Κεφάλαιο 19ο

293 54 45
                                    

Φαντάσματα της Κυριακής
 30 Ιανουαρίου

Η ΚΥΡΙΑΚΉ ΚΎΛΗΣΕ ΣΕ έναν κατατονικό ρυθμό, εκείνη κοιμόταν από το πρωί μέχρι το βράδυ και κανείς δεν είχε χτυπήσει την πόρτα της, κανείς δεν είχε κάνει καμία κίνηση για να δείξει ότι είχε προηγηθεί μια μάχη. Δεν κατέβηκε για φαγητό το μεσημέρι γιατί πολύ απλά δεν την είχε ενημερώσει κανείς, άκουγε την τηλεόραση από το δωμάτιο της Αννι να βρίσκεται στο ίδιο κανάλι για ώρες ολόκληρες, χρειάστηκε να έρθει το μεσημέρι για να ανακαλύψει πως η Αννι και η μητέρα της έλειπαν.

 Τα πρώτα δευτερόλεπτα θύμωσε απίστευτα και στα αμέσως επόμενα συνειδητοποίησε πως αυτό συνέβαινε κάθε Κυριακή. Η μητέρα της και η Αννι έκαναν βόλτες με τον καλό καιρό. Μόνο που εκείνη την μέρα δεν είχε καλό καιρό είχε κρύο και συννεφιά. Γύρισε στο δωμάτιο της και αποφάσισε πως δεν θα πήγαινε την επόμενη μέρα σχολείο είχε αρκετά μαθήματα που δεν είχε κάνει και δεν θα έκανε, η διάθεση της κυμαίνονταν ανάμεσα στην αυτολυπηση για τις δικαιολογίες της και θυμό για την δειλία της, δεν το παραδέχονταν αλλά η αληθινή αιτία που ένιωθε έτσι ήταν το ότι η μητέρα της είχε τηρήσει μια στάση που την εξόργιζε, σαν να της είχε πει σε αφήνω στην μοίρα σου δεν ήξερε γιατί το μετέφρασε έτσι αλλά ήταν αδύνατον να το βγάλει από το μυαλό της. 

Πριν λίγο καιρό κάτω από το πρίσμα της τάσης της να γίνεται ενοχλητική και αχάριστη ήθελε πολύ να την αφήσει στην ησυχία της και όταν τελικά δεν είχε καμία ενόχληση ήταν σε μια πολύ χειρότερη κατάσταση. Έριξε κάποιες ματιές αρκετές φορές από το παράθυρο για να δει αν είχαν έρθει, πέρασε αρκετές φορές από την κουζίνα για να δει αν υπήρχε κάποιο σημείωμα που να έλεγε ακριβώς που ήταν και τι φαγητό είχε στον φούρνο, όπως δηλαδή γινόταν συνήθως, εκείνη την Κυριακή δεν υπήρχε ίχνος σημειώματος ούτε στο ψυγείο, ούτε στον πάγκο, ούτε στον πίνακα με τα κλειδιά.

Πήγε και στο δωμάτιο της Αννι έψαξε το γραφείο της και τα παιχνίδια της για ανύπαρκτο λογο, εγκατέλειψε στο τέλος και πήγε στο δωμάτιο που είχε μετατρέψει η μητέρα της σε πλυσταριό και γραφείο ταυτόχρονα, η κρεβατοκαμαρα των γονιών της συνήθιζε να είναι το πιο ωραίο δωμάτιο στο σπίτι, γιατι εκτός από το ότι η μητέρα της συνήθιζε να έχει εξαίσια αίσθηση του στυλ ήταν κάτι μόνο για τους γονείς της. 

Απέφυγε σκόπιμα να μείνει και να κοιτάει με περιέργεια το πόσο είχε αλλάξει ο χώρος και έφυγε για το δωμάτιο της, γιατί είχε κάνει την ανοησία να απαντήσει στο τηλέφωνο προχθές; εάν δεν το είχε απαντήσει δεν είχε γίνει τίποτα θα καθόταν στο σπίτι της αμέριμνη χωρίς να είναι ένα φάντασμα που περίμενε να αποκτήσει ζωή όταν θα ερχόντουσαν δύο αλλά φαντάσματα της Κυριακής; Ήξερε πως δεν έφταιγε εκείνος απλά έψαχνε αφορμή να τα ρίξει κάπου μιας και ο εαυτός της δεν ήταν έτοιμος να αναλάβει άλλες κατηγορίες, εάν ήταν ζωντανός ο πατέρας της θα έπιανε από τον ώμο την μητέρα της και θα έλεγε μελαγχολικά έφηβοι Ντιμι και εμείς τοτε τέτοια κάναμε αλλά αυτό θα ήταν ένα ολοζώντανο ψέμα γιατί οι γονείς της δεν θα γνώριζαν ποτέ στην ζωή τους άτομο σαν τον Γκρέγκορι.

The Theory Of NothingΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα