Συνάντηση

64 6 0
                                    

Η ώρα είναι κοντά στης 7 και εδώ και πόση ώρα έχω δύο κορίτσια να με ντύνουν και να με χτενίζουν...

- Δεν είναι η πρώτη φορά που ντύνομαι μπορώ να το κάνω και μόνη μου επέμεινα αλλά τίποτα πάντα μου απαντούσαν μηχανικά

- Ο αφέντης είπε να σας ετοιμάσουμε για το δείπνο και αυτό πρέπει να κάνουμε.

Παίζει να τις του το είπα χίλιες φορές μα εκεί αυτές... Αχ μα καλά ρομπότ είναι? προγραμματισμένες να λένε τα ίδια και τα ίδια....

Τελικά μετά από αρκετή ώρα κατέληξαν πως θα μου πήγαμε ένα κόκκινο φόρεμα μάκρη ώς το πάτωμα. Τέλεια θα κάνω και ένα καλό θα σκουπίσω το πάτωμα με όλο αυτό το ύφασμα που πέφτει σαν χείμαρρος στο πάτωμα... Δεν είμαι και πολύ ψηλή φυσικά ώστε να μου έρχεται τέλειο αλλά δεν με λες και πολύ κοντή φυσιολογική θα έλεγα.... Τα μαλλιά μου τα έπεισαν στο πλάι πράγμα που με ανατρίχιασε στην ιδέα πως με αυτόν που θα πάω να δειπνίσω είναι βρικόλακας.. Δηλαδή αυτός πίνει αίμα από το λαιμό και αφήνει απλός ένα άδειο σώμα πίσω του... Χωρίς αίμα χωρίς ψυχή..

Θα έπρεπε κανονικά να τρέμω από το φόβο μου αλλά δεν θέλω να αποκαλύψω από τώρα τουλάχιστον την ανησυχία μου.. Εξάλλου αν ήθελε να με φάει. Θα το είχε ιδεί κάνει..

Φαντάζομαι όλες μου οι απορίες θα λυθούν μόλις ανοίξουν αυτές οι πόρτες και με οδηγήσουν στην τραπεζαρία.

(μεριά βρικόλακα )

Χλωμό δέρμα και χαμηλό αιματοκρίτη μα καλά αυτοί οι άνθρωποι δεν την πρόσεχαν καθόλου?

Από την ώρα που την έφερα στο κάστρο έπεσα με τα μούτρα στην δουλειά... Δεν πρέπει τίποτα να πάει λάθος όλα κρέμονται από μια κλωστή. Όπως και η ζωή της.

Ο οικοδεσπότης της Ρεντ κατάγονταν από βασιλική οικογένεια. Και μετά τον θάνατο των δικών του είχε απομείνει μόνος του μέσα σε αυτούς τους τεράστιους πέτρινους τοίχους. Με του που ήρθε η Ρεντ όμως έδωσε μια διαφορετική νότα στην μονοτονία της καθημερινότητας του.

Στις 7 ακριβώς ήταν στην τραπεζαρία και την περίμενε να έρθει. Οι βρικόλακες δεν είναι άνθρωποι δεν νιώθουν, δεν ξέρουν να νιώθουν συναισθήματα ανθρώπινα. Αυτή είναι η κατάρα που τους βαραίνει. Καλύτερα να ζεις μια ζωή μέσα στο σκοτάδι παρά να γευτείς λίγες στιγμές ήλιου που δεν πρόκειται να ξανά δεις.

Η Ρεντ ήταν κάπως αγχωμένη η καρδία της χτυπούσε με τρελούς ρυθμούς σε κάθε της βήμα προς την τραπεζαρία. Κάτι μέσα της, της έλεγε να το βάλει στα πόδια αλλά που να πάει με αυτό το φόρεμα θα γκρεμοτσακίζονταν πριν προλάβει καν να αποδράσεις από τις ακόλουθους της. Αναστέναξε και σιγώ μουρμούρισε μια προσευχή καθώς περίμενε να της ανοίξουν για να προσέλθει μέσα στην τεράστια τραπεζαρία που αποτελούνταν από ένα τεράστιο τραπέζι που από πάνω του κρέμονταν ένας χρυσός πολυέλαιος.

Οι ματιές τους συναντήθηκαν και ένας κόμπος έδεσε το στομάχι της.

Αυτός ήταν ο βρικόλακας που έβλεπε μόνη μια θολή φιγούρα του ?

Είχε σκουρόχρωμα πράσινα μάτια και μαύρα μαλλιά ως τους ώμους του σχεδόν. Ήταν ντυμένος με ένα λινό λευκό πουκάμισο και φορούσε ένα μαύρο παντελόνι.

Η σκηνή αυτή της θύμιζε ταινία.

Ο βρικόλακας παραξενεύτηκε με την στάση της καθώς και τον τρόπο που τον κοιτούσε και απλός της χαμογέλασε και της έκανε νεύμα να καθίσει....

Η καρδία της Ρεντ κόντευε να σπάσει καθώς ένιωθε τα μάτια του συνεχώς καρφωμένα πάνω της με αποτέλεσμα να μην μπορεί να κατέβει μπουκιά από το θεσπέσιο φαγητό που της πρόσφεραν.

Το κόκκινο ροδο του χειμώναWhere stories live. Discover now