Κεφάλαιο 7

494 50 14
                                    

Το πρωί που ξύπνησα η διάθεση μου ήταν πολύ καλύτερη από ότι την προηγούμενη μέρα.Όμως δεν ήξερα ότι αυτό δεν θα κρατούσε για πολύ! Αφού ντύθηκα με τις φαρδιές μου φόρμες ( Σας είπα ότι δεν μου αρέσει να αναδεικνύω το σώμα μου) και έφαγα το πρωινό μου ξεκίνησα για το σχολείο! Στο σπίτι της κυρίας Μαρίας θα πήγαινα αμέσως μετά το σχολείο.

Όταν έφτασα στην αυλή του σχολείου παρατήρησα δυστυχώς ότι ο "γόης" και player του σχολείου με κοιτούσε και χαζό γελούσε μαζί με τους κολλητούς του. Ναι όπως καταλάβατε αυτός είναι ο Άρης που σας ανέφερα! Αυτός που μισώ, που μου καταστρέφει την ζωή.

Δεν δίνω παραπάνω σημασία και κατευθύνομαι προς τις σειρές που σχηματιζόταν στο προαύλιο ( είχε χτυπήσει το κουδούνι για την προσευχή).

Κατευθύνομαι προς την αίθουσα μου και βλέπω τον Άρη με τους κολλητούς του ,Νίκο και Δημήτρη, μπροστά από την πόρτα της τάξης μου! ΟΧ τι κάνω τώρα; Πλησιάζω σιγά σιγά και όταν φτάνω αρκετά κοντά τους αρχίζουν να φωνάζουν:

Α(Αρης): Ρε παιδιά κάντε χώρο να περάσει το ΟΡΦΑΝΌ.

Ν (Νίκος): Έχεις δίκιο ρε Άρη!Πως θα περάσει το μπάζο μέσα χαχαχα.

Μ: ΣΚΑΣΤΕ! Τους φώναξα όσο πιο δυνατά μπορούσα. Πρώτη φορά είναι που τους μιλάω έτσι. Και άλλες φορές με κορόιδευαν αλλά ποτέ δεν με είχε αγγίξει τόσο. Η λέξη ΟΡΦΑΝΌ ακουγόταν ξανά και ξανά μέσα στο μυαλό μου.

Α: Τι έγινε ΟΡΦΑΝΌ έχουμε και φωνή;

Μ: Ναι έχουμε και σου είπα να σκάσεις! Του είπα ενώ δάκρυα γέμισαν τα μάτια μου και απειλούσαν να κυλήσουν στα μάγουλα μου.

Α: Γιατί αλλιώς τι θα κάνεις; Θα το πεις στους νεκρούς γονείς σου; χαχαχα

Αυτό ήταν το τελειωτικό χτύπημα. Το χέρι μου προσγειώθηκε με απίστευτη δύναμη στο μάγουλο του και στη συνέχεια έτρεξα προς την τουαλέτα κλαίγοντας.

Δεν το πιστεύω. Πόσο πιο μαλακας μπορεί να γίνει αυτός ο άνθρωπος! Οι λέξεις που χρησιμοποιησε καρφώνονταν σαν μαχαίρια στην καρδιά μου και ξεσκιζαν το δέρμα μου.

Βγήκα από την τουαλέτα. Ήθελα να ξεσπάσω, ήθελα να φύγω μακριά από όλα μου τα προβλήματα, βασικά ήθελα να πεθάνω! Πήγα σε ένα μαγαζί και αγόρασα ένα μπουκάλι βότκα και ένα ξυραφάκι. Το μυαλό μου είχε θολώσει. Άρχισα να τρέχω προς την παραλία. Ευτυχώς δεν είναι πολύ μακριά. Είμαι σίγουρη ότι ο κόσμος θα με περνούσε για τρελή αλλά ήταν το τελευταίο πράγμα που με ένοιαζε αυτή τη στιγμή.

Φτάνοντας στην παραλία έκατσα στην άκρη της θάλασσας. Δεν υπήρχε κανένας τριγύρω. Τα νερά έφταναν μέχρι τη μέση μου, η φόρμα μου είχε γίνει μούσκεμα. Άνοιξα το μπουκάλι και ήπια μια γουλιά. Ο λαιμός μου κάηκε και αμέσως μια ζέστη τύλιξε το κορμί μου. Ήπια άλλη μια γουλιά και πήρα το ξυραφάκι στα χέρια μου. Το τοποθέτησα αργά επάνω στο δέρμα μου κόβοντας το σιγά σιγά...Η πληγή ήταν αρκετά βαθιά για να γεμίσει το νερό τριγύρω μου με το αίμα μου που κυλούσε ακατάπαυστα από την χαρακιά που μόλις έφερα, αλλά όχι τόσο βαθιά ώστε να με σκοτώσει. Ήπια άλλη μια γουλιά από το ποτό μου και έφερα άλλη μια χαρακιά, έπειτα άλλη μια και άλλη μια. Ο πόνος είναι αφόρητος όμως δεν είναι τόσο έντονος ώστε να καλύψει τον εσωτερικό πόνο που νιώθω. Έβαλα τα χέρια μου στο νερό και ένιωσα το θαλασσινό νερό να καίει την πληγή μου κάνοντας τον πόνο πιο έντονο.

Μετά από αρκετή ώρα αποφάσισα να γυρίσω σπίτι μου. Άρχισα να περπατάω προς αυτό. Ο κόσμος γύρω μου με κοιτούσε παράξενα. Άλλοι με κοιτούσαν με λύπη, άλλοι με απέχθεια και άλλοι απλά γελούσαν με την κατάσταση μου.

Μπαίνοντας στο σπίτι πέταξα τα γεμάτα αίματα ρούχα μου και έτρεξα να κάνω ένα μπάνιο. Όταν μπήκα κάτω από το ζεστό νερό ένιωσα ένα βάρος να φεύγει από πάνω μου. Το σώμα μου χαλάρωσε και παρόλο που οι πληγές με πονούσαν αρκετά εγώ αισθανόμουν ωραία!

Μετά από μια ώρα βγήκα από το μπάνιο και αφού ντύθηκα πήρα τα πράγματα μου και Κατευθύνθηκα στην πόρτα του σπιτιού την οποία έκλεισα αφήνοντας πίσω μου την παλιά μου ζωή, την χαρά και τις αναμνήσεις που είχα με την οικογένεια μου.

Μπήκα σε ένα ταξί και του έδωσα τη διεύθυνση για το νέο μου σπίτι. Το σπίτι όπου θα έπιανα δουλειά. Το ταξί με άφησε έξω από το σπίτι της κυρίας Μαρίας και έτσι εκεί που την μια στιγμή πλήρωνα τον οδηγό την άλλη χτυπούσα το κουδούνι του σπιτιού.

Την πόρτα άνοιξε η κυρία Μαρία η οποία με αγκάλιασε και με καλώς όρισε στο σπίτι της. Κατευθυνομασταν στο σαλόνι όταν έπεσα επάνω σε κάποιον. Βασικά στην πλάτη κάποιου. Ζήτησα βιαστικά συγνώμη αλλά μόλις γύρισε προς το μέρος μου και είδα το πρόσωπό του πάγωσα. Η κυρία Μαρία μου σύστησε τον γιο της όπως μου είπε ο οποίος με κοιτούσε και αυτός με γουρλωμένα ματιά.

Δεν μπορούσε να γίνει κάτι χειρότερο από αυτό καθώς ο γιος της είναι ο......

Γειά και συγνώμη για την καθυστέρηση. Άργησα να ανεβάσω κεφάλαιο, το ξέρω... 😳 Παρόλα αυτά πως σας φάνηκε το νέο κεφάλαιο? Ποιος λέτε να είναι ο γιος της κ. Μαρίας? Χαρίστε μου ένα αστεράκι αν σας αρέσει το κεφάλαιο πλιζζ...
Στη φώτο είναι ο Άρης και οι δύο κολλητοί του! Πως σας φαίνονται??

Φιλάκια , Ελισάβετ!!!

Δύσκολη Επιτυχία!!!Where stories live. Discover now