Το βιβλίο

54 4 0
                                    

Ρεντ

Μετά το πρωινό η κατάσταση εξακολουθούσε να έχει μια περίεργη ατμόσφαιρα... Κάπως ηλεκτρισμένη μπορώ να πω.. Ο Μπράιαν κάπου ταξίδευε και αν δεν το έδειχνε κάτι τον βασάνιζε.... Τον ξέρω ελάχιστα αλλά μπορώ πολύ εύκολα να καταλάβω τα συναισθήματα των ανθρώπων. Είναι κάτι σαν " χάρισμα " όπως έλεγε η γιαγιά μου. Όταν τελειώσαμε το πρωινό, μου έκανε νεύμα να τον ακολουθήσω μέχρι το γραφείο του, οπού μου έδωσε ένα χοντρό παλιό βιβλίο με μια περίτεχνη κλειδαριά.

- Αν ακόμα θέλεις να μάθεις ποια είσαι και τι πρέπει να κανείς διάβασε το. Μου είπε και μου έκανε νεύμα πως μπορώ να φύγω.

Για κάποιο λόγο αυτό το βιβλίο μου δίνει την εντύπωση πως το περιεχόμενο του θα με τρομάξει, όμως δεν είναι ώρα για δισταγμούς τώρα. Από την ώρα που ήρθα εδώ έχω ατελείωτα ερωτήματα που επιτέλους έφθασε η ώρα να απαντηθούν.

Πήγα στο δωμάτιο μου, έκατσα στο κρεβάτι μου και επεξεργαστικά την κλειδαριά αλλά δεν είχε είσοδο για κλειδί ούτε κάτι άλλο που να μαρτυρούσε πως άνοιγε. Η ώρα περνούσε και εγώ ακόμα δεν είχα βρει τρόπο να το ανοίξω όταν έτσι όπως το επεξεργαζόμουν, κάτι με έκοψε και η σταγόνα του αίματος μου έπεσε πάνω στο βιβλίο που το ξεκλείδωσε !!.

Αμέσως άρχισα να το ξεφυλλίζω αλλά δεν υπήρχε τίποτα μέσα παρά λευκές σελίδες, βαριά αναστέναξα όταν ξαφνικά είδα μια γυναικεία φιγούρα να με κοίτα ενώ στέκονταν δίπλα από το παράθυρο που σιγά, σιγά έδυε ο ήλιος.

Αυτή η γυναίκα με τρόμαζε, δεν θα ήθελα με τίποτα να μείνω μαζί της ιδικά όταν έχει εξαπλωθεί το σκοτάδι. Αυτά τα παγωμένα ψυχρά η μάλλον άψυχα μάτια της με κάρφωναν τρομάζοντας με καθώς το γεγονός ότι είχε λευκά μαλλιά που έφταναν σχεδόν μέχρι το πάτωμα σε συνδυασμό με το ανοιχτόχρωμα φόρεμα της, της έδινε μια νότα πολύ παγωμένη σχεδόν νεκρική. Αφού με παρατήρησε αρκετή ώρα μου χαμογέλασε και άρχισε να με πλησιάζει. Οκ έχω φρικάρει πετάχτηκα από το κρεβάτι μου και άρχισα να πηγαίνω προς τα πίσω ώσπου βρήκα τοίχο. Καταλαβαίνοντας τον πανικό μου εκείνη άρχισε να γελάει με ένα δυνατό, καθαρό γέλιο.

- Αν σε τρομάζω Εγώ τότε κακομοίρα μου σε λυπάμαι τόσο ! Θα πεθάνεις πριν καν σε βρουν !! Έλεγε μέσα από τα γέλια της.

- Συγγνώμη αλλά ποια είσαι και πως ήρθες εδώ? Την ρώτησα επιφυλακτικά.

- Ποια είμαι? Και πως ήρθα? μα εσύ με κάλεσες! Είπε σαν να ήταν το ποιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο. Συνέχισε να γελά ώσπου σταμάτησε όταν είδε το απορημένο βλέμμα μου.

Το κόκκινο ροδο του χειμώναWhere stories live. Discover now