|| 5 ||

1K 63 28
                                    


Ένα απίστευτα εκνευριστικό βουητό ηχεί στα αυτιά μου και προκαλεί ένα χάος θορύβου μέσα στο ήδη πονεμένο κεφάλι μου.

Νιώθω τα βλέφαρά μου βαριά και αδυνατώ να τα ανοίξω.

Σηκώνω το χέρι μου και ψηλαφίζω το κομοδίνο στα δεξιά μου μέχρι να πιάσω το κινητό μου.

Χωρίς να δω ποιος καλεί το απαντάω και το τοποθετώ στο αυτί μου.

"Μμμ"

"Που στο διάολο είσαι;" η φωνή του με κάνει όχι μόνο να ανοίξω τα μάτια μου απότομα αλλά και να ξαφνιαστώ.

Ποιος νομίζει ότι είναι και μου μιλάει έτσι;

"Που βρήκες τον αριθμό μου; και με ποιο δικαίωμα μου μιλάς έτσι;" φωνάζω μέσα από το ακουστικό καθώς πλέον έχω σηκωθεί.

"Οποίος ενδιαφέρεται βρίσκει λαγουδάκι, αλλά δεν είναι το θέμα μας αυτό"

Λαγουδάκι;

"Τι στο καλό θες τέλος πάντων, Philip;"

"Έλα στην αποθήκη. Μας βρήκαν" ανακοινώνει αόριστα και το κλείνει αμέσως.

Ποιοι μας βρήκαν;

[ . . . ]

Ανοίγω με το πόδι μου την πόρτα και αυτή κάνει ένα δυνατό ήχο καθώς χτυπάει στον τοίχο.

Όλοι στρέφουν το βλέμμα τους πάνω μου και χαμογελώ υπεροπτικά.

Το χαμόγελο μου, όμως, σβήνει αμέσως μόλις βλέπω την κατάσταση που επικρατεί.

Σπασμένα αντικείμενα παντού, ραγισμένοι καθρέφτες, οι καναπέδες σκισμένοι και αναποδογυρισμένοι και μερικά παιδιά της ομάδας, πεσμένα κάτω, σε άθλια κατάσταση.

"Τι στο διάολο έγινε εδώ;" φωνάζω καθώς τρέχω σε ένα παιδί που αιμορραγεί ακατάπαυστα.

"Καλέστε ένα ασθενοφόρο, τι κάθεστε γαμώτο; Τώρα!" Ουρλιάζω για να ξυπνήσουν και πανικόβλητοι, κάνουν ότι τους διέταξα.

Ψάχνω να βρω τον σφυγμό του αγοριού που βρίσκεται δίπλα μου αλλά είναι αδύνατον.

Ακούω βήματα προς τις σκάλες και γυρνάω να δω ποιος κατεβαίνει.

"Επιτέλους η πριγκίπισσα αξιώθηκε να ξυπνήσει και να μας κάνει την τιμή να έρθει" η ειρωνεία στάζει από τα χείλη του και με προσπερνάει.

Γελάω εξίσου ειρωνικά και με το χέρι μου, που βάζω πάνω στο στέρνο του, τον σταματώ.

If Walls Could Talk [✔]Where stories live. Discover now