12

4.9K 352 0
                                    

(Επειδή θέλω να σας συστήσω τον Alex λίγο καλύτερα, αυτό και το επόμενο κεφάλαιο θα είναι χωρισμένα σε πρώτο και δεύτερο μέρος αντίστοιχα)


Μέρος πρώτο.


Εκείνος

"Έτσι που λες."

"Φίλε, είσαι απίστευτος," σχολίασε ο Tom. Δεν είχαν περάσει ούτε δύο μέρες από την τελευταία φορά που είχαμε τηλεφωνηθεί και του είπα ότι κάποια στιγμή θα του μιλούσα για το πρόβλημά μου. Τελικά το έκανα νωρίτερα από όσο είχα υπολογίσει.

"Τι;" απόρησα αμέσως.

"Μα γιατί δε μου μίλησες νωρίτερα; Αυτή η κοπέλα φαίνεται να σε έχει βγάλει εντελώς εκτός ελέγχου και εσύ κάθεσαι και προσπαθείς να βρεις λύση μόνος σου ενώ βλέπεις ότι δε μπορείς να το κάνεις. Για την ακρίβεια, προσπαθείς να την αποφύγεις νομίζοντας πως αυτή είναι η κατάλληλη λύση για σένα."

Έγνεψα αμέσως αρνητικά. "Όχι, δε νομίζω, είναι η καλύτερη λύση. Έχει καταλάβει ότι κάτι παίζει με μένα, αλλιώς γιατί να φέρεται έτσι;"

"Σιγά το φέρσιμο!" μου αντιγύρισε εκείνος. "Είσαι υπερβολικός και κατά βάθος το ξέρεις. Πάντα ήσουν, όμως δε μπορώ να σε κατηγορήσω για τον τρόπο σκέψης σου εφόσον ξέρω πως ανέκαθεν έτσι αντιμετώπιζες τις δυσκολίες σου."

"Είσαι λάθος, Tom. Ξέρεις καλύτερα από τον καθένα ότι κανείς δεν πρέπει να μάθει πως εδώ είναι το στούντιό μου. Ξέρεις και το λόγο και επιμένεις να προσποιείσαι λες και δεν είναι μεγάλο θέμα."

"Μα είναι θέμα στο μυαλό σου κυρίως," επέμεινε και ακούμπησε τα χέρια του στα γόνατά του. "Alex... Φίλε, σε γνωρίζω χρόνια και μια ζωή φοβόσουν να κάνεις αυτό που πραγματικά ήθελες. Τώρα που κατάφερες να γίνεις φωτογράφος, γιατί επιμένεις να θες να ζεις κάτω από τη σκιά του πατέρα σου;"

Έστρεψα το βλέμμα μου αλλού ώστε να μη τον αφήσω να δει τη θλίψη στα μάτια μου -αν και γνώριζε πολύ καλά πώς ένιωθα. Ο πατέρας μου ανέκαθεν ήταν ένας δυναμικός και ηγετικός χαρακτήρας. Όλα ήθελε να πηγαίνουν βάσει σχεδίου και προγραμματισμού και, αν κάποιος στην οικογένεια ξέφευγε κατά πολύ από τα μέτρα και τα σταθμά του, τότε φρόντιζε να τον επαναφέρει στον ίσιο για εκείνον δρόμο -δηλαδή να τον στρέψει προς την εταιρία που διοικούσε. Ήταν διευθυντής μιας, ομολογουμένως, αρκετά πετυχημένης εταιρίας ρολογιών και ήθελε οπωσδήποτε όλα τα μέλη της οικογένειάς του να έχουν κάποιο ρόλο μέσα στην εταιρία. Η μητέρα μου ενώ στην αρχή ήταν αντίθετη με το να έχει αναγκαστικά κάποιο πόστο εκεί, τελικά συμβιβάστηκε και συνήθισε τόσο, που ακόμα και τώρα νομίζει πως είναι ευτυχισμένη με τη δουλειά που κάνει ως υφιστάμενη μιας από τις έξι πτέρυγες που διαθέτει η εταιρία. Από την άλλη, η μικρή μου αδερφή που είναι μόλις δεκαεννέα ετών, ακούγοντας όλον αυτόν τον εξάψαλμο από την παιδική της κιόλας ηλικία για την εταιρία, ήταν κάπως λογικό να θέλει να γίνει αμέσως μέρος της. Ήδη είχε αρχίσει να εργάζεται εκεί και πίστευε πως σύντομα ο πατέρας μας θα την εμπιστευόταν αρκετά ώστε να την μετατοπίσει σε μια πιο υψηλόβαθμη θέση.

Εγώ όμως, είχα ακολουθήσει το δικό μου δρόμο. Δεν είχα τέτοιο όραμα -να κάθομαι σε ένα γραφείο και να δουλεύω από εκεί. Δεν ήθελα να εργαστώ μέσα σε μια εταιρία και συγκεκριμένα σε αυτή του πατέρα μου, μόνο και μόνο επειδή το επιθυμούσε εκείνος. Κυρίως, δεν ήθελα κανέναν πάνω από το κεφάλι μου να μου λέει τι να κάνω. Ήθελα να ήμουν αυτόνομος.

Από μικρός είχα ως χόμπι τη φωτογραφία. Οτιδήποτε κι αν έβλεπα που μου τραβούσε την προσοχή, φρόντιζα να έχω πάντα μια φωτογραφική μηχανή στο χέρι και να απαθανατίζω τη στιγμή. Στη μητέρα μου άρεσε, στον πατέρα μου όχι. Ενώ στην αρχή δεν είχε γνώμη πάνω σε αυτό, όταν έφτασε η ώρα να διαλέξω επάγγελμα, μου έκοψε απότομα τα φτερά. Μου απαγόρευσε να σπουδάσω ώστε να χωθώ με τα μούτρα στην εταιρία. Τον πρώτο χρόνο ήμουν αναγκασμένος να το κάνω χωρίς να φέρω καμία αντίρρηση. Τον δεύτερο όμως χρόνο και νιώθοντας καταπιεσμένος, αποφάσισα να πάρω τη κατάσταση στα χέρια μου. Γράφτηκα σε μια ιδιωτική σχολή φωτογραφίας που διήρκεσε δύο χρόνια και παρακολουθούσα τα μαθήματα στα κρυφά. Κανείς δεν ήξερε τίποτα, μόνο ο Tom, και αυτό γιατί αν το μάθαινε κάποιος από το σπίτι και ειδικά ο πατέρας μου, θα είχαμε πολύ άσχημη κατάληξη. Ευτυχώς, κατάφερα να αποφοιτήσω χωρίς να έχει καταλάβει κανείς το παραμικρό.

Γι' αυτό και τώρα ενοχλούμουν από τη στάση του φίλου μου. Ήξερε την κατάστασή μου, αλλά ακόμα απορούσε γιατί δε μπορούσα να ξεφύγω από τον πατέρα μου. Τελικά γύρισα να τον κοιτάξω και ξεκίνησα να μιλάω όσο πιο ψύχραιμα γινόταν.

"Θα το πω άλλη μια φορά. Αν ο πατέρας μου μάθει πως, όχι μόνο νοικιάζω δικό μου χώρο, αλλά αυτός ο χώρος είναι και το προσωπικό μου στούντιο φωτογραφίας, θα γίνει μεγάλος χαμός. Αν τόσα χρόνια δεν έχεις καταλάβει πως δεν αστειεύεται, καιρός να το κάνεις τώρα."

"Μα πώς ακριβώς θα το μάθει; Μόνο εγώ και εσύ το ξέρουμε και επιπλέον, έχεις καλό άλλοθι για το που βρίσκεσαι τα βράδια."

"Δε ξέρω πώς θα το μάθει πάντως σίγουρα, δε το γνωρίζουμε μόνο εμείς οι δύο," απάντησα, εννοώντας την Ellie.

"Φίλε χαλάρωσε, η κοπέλα δεν έχει ιδέα τι παίζει με σένα και τον πατέρα σου και τη ζωή σου γενικότερα, τι διάολο;! Ούτε καν είδε τον χώρο σου για να καταλάβει πως δεν είναι σπίτι αλλά λειτουργεί ως κάτι άλλο!"

"Ναι, όμως στα δικά μου μάτια δεν είναι χαζή και πιστεύω, πως αργά ή γρήγορα ο νους της θα μπει στη διαδικασία να κάνει διάφορα σενάρια για μένα."

"

Ups! Gambar ini tidak mengikuti Pedoman Konten kami. Untuk melanjutkan publikasi, hapuslah gambar ini atau unggah gambar lain.
Το διπλανό μπαλκόνιTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang