Σκοτεινό δωμάτιο

198 14 16
                                    

Μάρκους: Έβρηκα!

Χρύσα: Τι;;;

Μάρκους: Διαβάστε αυτό το άρθρο.

Ådel: Γιατί όλα τα άρθρα είναι στα νορβηγικά;;

Μάρκους: Πλάκα μου κάνεις τώρα; Δεν θυμάσαι παλιά που είχαν κυκλοφορήσει άπειρες φήμες για στοιχειωμένα σπίτια που ακούγονται ήχοι, ή για εντοπισμό πνευμάτων και για μυστηριώδεις φόνους; Πριν λίγες μέρες τα θυμήθηκα αυτά, σχετίζονται μου φαίνεται με αυτό που σου είπαμε.

Ådel: Ναι όντως...Και πώς ξέρουμε πως δεν μας παρακολουθεί τώρα;

Χρύσα: Διακινδυνεύουμε.

Μάρκους: Ναι αλλά το άρθρο δεν το διαβάζετε! Είναι από εκείνη την εποχή που σας λέω και μου φαίνεται αληθινό!

Ådel: Για φέρε.

Της έδειξε το άρθρο από το κινητό του και έσκυψα να δω και γω.

«Σύμφωνα με τις πρόσφατες μου έρευνες, τα πνεύματα έχουν ένα συγκεκριμένο όριο ζωής ως πνεύματα το οποίο καθορίζεται μόλις πεθαίνουν. Μετά από αυτό το όριο, περνάνε στο κενό».

Χρύσα: Μακάρι να ισχύει να γλιτώσουμε.

Μάρκους: Βρήκα σχέδιο....

Μας είπε το σχέδιο και αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε για το βράδυ.

Στην μάνα της Ådel είπαμε πως θα βγούμε μια βόλτα το βράδυ. Μας πρότεινε από μόνη της να μείνουμε εκεί.

Το σχέδιο δεν ήταν και τόσο απλό.

Η Ådel είπε πως θα μας πάει και καλά σε κάποιο μπαράκι και είπε στην μάνα της να μην μας περιμένει.

Αρχίζαμε να ετοιμάζουμε σακίδια. Βρήκαμε χρήσιμους τρόπους να σώσουμε την Ådel και την οικογένειά της από την μοίρα της στο Ίντερνετ. Μακάρι να ισχύουν.

Επίσης έμαθα να εμπιστεύομαι τον Μάρκους που τα αφήνει όλα στην τύχη, αλλά πάντα έχει δίκιο.

Πριν αρχίσει να βραδιάζει καλά καλά, η Ådel έβγαλε τα σκουπίδια. Ή τουλάχιστον έτσι φάνηκε. Στην πραγματικότητα, έκρυψε τα σακίδια πίσω από κάτι θάμνους. Θα φαινόταν περίεργο στην μάνα της άμα φεύγαμε με σάκίδια εκδρομής για να πάμε σε μπαρ.

Ντυθήκαμε με καλά ρούχα που θα έβαζε ο οποίος δήπωτε που θα πήγαινε σε μπαράκι.

Μόλις φτάσαμε στην γωνία με τους θάμνους, βγάλαμε τα κανονικά ρούχα από τα σακίδια και αλλάξαμε στα γρήγορα. Τα καλά ρούχα τα κρύψαμε μέσα σε ένα εξτρά σακίδιο μέσα στους θάμνους.

Ξεκινήσαμε για το μέρος που ήταν κανονισμένο με την Ådel να μας οδηγεί.

(Για περισσότερη φάση, να διαβαστεί μετά της εννιά!)

Φτάσαμε σε μια εγκαταλελειμένη αποθήκη. Η πόρτα ήταν μισό σπασμένη και ίσα ίσα που χωρούσαμε.

Ådel: Μ-μπαίνουμε;

Μάρκους: Μπαίνουμε.

Πλησιάσαμε την πόρτα και ο Μάρκους μας βοήθησε να περάσουμε χωρίς να γραντζουνιστούμε.

Μόλις μπήκαμε και οι τρεις, βρεθήκαμε σε ένα σκοτεινό δωμάτιο. Το σκοτάδι ήταν πίσσα και ένα παγωμένο ρεύμα είχε κατακλύσει το δωμάτιο.

Αγγάλιασα τον Μάρκους. Τότε ακούστηκε ένα φερμουάρ να ανοίγει. Η Ådel έψαχνε τον φακό της.

Μάρκους: Για πες την ιστορία αυτής της αποθήκης....

Ådel: Λοιπόν είναι εγκαταλελειμένη εδώ και δύο με τρεις δεκαετίες. Εδώ ερχόντουσαν τα βράδια ναρκωμανείς και άλλοι περίεργοι αλλά νομίζω τους έπιασε η αστυνομία. Πάντως την αποθήκη δεν την πλησιάζει κανείς... Α! Να ο φακός!

Ακούστηκε πάλι το φερμουάρ να κλείνει. Η Ådel σηκώθηκε και άναψε τον φακό.

Όλοι: ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ!!!

My lovely neighborWhere stories live. Discover now