Το ταξίδι

255 32 1
                                    

Φτάνουμε στην αίθουσα όπου βρίσκεται ο Φοίνικας. Δεν έχω μπει ποτέ εδώ, αλλά δεν είναι και κάτι σπουδαίο. Απλώς είχε ένα υπερυψομένο σημείο όπου βρισκόταν ένα μεγάλο χρυσό αγαλματίδιο με το σχήμα φύλλου φοίνικα.

-Αυτή η αίθουσα είναι διπλά προστατευμένη. Έχουμε λίγο χρόνο προτού την παραβιάσουν, λέει ο Νίκολας και κατευθύνεται προς το αγαλματίδιο.

Εκείνη τη στιγμή κοντοστέκομαι. Θυμάμαι τη μαμά, τις κραυγές της. Όταν σκέφτομαι πως πρόκειται να επισκεφθώ μία άλλη διάσταση και ίσως δεν επιστρέψω...δεν ξέρω πραγματικά τι θα γίενι η μαμάκα μου. Μετά από τόσα συνειδητοποίησα πόσο πολύ με αγαπάει και φοβάται για εμένα. Δάκρυα κυλάνε στα μάτια μου καθώς όλα μου αποκαλύπτονται.

Ο Νίκολας τρέχει προς το μέρος μου. Πέφτω στα γόνατα όπως και αυτός.

-Τι συμβαίνει, μωρό μου; Αν δεν θες δεν το κάνουμε. Θα βρούμε άλλη λύση να τους νικήσουμε, προσπαθεί να με ηρεμήσει, αλλά μάταια.

Ξέρω πως πρέπει να το κάνω. Είναι το καθήκον μου και μου αποκαλύφθηκε μόλις μπήκα στην αίθουσα. Μπορεί να έχω τη μαμά, την Κάιλι, το σχολείο οτιδήποτε με κάνει φυσιολογική. Ωστόσο τώρα έχω και μία νέα πλευρά. Αυτή της ανιχνεύτριας που πρέπει να σώσει έναν κόσμο τόσο πρωτόγνωρο όσο και παρόμοιο με αυτον που ζω.

-Θα το κάνουμε. Πρέπει να πάω μόνη μου και να δω τι με περιμένει, λέω και σταματάω να κλαίω.
Αυτός με αφήνει και με κοιτάει με μία έκρφραση που δεν έχω ξαναδεί. Μία μίξη ανησυχία, φόβου, προστασίας, πόθου και εξάντλησης.

-Τι εννοείς; Όχι, δεν θα πας μόνη. Δεν έχει ταξιδέψει κανείς με τον Φοίνικα και ο μόνοα που διάβασε κάτι τέτοιο είναι ο Φίλιπς. Δεν το διακυνδινεύω, λέει.

Εγώ σηκώνομαι και πλησιάζω το χρυσό αγαλματίδιο.

-Δεν καταλαβαίνεις. Μόλις μπήκα στο χώρο, λες και διδάχτηκα τα πάντα γι' αυτό που είμαι. Τι πρέπει ακριβώς να κάνω για να μας σώσω. Ο κύριος Φίλιπς είπε πως οι ανιχνευτές έχουν μία ιδιαίτερη σχέση με τον Φοίνικα και εγώ το νιώθω σε όλο μου το σώμα.

Ο Νίκολας με πλησιάζεις. Δεν καταλαβαίνω τι νιώθει. Δςν μπορώ με τίποτα να γνωρίσω τον Νίκολας που στέκεται τώρα μπροστά μου. Ωστόσο, συνειδητοποιώ πως ήταν γραφτό να τον ερωτευτώ, να τον αγαπήσω από τη πρώτη στιγμή που τον αντίκρισα. Το δώμα μου φλέγεται και πονάει απο τον πόθο και την έντονη επιθυμία να του πω πως νιώθω, να μάθει πως οτιδήποτε και αν συμβεί εγώ θα είμαι πάντα δική του. Θα τον αγαπώ μέχρι να πάψει να υπάρχει αυτός ο κόσμος.

Βάζω τα χέρια μου γύρω από τον λαιμό του. Κολλάει το μέτωπό του στο δικό μου και καταφέρνω να ακούσω τη γρήγορη, κοφτή ανάσα του. Με φιλάει, βαθιά, παθιασμένα. Διψασμένοι να γίνουμε ένα μέσα από αυτό το φιλί.

Με την άκρη του ματιού μου βλέπω τον Φοίνικα να λάμπει. Ήρθε η ώρα. Φωτίζει έντονα στις αποχρώσεις του μπλε.

-Θα σε περιμένω. Όσο καιρό και να κάνεις εκεί μέσα, εγώ θα σε περιμένω ακριβώς εδώ, μου ψιθυρίζει μόλις απομακρυνόμαστε.

Το σώμα μου αρχίζει να ζεσταίνεται και να ξεθωριάζει. Ο Νίκολας μου κρατάει ακόμα τα χέρια.

-Θα επιστρέψω. Στο υπόσχομαι, καταφέρνω να ψελλίσω πριν μία δίνη με ρουφήξει μέσα της και το τελευταίο πράγμα που δω είναι τα γαλάζια μάτια του.

Σε αγαπώ πέρα από το χρόνο Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα