24° ΚΕΦΑΛΑΙΟ

157 11 9
                                    

Μαϊος 1942

Εκεινο το πρωι με ξυπνησαν φωνες και χτυπηματα στην πορτα. Αφου ανασηκωθηκα στο κρεβατι μου,αναγνωρισα την φωνη της γυναικας του Αβρααμ. Κατι εγινε σκεφτηκα και ετρεξα γρηγορα προς την πορτα. Ανοιξα την πορτα και μπηκε μεσα η Σαρα με ενα μικρο παιδι στην αγκαλια της. Εν τω μεταξυ οι δικοι μου ειχαν ερθει στο σαλονι.

-Σαρα, τι συμβαινει;τον ρωτησα.
-Οι Γερμανοι εκαναν εφοδο στο σπιτι μου. Πηραν τους γονεις του Αβρααμ. Εγω αρπαξα το παιδι και βγηκα απο το παραθυρο,ειπε λαχανιαμενη.
-Αχ,αυτα τα τερατα συλλαμβανουν τους παντες,ειπε η γιαγια.
-Εμας μας εχουν ενα παραπανω λογο,ειπε και εσφιξε το παιδι στην αγκαλια της.
-Τι εννοεις;ρωτησε ο πατερας.
-Ειμαστε Εβραιοι,ειπε η Σαρα και ο πατερας την κοιταξε με ανοιχτο το στομα. Κοιταχτηκαν λιγο με την μητερα και την γιαγια και υστερα πηρε τον λογο η γιαγια.

-Ελα να κατσεις,να ηρεμησεις,του ειπε και την τραβηξε στον καναπε.
-Δεν μπορω να ηρεμησω οσο οι δικοι μου ανθρωποι ειναι στα χερια των Γερμανων. Θα τους πανε στο Αουσβιτς. Εχω ακουσει οτι οσους πηγαινουν εκει, τους σκοτωνουν. Ο Αβρααμ αμα το μαθει δεν θα αντεξει,ειπε και βουρκωσε.
-Ελα κοριτσι μου. Μη κλαις. Δεν κανει να σε βλεπει ετσι το παιδι,ειπε η Αντιγονη.
-Φερε το παιδι σε μενα. Δεν κανει να σε βλεπει ετσι,ειπε η Αιμιλια και η Σαρα της εδωσε το παιδι της. Εκεινη πηρε το παιδι και πηγε μεσα στο υπνοδωματιο.

-Ησυχασε,Σαρα. Ολα θα πανε καλα και οι δικοι σου θα γυρισουν πισω.

Ο πατερας ηταν στο παραθυρο και κοιτουσε εξω πισω απο το μισανοιχτο παντζουρι.

-Ερχεται ο Ηλιας,ειπε ο πατερας και κοιταχτηκαμε.
-Ελα Σαρα. Ελα να κρυφτεις στο δωματιο μου. Δεν πρεπει να σε δει αυτος που ερχεται,ειπα και την οδηγησα στο δωματιο μου,ενω αμεσως μετα ειδοποιησα την Αιμιλια που ηταν στο δωματιο του Φιλιππου μαζι με το μωρο της Σαρας και του Αβρααμ.

Οταν επεστρεψα στο σαλονι ο Ηλιας ηταν ηδη μεσα στο σπιτι.

-Που ειναι η γυναικα μου;ρωτησε κοιταζοντας μας ολους εναν- εναν. 
-Οπου θελει ειναι,απαντησα επιθετικα και εκεινος με κοιταξε με αγριωπο βλεμμα.
-Φωναξτε την,να παμε σπιτι μας,ειπε αφου κοιταξε γυρω το σπιτι.
-Δεν θα ερθει,ειπε η Αντιγονη.
-Κοιτα Αντιγονη, εσυ δεν ξερω τι θα κανεις,αλλα την Αιμιλια την θελω σπιτι οπωσδηποτε.
-Δεν προκειται να ερθω,ειπε η Αιμιλια,η οποια εμφανιστηκε απο τον διαδρομο που ηταν τα υπνοδωματια.
-Θα ερθεις θελεις,δεν θελεις. Λοιπον,μαζεψε τα πραγματα σου.
-Δεν θα ερθω,Ηλια. Φυγε τωρα!φωναξε η Αιμιλια.
-Τολμας να μου υψωνεις τη φωνη;
-Γιατι ποιος εισαι εσυ;ρωτησα ειρωνικα και με κοιταξε με ενα βλεμμα που πετουσε σπιθες.
-Θα σου πω εγω καλυτερα,ποιος εισαι. Εισαι ενας αγριανθρωπος,που νομιζει οτι μπορει να εχει τα παντα,επειδη ειναι μαυραγοριτης,ειπα ενω τον κοιτουσα προκλητικα στα ματια.
-Μη,κοριτσι μου,ειπε η μητερα χαμηλοφωνα.
-Γιατι μητερα;Την αληθεια δεν λεω;Αφου ολοι ξερουμε οτι ο Ηλιας ειναι συνεργατης των Γερμανων.
-Δημητρα, σταματα!ειπε ο πατερας.
-Θα το πληρωσετε μια μερα αυτο,ειπε ο Ηλιας και μας κοιταξε.
-Οσο για σενα,θα το μετανιωσεις πικρα που δεν ερχεσαι μαζι μου. Θα πεινασεις γρηγορα σε αυτο το σπιτι,ειπε στην Αιμιλια.
-Προτιμω να πεινασω,παρα να με κοιταζουν με μισο ματι στον δρομο,του απαντησε εκεινη.
-Καλα,ειπε ο Ηλιας και βγηκε απο το σπιτι.

Θα κλείσω τα μάτια ΥΠΟ ΔΙΟΡΘΩΣΗWhere stories live. Discover now