Τέλος καλό όλα καλά

215 12 0
                                    

Άνοιξα τα μάτια μου και αμέσως κάτι με αγκάλιασε.

Μάρκους: Ευτυχώς είναι καλά....

Αυτός με αγκάλιαζε. Τον αγκάλιασα και εγώ.

Μετά με άφησε και κοίταξα γύρω μου.

Χρύσα: Πού ήμαστε;

Μάρκους: Στο νοσοκομείο! Ζούμε!!

Κοίταξα γύρω όταν τα μάτια μου συνήθισαν το φως.

Ήμουν όντως σε δωμάτιο νοσοκομείου. Δίπλα το κρεβάτι ήταν άδειο -σίγουρα εδώ θα πέρασε το βράδυ ο Μάρκους- και στο παραδίπλα κρεβάτι, βρισκόταν ακόμη η Ådel λιπόθυμη με αρκετά άτομα γύρω της.

Χρύσα: Τι έγινε;

Μάρκους: Μόλις μας πλησίασε η πράσινη φωτιά, έσβησε για κάποιο λόγο.

Κάτι θυμήθηκα τώρα.

Περάσαμε από άκρη άκρη ώστε να μην πέσουμε στο φλεγόμενο κτήριο, και φτάσαμε στην άλλη μικρή πόρτα που υπήρχε στο δωμάτιο.

Την ανοίξαμε και μέσα υπήρχε μια σκάλα, για την ταράτσα.

Εμείς ανεβήκαμε. Οι καπνοί ήταν έντονοι. Κάτσαμε στην ταράτσα, και σύντομα έφτασε η πυροσβεστική.

Οι καπνοί ήταν πιο έντονοι. Κάτσαμε στο πάτωμα. Ο Μάρκους με πήρε αγκαλιά και με φίλησε πάλι.

Μάρκους: Όλοι ζούνε. Η φωτιά έσβησε. Το πνεύμα δεν πρόλαβε. Δεν ξέρω τι έκανε αυτό το πράγμα στην πράσινη φωτιά, αλλά μάλλον δεν άντεχε την υπερβολική αγάπη!

Χαμογέλασα.

Χρύσα: Στους γονείς της τι είπες;

Μάρκους: Ξύπνησε νωρίτερα και τους τα είπε ακριβώς όλα. Φυσικά και δεν την πίστεψαν -νόμιζαν πως τρελάθηκε!- και αφού είδαν πως είμαι και εγώ ξύπνιος, ρώτησαν και εμένα.

Χρύσα: Τι τους είπες;

Τώρα ψυθιρίζαμε.

Μάρκους: Πώς πήγαμε σε ένα μπαρ δίπλα στην θάλασσα με ταξί, αλλά είχε και πισίνα και μπήκαμε μέσα με τα ρούχα. Είχαμε όμως πάρει να αλλάξουμε.

Χρύσα: Και για την αποθήκη;

Μάρκους: Ακούσαμε κάποιον να ζητάει βοήθεια και δεν είχε σήμα για να καλέσουμε την αστυνομία. Μετά μπήκαμε μέσα και για κάποιο λόγο πήρε φωτιά. Αυτό θα πω και στην αστυνομία. Θα το πιστέψουν;

Χρύσα: Τουλάχιστον είναι πιο νορμάλ από ένα πνεύμα που θέλει να σκοτώσει μια οικογένεια. Τους άλλους τους πήρες;

Μάρκους: Πήρα πρώτα την Δώρα που κόντεψε να τρελαθεί από την αγωνία της. Μετά πήρα και τους γονείς μου.

Τότε χτύπησε το κινητό μου που τώρα κατάλαβα πως ήταν δίπλα μου. Το σήκωσα.

Χρύσα: Ναι;; Η ίδια.

Οι γονείς της Ådel με κοίταξαν.

Χρύσα: Αποκλείεται. Πλάκα μου κάνετε.

Κοίταξα το νούμερο. Ήταν όντως αυτό.

Χρύσα: Μα πως γίνεται αυτό; Καλά καλά ευχαριστώ πολύ! Γεια σας!

Μάρκους: Ποιος ήταν;

Χρύσα: Η αστυνομία! Βρήκαν τους γονείς μου!

Μάρκους: Τι εννοείς; Δεν είναι νεκροί;

Χρύσα: Από ότι φαίνεται όχι!! Τους βρήκαν μερικά χιλιόμετρα μακριά από το Τρούφορς αναίσθητους! Είναι ζωντανοί!

Μάρκους: Πώς γίνεται αυτό;

Χρύσα: Συγγνώμη είδες πνεύμα και πράσινη φωτιά και δεν μπορείς να καταλάβεις πως έγινε αυτό;;

Μάρκους: Χα δίκιο έχεις! Η αστυνομία τι λέει;

Χρύσα: Ξεθάψαν τους τάφους και δεν υπήρχε ΤΙΠΟΤΑ μέσα!

Μάρκους: Τέλειο!!

Χρύσα: Δεν θυμούνται τι έγινε όμως.

Μάρκους: Λες να επανήλθαν επειδή πέθανε το πνεύμα;

Το σοβαρό του ύφος με έκανε να γελάσω.

Χρύσα: Τι σε νοιάζει; Αφού τέλος καλό όλα καλά!

My lovely neighborWhere stories live. Discover now