33° ΚΕΦΑΛΑΙΟ

141 10 2
                                    

Ειχαμε περασει τη Θεσσαλονικη εδω και δυο ωρες και φταναμε στην Καβαλα.

-Ποση ωρα θελουμε για να φτασουμε;ρωτησα ανυπομονα.
-Μιση ωρα τουλαχιστον. Ισως και λιγο παραπανω, απαντησε ο Αβρααμ.
-Τοσο πολυ;
-Μην αγχωνεσαι. Θα πανε ολα καλα,ειπε η Κατερινα.

Δεν την κοιταξα,παρα μονο κοιταζα το τοπιο που περνουσε απο μπροστα μου,απο το ανοιγμα της κλουβας. Εκλεισα τα ματια μου και αρχισα να ονειρευομαι.

Αρχισα να σκεφτομαι αν ο Φιλιππος θα με θυμοταν,οταν με εβλεπε. Η Κατερινα ειχε πει πως ειχε αναφερει το ονομα μου. Αυτο σημαινει πως με θυμοταν.

Ανοιξα τα ματια μου και συνειδητοποιησα οτι η μηχανη της κλουβας ειχε σβησει. Πεταχτηκα αμεσως ορθια.

-Φτασαμε;ρωτησα την Ελισσαβετ.
-Ναι,μολις,απαντησε ο Μαριος απο την θεση του οδηγου.

Μολις κατεβηκα αντικρισα ενα μεγαλο κηπο με πολλα πεσμενα δεντρα. Πιο μεσα ειδα το μεγαλο κτιριο να στεκει ετοιμο να πεσει. Η μιση οροφη ηταν κατεστραμενη και οι τοιχοι στο περισσοτερο μερος του κτιριου δεν υπηρχαν.

-Ο αδελφος μου.Που ειναι ο αδελφος μου;Θα τρελαθω,φωναξα και αρχισα να χτυπαω τα χερια μου πανω μου.
-Ηρεμησε,ειπε ο Μαριος και με εκλεισε στην αγκαλια του.
-Πως να ηρεμησω,Μαριε;ειπα και με μια κινηση βγηκα απο την αγκαλια του και ετρεξα προς το μισογκρεμισμενο κτιριο.

Μπηκα μεσα απο την υποτιθεμενη εισοδο και ειδα παντου ενα σωρο απο σοβα,τουβλα και διελυμενα κρεβατια απο εδω κι απο εκει.
Προχωρησα μεσα,ψαχνοντας στα συντριμια. Κατω απο ενα κρεβατι ειδα δυο πτωματα και πηγα κοντα. Πηρα απο πανω τα πραγματα που τα σκεπαζαν και ειδα τα προσωπα τους. Ειχαν αρχισει να σαπιζουν,αλλα δεν ειχαν αλλοιωθει τα χαρακτηριστικα τους.

Μολις καταλαβα οτι κανενας απο τους δυο, δεν ηταν ο Φιλιππος ανακουφιστηκα.

Προχωρησα τρεχοντας παρακατω,ψαχνοντας απελπισμενα για να βρω τον Φιλιππο.

-Δημητρα,μην τρεχεις,φωναξε ο Μαριος που ηταν απο πισω μου και προσπαθουσε να με φτασει.

Σταματατησα και γυρισα να τον κοιταξω. Εκεινος με επιασε απο τους ωμους και χαιδεψε το μαγουλο μου τρυφερα.

-Γιατι το κανεις αυτο;ρωτησε.
-Ποιο;
-Αφου βλεπεις οτι το κτιριο ειναι βομβαρδισμενο.
-Ψαχνω τον αδελφο μου,ειπα και με κοιταξε κανοντας εναν μορφασμο. Τοτε εμφανιστηκε ο Αβρααμ με ενα οπλο στο χερι.

-Δεν ειναι κανεις εδω,εκτος απο κατι πεθαμενους, που απο οτι φαινεται πεθαναν πριν κανενα μηνα,ειπε.
-Μα δεν γινεται. Καπου θα τους πηγαν τους ζωντανους εδω κοντα,ειπα.
-Παμε να φυγουμε,ειπε ο Μαριος.
-Θα παμε να ψαξουμε,ετσι;ρωτησα.
-Εισαι με τα καλα σου;Κινδυνευουμε ολοι μας και το ξερεις.

Αφου καναμε μερικα βηματα ειδα την Κατερινα και τον Νασο να περιμενουν.

-Ειχες πει πως ηταν εδω,ειπα με τα ματια μου να πετανε σπιθες απο την οργη.
-Εχει περασει πολυς καιρος απο τοτε που εφυγα. Δεν ηξερα τι γινεται εδω περα,ειπε ηρεμη.
-Αν θυμηθει,θα γυρισει πισω,ειπε ο Νασος.
-Αν... Αυτο το αν μου φαινεται τοσο μακρινο,ειπα και προχωρησα εξω απο το κτιριο.

Κοιταξα το φορτηγακι που ηρθαμε και το προσπερασα,ενω οι υπολοιποι με κοιτουσαν με απορια.

-Που πας;με ρωτησε ο Μαριος και με επιασε απο το χερι.
-Παω να ψαξω τον Φιλιππο,ειπα δυναμικα.
-Δημητρα,τρελαθηκες;
-Ναι!ειπα και εκανα να φυγω.
-Δεν θα πας πουθενα,ειπε και μου κρατησε σφιχτα το χερι.
-Μαριε,με πονας!Ασε το χερι μου!ειπα και αφησε το χερι μου.
-Δεν θελω να παθεις κατι. Σ'αγαπω,δεν το καταλαβαινεις;
-Το καταλαβαινω,αλλα πρεπει να βρω που ειναι ο αδελφος μου. Θα ρωτησω παντου.
-Δεν θα τον βρεις. Κανεις δεν θα μιλησει. Ολοι φοβουνται.
-Εχει δικιο ο Μαριος,ειπε ο Ζαχαρης.
-Μα δεν γινεται να τον αφησουμε εδω πανω,ειπα.
-Μα δεν ξερουμε καν που ειναι. Ξερω οτι αγαπας τον Φιλιππο και θελεις να ειναι παλι κοντα σου,αλλα σημερα δεν μπορουμε να ψαξουμε για εκεινον,ειπε ο Μαριος.
-Κανεις σας δεν με καταλαβαινει. Εδω και δυο χρονια πιστευα,οτι ο αδελφος μου εχει πεθανει και τωρα που εχω την ευκαιρια να τον βρω,μου λετε οτι δεν μπορω να το κανω,ειπα και αρχισα να περπαταω με γρηγορο βημα.
-Εισαι τρελη;Θελεις να σκοτωθεις;Αμα εισαι μονη σου,θα σε πιασουν αμεσως οι Γερμανοι. Θα εχουν κινητοποιηθει εως τωρα.
-Δεν με νοιαζει αν με πιασουν. Εμενα με νοιαζει μονο να βρω τον Φιλιππο, φωναξα.
-Καλα,ειπε ξερα ο Μαριος.
-Αφου το θελει ετσι,ας γινει ετσι,ειπε ο Νασος.

Περπατουσα γρηγορα,ωσπου ενιωσα κατι να με χτυπαει στο κεφαλι και επεσα κατω.

Ανοιξα τα ματια και καταλαβα οτι ημουν στο φορτηγακι. Ειδα την Ελισσαβετ,την Κατερινα, την Αθανασια,τον Νασο και τον Ζαχαρη να καθονται,κοιτοντας εξω.

-Ποιος με χτυπησε;ρωτησα.
-Εγω,ειπε ο Νασος.
-Μα γιατι το εκανες;
-Ηταν διαταγη. Δεν μπορουσε να κανει αλλιως,ειπε ο Μαριος και τον κοιταξα.
-Θα μπορουσε να με σκοτωσει!φωναξα.
-Ναι,αλλα δεν το εκανε. Κι εσυ δεν μας αφησες αλλη επιλογη. Εισαι πολυ πεισματαρα. Το ξερεις;
-Ολοι μου το λενε αυτο. Ειδικα ο Φιλιππος,ειπα και χαμηλωσα το βλεμμα.
-Καποια στιγμη θα επιστρεψουμε και θα τον ψαξουμε.
-Που ειμαστε;ρωτησα.
-Στην Κομοτηνη. Θα μας παρει ενα μικρο πλοιαριο απο εκει,ειπε ο Μαριος κοιτοντας με απο τον καθρεφτη.

Θα κλείσω τα μάτια ΥΠΟ ΔΙΟΡΘΩΣΗΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα