιά στον λαιμό.
Ξέρω πως είναι το αδύναμο του σημείο.

"Μη" λέει και κατεβάζει τα χέρια μου από τον σβέρκο του.
Σκύβω μπροστά του.

"Για να μην έχεις εσύ όρεξη σε διέλυσα" ψιθυρίζω παίζοντας νευρικά με τα νύχια μου.

"Με διέλυσες" λέει και ένα κομμάτι της καρδιάς μου μαυρίζει.

"Μου θύμισες την Κάτεριν. Την πρώην μου" λέει και κατεβαίνω από πάνω του.

"Μου την θύμισες γιατί τέτοιες ανασφάλειες είχε και αυτή. Λιγότερες μεν αλλά είχε. Και σκέφτομαι μήπως εγώ σας τις δημιουργώ?"

Καλύπτω το πρόσωπο μου με τα χέρια μου. Κλαίω. Κλαίω με λυγμούς.

"Δεν σε έχω βρίσει ποτέ έτσι. Ώστε σε πληγώνω τόσο όσο αυτή Τζακσον?" Αναρωτιέμαι.

"Όχι καμία σχέση" ψιθυριζει κοιτάζοντας το πάτωμα.

"Και αν θες να ξέρεις εσύ. Και μόνο εσύ Τζακσον μπορείς και αγκαλιάζεις όλες μου τις ανασφάλειες. Όλες!" Φωνάζω την τελευταία λέξη και φεύγω από το δωμάτιο κοπανώντας την πόρτα.

Άκου εκεί. Εγώ να μοιάζω με αυτήν την μαλακισμενη. Που τον πλήγωσε. Που τον απάτησε. Πως μπορείς και απατάς ένα τόσο πανέμορφο πλάσμα?

Φτάνω στο κρεβάτι. Μπαίνω κάτω από τα σκεπάσματα και καταπίνω τους λυγμούς στο μαξιλάρι του.
Μυρίζει σαν και αυτόν.

[...]
Ξυπνάω από τις ακτίνες του ηλίου. Γαμω ξέχασα να κλείσω τα πατζουρια.
Κοιτάζω το ρολόι.
6:53.
Σηκώνομαι, πλένομαι και κατεβαίνω κάτω. Φοράω μαύρη φόρμα με γκρι φούτερ του.
Είναι ξύπνιος.
Κάθεται στο μπαλκόνι και καπνίζει. Φτιάχνω καφέ. Έχει κρύο. Βάζω τον καφέ σε μια κούπα και στηρίζομαι στο παράθυρο.
Είναι σκοτεινά έξω. Τρίβω τα μάτια μου. Είναι τόσο πρησμένα. Και οι μαύροι κύκλοι κάνουν πάρτι.
Η σίτα ανοίγει. Σηκώνομαι αργά από τον πάγκο που στηριζόμουν. Τον κοιτάζω.
Τα μάτια μου συναντούν τα δικά του πρησμένα μάτια.
Έρχεται προς το μέρος μου και με αγκαλιάζει.
Ξεσπάω σε κλάματα στην αγκαλιά του αρκετά σύντομα.
Αναστενάζει. Τον αγκαλιάζω πιο σφικτά. Και μετά επιτίθεμαι στα χείλη του.

"Συγγνώμη" μου λέει και και με αγκαλιάζει. "Και εγώ συγγνώμη" λέω και τον πιέζω πάνω μου.

"Δεν μπόρεσα να κοιμηθώ επειδή σε σκεφτόμουν" ψιθυρίζει και παίζει με τα μαλλιά μου. Αναστενάζω στο άκουσμα της φράσης του.

"Σε παρακαλώ δεν θέλω να ξανά μαλώσουμε τόσο άσχημα" λέει καθώς με φιλάει στο μέτωπο.

"Ούτε εγώ Τζακσον. Δ-δεν μπορώ" λέω τον αγκαλιάζω.

𝗕𝗿𝗼𝗸𝗲𝗻Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα