Κεφαλαιο 35.

460 54 0
                                    

Τους χαιρέτησα όλους και οι βαλίτσες είναι εδώ.
Τώρα απλά περιμένω το ταξι.

Καθόμαστε με την Βαλέρια έξω από το σπίτι της.

«Αυτό ήταν λοιπόν....»λεει εκείνη.
«Αυτό.Πέρασε και ολας ένα καλοκαίρι»λέω.
Απίστευτο;

«Ένα καλοκαίρι που σίγουρα θα το θυμάσαι»λεει.
«Ένα καλοκαίρι που άλλαξαν όλα.Αλλά και μείνανε και κάποια πράγματα ίδια.Έτσι;Όπως εγώ και εσυ.Να μιλάμε έξω από το σπίτι σου.»λέω.
«Σπίτι του Ηλία αλλά ναι»λεει.
«Θα σταματήσεις να το λες αυτό;Ποτέ θα δεις ότι αυτός είναι ένας καλός ανθρώπος;Ότι ήρθε για να μείνει;»της λέω.
«Ναι καλά.Θα φύγει μόλις την βαρεθεί.Η μόλις η μαμά βαρεθεί τα λεφτά του.Κάτι από τα δυο.»λεει.
«Η μπορεί να μείνει.Να αγαπάει την μαμά σου και η μαμά σου εκείνον»λέω.

Εκείνη γελάει.
«Ούτε καν...!»λεει.
Ξέρω ότι ότι και να πω δεν θα την πείσω.
Έτσι θα το αφήσω και θα περιμένω να το δει μόνη της με τον καιρό.

«Να προσεχείς το εαυτό σου εντάξει;Και ότι θες να με πάρεις.»λέω.
«Ναι ναι άσε τώρα αυτά τα μελα.Δεν φεύγεις πρώτη φορά άλλωστε»
Σωστά.

«Δηλαδή δεν θα σου λείψω...;»λέω και την πιάνω από τον λαιμο και την κλειδώνω κάτω από τις μασχάλες μου.
«Άσε με ρε!»
«Ρε;Ποιον λες ρε ρε;Σκατο.Ε σκατο που έβγαλες και γλώσσα...»λέω.
«Θα σε χτυπήσω μα το θεό!»λεει και την αφηνω και γελάγαμε.

Μας σταμάτησε μια κόρνα.
Ήρθε το ταξί.
Θα περάσω από το Κεχαγιά να τον χαιρετήσω αφού μόνο αυτός έμεινε και μετά θα φύγω για αεροδρόμιο.

Η Μάιρα ούτε φωνή ούτε ακρόαση.
Δεν ξέρω τι έχει πάθει.

Σηκώνομαι.
«Αγκαλίτσα δεν έχω για το δρόμο;»λέω.
«Ποτέ έγινες τόσο συναισθηματικός;Θεέ μου δηλαδή!»λεει αλλά με αγκαλιάζει.

Κάνει πως δεν θέλει...

«Είσαι η καλύτερη μου φίλη το ξέρεις αυτό έτσι;»της λέω.
«Βασικά είμαι η μόνη σου φίλη αλλά οκ...»λεει.
Πάντα αυτό το κορίτσι ξέρει να χαλάει την στιγμή.

«Αφού θα σου λείψω.Γιατί δεν το παραδέχεσαι;»
«Με έτρεχες σε πάρτι των πλουσίων που αντιπαθώ.Με κοροϊδεύεις;Τώρα θα ηρεμησω!»λεει αλλά γελάει.

«Θα έρθω σύντομα...»της λέω.
«Την τύχη μου...»γκρινιάζει.
Αλλα μου χαμογελάει.


                                        ***

Αφηνω τον ταξιτζή εκεί έξω και τρέχω μέσα να τον χαιρετίσω.

Πάω στο γραφείο του.
Ήταν εκεί στην καρέκλα του και κοίταζε κάτι χαρτιά.
Όπως κάθε φορά.

Ο Γιος του Κηπουρού (#1 ΠΛΟΥΣΙΟΠΑΙΔΑ)Where stories live. Discover now