Θάλασσα

245 5 0
                                    


Την επόμενη μέρα η Ελισάβετ ξύπνησε σε ένα άδειο σπίτι.Πηγε αμέσως στο δωμάτιο τους όμως δεν ήταν εκεί,αλλά είχε αλλάξει ρούχα.Εκλεισε την πόρτα και γύρισε στο σαλόνι,εκείνη τη στιγμή η πόρτα άνοιξε και μπήκε ο Πέτρος.Η Άννα έτρεξε και έπεσε στην αγκαλιά του

"Που ήσουν? Ανησύχησα"

"Είχα βγεί μια βόλτα,μη φοβάσαι"

Ο Πέτρος φίλησε τα μαλλιά της και έκανε πίσω

"Που ήσουν?"

"Πιο κατω και μου ήρθε μια ιδέα "

"Τι ιδέα?"

"Ένα περίπατο στην παραλία,δεν είναι μακριά,αλλά την άλλη μεριά ζήτημα 10 λεπτα"

Η Άννα χαμόγελασε

"Δε θα φας τίποτα?"

"Δεν πεινάω"

"Πέτρο"

"Αν φας εσύ,θα φάω και γω"

Είπε ο Πέτρος με ένα χαμόγελο

"Εντάξει,πάω να ετοιμάσω και έρχομαι "

Η Άννα ετοιμάστηκε γρήγορα και κατέβηκε στην κουζίνα όπου την περίμενε ο Πέτρος

"Βρήκα βούτυρο,ψωμί και καφέ.Πρεπει να πάμε σουπερμάρκετ "

Τα δύο παιδιά έφαγαν και ξεκίνησαν για την παραλία.Ο ήλιος έλαμπε στον ουρανό θυμίζοντας άνοιξη,με λιγότερη ζεστη.

"Έχω να έρθω από μικρη"

"Πάτρα?"

"Όχι,πηγαίναμε στο Άστρος,συνήθως καλοκαίρι για μπάνιο"

"Είναι λίγο κρύο για μπάνιο,όμως "

"Ποιος να μου το λέγε ότι θα περπατούσαμε δίπλα στο κύμα χέρι χέρι "

Η Άννα γελούσε,ο αέρας έπαιξε με με μαλλιά παρασύροντας τη,τα θαλασσια της μάτια κοίταζαν τα δικά του

"Πώς γίνεται να είμαι τόσο τυχερός, πως είναι δυνατόν να είσαι τόσο όμορφη,είσαι σαν άγγελος ή μήπως είσαι γοργόνα? Μέχρι το κύμα της θάλασσας παλεύει να αγγίξει τα πόδια σου,ο αέρας χαϊδεύει τα μαλλιά σου, χορεύει μαζί τους κι εγώ αισθάνομαι ευλογημένος που μπορώ να κρατώ το χέρι σου"

Το βλέμμα του καρφωμένο στο δικό της μέχρι που εκείνη χαμήλωσε το βλέμμα της στο ύψος τον χειλιών του.
Ο Πέτρος πλησίασε και φίλησε τα χείλη της, ζητώντας με τη γεύση του φιλιού της.Η Άννα έγειρε το κεφάλι της και έκλεισε τα μάτια της, ζαλισμένη από το φιλί του.

"Αυτό είναι μόνο η αρχή από τον κόσμο που μπορώ να σου προσφέρω"

Ο Πέτρος την έκανε μια στροφή και την ξανάφερε κοντά του

Μαύρο Ρόδο//🥀Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα