«Επεισόδιο 15»

104 5 0
                                    


ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ 15

ΠΡΩΙ, ΠΡΕΒΕΖΑ, ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ

Η Χρυσούλα τραγουδάει, σκουπίζοντας και η Αλεξάνδρα πίνει καφέ, κακόκεφη, δίπλα στο τζάκι.
Χ: «Πάει ο παλιός ο χρόνος, ας γιορτάσουμε παιδιά και του χωρισμού ο πόνος, ας κοιμάται στην καρδιά...»
Α: Ρε μάνα.
Χ: «Καλή χρονιά... Καλή χρονιά...»
Α: Χαρούμενη χρυσή Πρωτοχρονιά. ΕΛΕΟΣ ΡΕ ΜΑΝΑ, ΠΡΩΙ ΠΡΩΙ.
Χ: Ωραία μούτρα, πρώτη μέρα του χρόνου.
Α: Αυτά έχω.
Χ: Γιατί δεν πήγες χτες με τα ξαδέλφια σου, να πιείτε ένα ποτό σαν όλο τον κόσμο;
Α: Γιατί δεν είχα όρεξη και δεν τους συμπαθώ.
Χ: Από τη μέρα που ήρθες, ούτε όρεξη έχεις, ούτε κουβέντα σου παίρνουμε, ούτε έχω καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει...
Α: Άντε πάλι. ΤΙΠΟΤΑ! Πόσες φορές θα το πω ρε μάνα;
Χ: Και χίλιες να το πεις, εγώ δεν σε πιστεύω. Σε έχω γεννήσει εγώ.
Α: Έλα! Μη μου το λες.
Χ: Μωρ, θα στο λέω. Παλιοκόριτσο! Μια μάνα έχεις στον κόσμο. Αντί να κάτσεις, σα φίλες βρε παιδί μου, να της πεις «Μαμά, το και το. Πες μου μια συμβουλή», όλο με αποπαίρνεις.
Α: Καλά, κάνε όνειρα...
Χ: Άρα κάτι συμβαίνει και δεν μου το λες.
Α: ΩΧΟΥΥΥΥ! (χτυπάει το κινητό της) Παρακαλώ. Καλημέρα Γιώργο, χρόνια πολλά.

ΣΠΙΤΙ ΓΙΩΡΓΟΥ/ΠΑΤΡΙΚΟ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ

Γ: Τι κάνεις; Πού βρίσκεσαι;
Α: Πρέβεζα είμαι ακόμα. Αύριο κατεβαίνω Αθήνα, γιατί;
Γ: Μπορείς να γυρίσεις σήμερα;
Α: Γιατί; Τι έγινε;
Γ: Μου έσκασε ένα θέμα και πρέπει να προλάβουμε, να το ερευνήσουμε για την πρώτη εκπομπή της χρονιάς.
Α: Τι θέμα;
Γ: Αθήνα μπορείς να έρθεις;
Α: Ναι... Θα πάρω το μεσημεριανό.
Γ: Μια χαρά. Έλα και θα τα πούμε από κοντά. Μήπως έχεις μιλήσει με το Δημήτρη;
Α: (αμήχανα) Με το Δημήτρη; Ένα μήνυμα ανταλλάξαμε με ευχές...
Γ: Πού σκατά είναι; Τον παίρνω και δεν το σηκώνει.
Α: Θα κοιμάται. Στείλτου μήνυμα.
Γ: Καλώς. Τα λέμε αύριο από κοντά.
Α: Καλή χρονιά και πάλι (το κλείνει)
(Η Χρυσούλα την κοιτάζει αυστηρά)
Χ: Θα φύγεις;
Α: Ναι.
Χ: ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΤΙΚΑ;
Α: Ναι ρε μάνα! Έτυχε δουλειά.
Χ: Τι δουλειά είναι αυτή και δεν μπορεί να περιμένει δυο μέρες;
Α: ΜΑΛΛΟΝ ΣΟΒΑΡΗ! (σηκώνεται) Πάω να μαζέψω τα πράγματα μου.
Χ: Κάτσε βρε πουλάκι μου, κάτσε ένα λεπτό.
Α: Τι είναι;
Χ: (τη χαϊδεύει στο πρόσωπο) Τι έχεις βρε καμάρι μου; Γιατί δεν μου λες;
Α: Τίποτα. Καλά είμαι.
Χ: Τι καλά βρε κορίτσι μου; Τόσα βράδια σε είδα να κλαις, εδώ, κατάχαμα, δίπλα στο τζάκι και δεν μου εξηγείς τι έχει συμβεί. Σε στεναχώρησε κανείς; Μάλωσες στη δουλειά;
Α: Μαμά, επειδή κουράστικα να σου λέω πως δεν έχω τίποτα, ας το πάμε αλλιώς το θέμα: ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΜΗΝ ΑΝΑΚΑΤΕΥΕΣΑΙ;
Χ: Εντάξει αγάπη μου, εντάξει. Μάνα είμαι!
Α: Καλώς. Πάω να ετοιμαστώ.(φεύγει)
Χ: Να πας παιδί μου. Να πας...  (παίρνει τηλέφωνο) Έλα βρε Λίτσα. Μπα, τζίφος. Της το πα και αυτό το «σα φίλες» που σκέφτηκες. Ντροπής πράγματα, άκου φίλες. Ναι καλέ, μάτι βγάζει. Κάτι με το λεγάμενο είναι και φυσικά, και να τη σταυρώσω, δεν θα μου πει. Το κινητό της; Έχει κωδικό πανάθεμα τη! Θα πω στο Δημητράκη, όταν κατέβω Αθήνα, να μου δώσει κανένα σύστημα που τα ξεκλειδώνει μοναχό του. Καλέ είναι απ΄αυτούς τους hacker, ξέρει τα πάντα. Σε κλείνω, πάω να της φτιάξω καμιά κούτα, να πάρει μαζί της. Έλα, θα τα πούμε. (το κλείνει) Πού είσαι κι εσύ βρε Δημητράκη; Μπουνταλάς μας βγήκες!

«Γκρίζα Ζώνη»जहाँ कहानियाँ रहती हैं। अभी खोजें