«Επεισόδιο 7»

59 3 0
                                    


ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ 7

ΒΡΑΔΥ, ΜΠΑΡ ΤΑΚΗ

Ο Δημήτρης τρώει λαίμαργα και η Αλεξάνδρα χαζεύει μουτρωμένη

Α: Σιγά, θα πνιγείς!
Δ: (μπουκωμένος) Πεινάω Αλεξάνδρα μου, όλη μέρα νηστικός είμαι. Φάε κι εσύ!
(η Βίρνα τους πλησιάζει)
Β: Να μαζέψω; Έχετε τελειώσει;
Δ: (τρώει την τελευταία μπουκιά) Εγώ ναι. Άλεξ;
Α: Εντάξει είμαι (θυμωμένα)
Δ: Κι άλλο ένα ποτό φέρε μου.
Β: Βεβαίως (μαζεύει και φεύγει)
Α: Τι θα γίνει; Θα έρθει ο Νίκος; (θυμωμένα)
Δ: Είπε σε 5' θα είναι εδώ.
Α: Άντε, να δούμε...
Δ: Συγνώμη τι σε έπιασε; Μια χαρά ήσουν.
Α: Είμαι κουρασμένη (απότομα)
(η Βίρνα αφήνει ένα γλυκό στο τραπέζι)
Β: Να σας γλυκάνουμε λιγάκι (κοιτάζει την Αλεξάνδρα)
Δ: Έχετε γλυκά;
Β: Το πρωί αλλά στους δικούς μας, τα βγάζουμε και το βράδυ(του κλείνει το μάτι)
Δ: Ευχαριστούμε. Χρειαζόταν (τρώει) Καλά έπικ, φάε Άλεξ.
Α: Δεν θέλω.
Δ: Γιατί; Έλα, είναι σοκολατόπιτα, που σ' αρέσει (γελάει)
Α: (ξεφυσάει) Πάω στο μπάνιο. Δεν θέλω γλυκό, φάτο (φεύγει)
(η Βίρνα φέρνει το ποτό και πλησιάζει τον Δημήτρη)
Β: Να σου πω...
Δ: Έλα.
Β: Η δικιά σου, κατάλαβε πως εγώ ήμουν στο τηλέφωνο. Γι' αυτό είναι σαν τη Μεγάλη Παρασκευή.
Δ: (της δίνει το πιάτο) Βλέπεις όνειρα;
Β: Βρε άκου που σου λέω.Η Βιργινία δεν πέφτει έξω σ' αυτά. Αλλά πολλή ξινή ρε παιδί μου. Απορώ τι σ' αρέσει...
Δ: (χαμηλόφωνα) Βιργινία... φρόντισε να σε ακούσει.
Β: Γιατί; Τι θα μου κάνει;
(ο Νίκος μπαίνει με την Νάσια στο μαγαζί)
Δ: Επιτέλους!
Νικ: Τι να κάνω; Πήγα να φέρω το κορίτσι.
Δ: Δικηγορίνα, κούκλα όπως πάντα (την αγκαλιάζει)
Ν: Χάθηκες όμως Δημήτρη μου και θα σε μαλώσω.
Δ: ΤΟ ΔΕΧΟΜΑΙ!
(η Αλεξάνδρα τους πλησιάζει)
Νικ: Αλεξάκι, εδώ είσαι;
Δ: Ναι, να σας συστήσω. Η Αλεξάνδρα είναι η αρχισυντάκτρια μου, η Νάσια είναι η δικηγόρος που σου έλεγα.
Α: (δίνει το χέρι της) Χαίρω πολύ (ψυχρά)
Ν: Να πω συγχαρητήρια για την εκπομπή σας ή πολύ κλισέ;
Α: (χαμογελάει) Γιατί όχι;
Δ: Να κάτσουμε;
Ν: Μωρέ να κάτσουμε, τι θες δεν μας λες και ανησυχώ.
Δ: Κάτι πολύ εύκολο και πολύ δύσκολο ταυτόχρονα.
Α: Νάσια, τον γιατρό τον Δέλιο, δίπλα από το γραφείο σου, τον ξέρεις;
Ν: Καλά, μη φανταστείς, τα τυπικά. Μια καλημέρα, αν τον δω.
Δ: Πόσο καιρό έχει νοικιάσει το γραφείο;
Ν: Κανά μήνα αλλά έχει πολύ κόσμο. Δεν έχω καταλάβει και τι γιατρός είναι. Άλλοι λένε χειρούργος, άλλοι νευρολόγος...
Δ: Άλλοι παπαρολόγος...
Α: Ρε Δημήτρη!
Ν: Δεν έχω καταλάβει τι θέλετε.
Δ: Ο τύπος είναι απατεώνας Νάσια. Θέλουμε να μπούμε στο γραφείο του. Δεν ζητάμε κάτι από σένα. Μόνο να μας ανοίξεις το γραφείο σου και θα περάσουμε από το μπαλκόνι.
Νικ: (βάζει τα γέλια) ΠΑΤΕ ΚΑΛΑ;
Α: Είναι δική μας η ευθύνη.
Νικ: Ρε, μπορεί να έχει κάμερες ο τύπος! Θα σας τρέχουν για διάρρηξη.
Α: Δεν έχει, τσέκαρα εγώ.
Νικ: Μπορεί να μην τις είδες, Αλεξάνδρα μου!
Α: Δημοσιογράφος είμαι, ξέρω να τις ξεχωρίζω, Νίκο μου. Ο τύπος ανά δυο μήνες αλλάζει γραφεία. Κάμερες θα έβαζε;
Δ: Έχει δίκιο η Αλεξάνδρα. Άλλο καημό δεν είχε, να βάλει κάμερες.
Ν: Έγω δεν έχω πρόβλημα.
Νικ: ΠΑΣ ΚΑΛΑ ΜΩΡΕ ΚΙ ΕΣΥ;
Ν: Γιατί ρε; Να τα βοηθήσουμε τα παιδιά. Εγώ θα σας ανοίξω κι από κει και πέρα κάντε ότι νομίζετε. Και προσέχτε μη πέσετε από το μπαλκόνι και σας μαζεύουμε με το κουταλάκι.
Νικ: Δημήτρη όχι! ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ!
Δ: Είδωλο είσαι. Πάμε τώρα;
Νικ: Ρε παιδιά, έλεος!
Α: (κοιτάει τη Νάσια) Μπορείς τώρα;
Νικ: Ρε Αλεξάνδρα!
Δ: ΩΧΟΥ! Θα σκάσεις;
Ν: Πάμε τώρα, να τελειώνουμε.
Δ: (σηκώνεται και κοιτάζει το Νίκο) Θα ρθεις ή θα κάτσεις εδώ; Να πω στη Βίρνα να φέρει ποτά;
Νικ: (σηκώνεται) Μαλάκα θα μπλέξουμε!
Δ: Δεν πειράζει. Δυο δικηγόρους έχουμε μαζί, θα μας σώσουν. Πάω να φέρω τη μηχανή.
Α: Κάτσε, έρχομαι μαζί (φεύγουν)
Νικ: (ξεφυσάει)
Ν: Έλα μωρέ. Τι θα πάθουν;
Νικ: Αυτοί κάποτε, τα είχαν. Αν τα ξαναμπλέξουν, τη γάμησα. Κάθε βράδυ, θα τους μαζεύω από τα κρατητήρια.
Ν: Πλάκα κάνεις.
Νικ: Καθόλου. Μεγάλος έρωτας αλλά τα έκαναν σκατά και τώρα τη βρίσκουν με παρακολουθήσεις και ρεπορτάζ.
Ν: (γελάει) Έλα, πάμε.

«Γκρίζα Ζώνη»Where stories live. Discover now